Ο Βαβύλας είναι ένα εντελώς ηλίθιο πλάσμα που τρώει ό,τι βρει μπροστά του. Τη ίδεα για το Βαβύλα τη βρήκε μια φίλη μου κι εγώ έγραψα μερικές σκηνές από την ταινία, η οποία προβλέπεται όταν γυριστεί να γίνει τεράστια επιτυχία (φυσικά!
)
Τα έγραψα πέρσι και κρίνοντας πως είναι αρκετά ηλίθια είπα να τα ανεβάσω να τα δείτε κι εσείς
Ελπίζω να σας αρέσει!
---------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Σκηνή I: Τουρίστες σε αξιοθέατο
Δέκα τουρίστες (πέντε Γιαπωνέζοι με φωτογραφικές μηχανές, ένα ζευγάρι Γερμανών με πέδιλα με κάλτσες, ταξιδιωτικούς οδηγούς και σακίδια και τρεις χαζές ξανθές Αμερικάνες με τσάντες από μαγαζιά με σουβενίρ) κάθονται μπροστά από ένα άγαλμα σε έναν υπαίθριο αρχαιολογικό χώρο. Οι Γιαπωνέζοι φωτογραφίζουν συνέχεια, οι Γερμανοί είναι σοβαροί και οι Αμερικάνες χαζογελάνε.
Γιαπωνέζος 1: 非常にニース (πολύ ωραίο)
Γιαπωνέζος 2: うん (ναι)
Γερμανός: Sehr schon!
Γερμανίδα: Ja, ja, richeine bitte!
Αμερικάνα 1: Wow!!!
Αμερικάνα 2: Wow!!!
Γιαπωνέζος 3: 私は1500の写真を描画しました!(το έχω βγάλει 1500 φωτογραφίες!)
Μπαίνει ο Βαβύλας (φαίνεται μια μαύρη σκιά)
Αμερικάνα 3: What’s that? AAAAAAAAAA!!!!!
Οι Αμερικάνες τσιρίζουν σηκώνοντας τα χέρια (με τις τσάντες) ψηλά. Οι Γιαπωνέζοι κοιτάνε ο ένας τον άλλο και αρχίζουν να ουρλιάζουν ταυτόχρονα. Οι Γερμανοί δεν ουρλιάζουν αλλά η έκφρασή τους φανερώνει τρόμο.
Μένει ο χώρος τελείως άδειος. Φτύνονται το ένα μετά το άλλο: φωτογραφική μηχανή, τσάντα σουβενίρ, σακίδιο, δύο φωτογραφικές, άλλη μια τσάντα σουβενίρ, ένα σακίδιο μαζί με μια τσάντα, μια φωτογραφική με μια τσάντα σουβενίρ. Ακούγεται ένα δυνατό ρέψιμο και φτύνεται το άγαλμα με μια φωτογραφική περασμένη στο λαιμό του.
---------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Σκηνή ΙΙ: Λαϊκή Αγορά
Είναι δέκα πάγκοι με λαχανικά, δεκαπέντε πωλητές και είκοσι θείτσες με καροτσάκια.
Ακούγονται ταυτόχρονα:
Πωλητής 1: Πατάτες, ντομάτες Κρήτης!
Πωλητής 2: Βερίκοκα μέλι! 1,50 ευρώ το κιλό!
Πωλητής 3: Τρία μαρούλια 1 ευρώ! Τρία μαρούλια 1 ευρώ!
Πωλητής 4: Εδώ οι καλές ντομάτες!
Πωλητής 5: Κρεμμύδια, σκόρδα!
Πωλητής 6: Πράσα, κρεμμύδια, πατάτες!
Πωλητής 7: Λεμόνια παραγωγής προλάβετε!
Πωλητής 8: Ντόπιες ντομάτες! Καρότα!
Πωλητής 9: Κεράσια, φράουλες, πεπόνια!
Πωλητής 10: Ψάρια! 10 ευρώ ο γαύρος! 12 η μαρίδα!
Η σκιά καλύπτει τα πάντα και όλοι ουρλιάζουν. Οι θείτσες σταυροκοπιούνται.
Μένουν μόνο τα καροτσάκια άδεια και εννιά τέντες. Φτύνονται τσάντες με λαχανικά και ζυγαριές. Ακούγεται ένα δυνατό ρέψιμο και φτύνεται και η τέντα.
---------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Σκηνή ΙΙΙ: Γεροκομείο
Κάθονται τρεις παππούληδες και δυο γιαγιούλες. Οι γιαγιούλες είναι σε κουνιστές πολυθρόνες και πλέκουν. Η μία έχει στα πόδια της μια ψωρόγατα. Οι δύο παππούληδες κάθονται σε κανονικές πολυθρόνες. Ο ένας έχει μπροστά του ένα Π και ο άλλος ένα μπαστούνι. Ο τρίτος είναι σε αναπηρική καρέκλα.
Γέρος 1: Κι εσύ Χρήστο, πόση χοληστερίνη έχεις;
Γέρος 2: 835
Γέρος 3: Εγώ δεν έχω χοληστερίνη αλλά έχω 500000 τριγλυκερίδια.
Γέρος 1: Κι εγώ έχω 987 ζάχαρο!
Εμφανίζεται η σκιά. Η γάτα φεύγει και γρυλίζει στη σκιά. Η γιαγιά που είχε τη γάτα γυρνάει αργά το κεφάλι, βγάζει τα γυαλιά της πρεσβυωπίας, βλέπει το Βαβύλα και κάνει το σταυρό της.
Γιαγιά 1: Παναγιά μου και Χριστέ μου! Άγιε μου Χαράλαμπε!
Γιαγιά 2: Τι είναι Κουλίτσα μου; ΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑ
Ουρλιάζουν όλοι.
Μένουν μόνο οι πολυθρόνες. Φτύνονται: Π, βελόνες με πλεκτό, η αναπηρική καρέκλα.
Ακούγεται βήχας κι ένα ρέψιμο. Φτύνεται η γάτα τυλιγμένη μέσα στο πλεκτό, που νιαουρίζει σαν δαιμονισμένη.
---------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Σκηνή IV: Σχολείο
Είναι διάλλειμα και στην αυλή είναι 20 παιδάκια και παίζουν/τσακώνονται.
Ακούγονται ταυτόχρονα:
Παιδί 1: Δικό μου!
Παιδί 2: Όχι δικό μου!
Παιδί 3: Δε σας έχω φίλους! Είναι δικό μου!
Παιδί 4: Θα τα πω όλα στην κυρία!
Παιδί 5 και 1: Τότε δε σ’ έχω φίλο!
Παιδί 2: Ούτε εγώ!
Παιδί 6: Αμπεμπαμπλόμ…
Παιδί 7: Κάνεις αδικίες!
Παιδί 8: Ναι, είσαι άδικη!
Παιδί 6: Όχι δεν κάνω!
Παιδί 9: Ναι κάνεις και δε σ’ έχω φίλη!
Παιδί 6: (κλαίγοντας) Η Ελένη δε μ’ έχει φίλη!!!
Παιδί 10,11, 12, 13, 14, 15 και 16: Περνά περνά η μέλισσα…
Παιδί 17: (κλαίγοντας) Έπεσα απ’ την τσουλήθρα!
Παιδί 18: Ααααα! Ο Δημητράκης έχει αίμα στο χέρι του!
Παιδί 19 και 20: Ααααα! Θα πεθάνει ο Δημητράκης!
Τα καλύπτει όλα η σκιά. Τα παιδιά παρατάνε τους τσακωμούς και ουρλιάζουν όλα για τη “MAMAAA” ή την “ΚΥΡΙΑΑΑΑ”.
Βγαίνει η δασκάλα.
Δασκάλα: Παιδιά κάντε ησυ-ΑΑΑΑΑΑΑΑΑ
Μένει άδειο το προαύλιο. Φτύνονται: 1 σχοινάκι, 1 μπάλα, και δυο τσάντες.
Ακούγεται ένα ρέψιμο και φτύνεται μια τσουλήθρα. Ακούγεται ένα δυνατότερο ρέψιμο και φτύνεται μια μπασκέτα και αμέσως μετά μια μπάλα που μπαίνει μέσα στο καλάθι.
---------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Σκηνή V: Όπερα.
Στη σκηνή βρίσκονται δύο ηθοποιοί που τραγουδάνε. Η όπερα είναι γεμάτη από αξιοπρεπείς και καλοντυμένους θεατές.
Ηθοποιός 1: (τραγουδιστά) Αααα-ααα-αααααα
Ηθοποιός 2: (τραγουδιστά) Αααα-ααα-αααααα
Εμφανίζεται η σκιά.
Ηθοποιός 1 και 2: (τραγουδιστά) Αααα-ααα-αααααα! (ουρλιαχτά) ΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑ
Μένει η όπερα άδεια και χωρίς σκηνικά. Φτύνονται τα σκηνικά, ακούγεται ένα ρέψιμο και μετά από ένα λεπτό γαϊδουρόβηχα φτύνεται ένα πιάνο.
Βαβύλας: Δεν ξανατρώω ορχήστρα που να με πληρώνουν!
Άλλο ένα ρέψιμο, ένα λεπτό γαϊδουρόβηχα και φτύνεται ένα τσέλο.
---------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Σκηνή VI: Σπίτι
Είναι νύχτα, ένα ζευγάρι κοιμάται. Ακούγεται ένα σιγανό κλάμα μωρού αλλά δεν ξυπνάνε. Όσο δεν ξυπνάνε το κλάμα γίνεται όλο και πιο δυνατό και εκνευριστικό.
Άντρας: (σκουντώντας τη γυναίκα θυμωμένος) Άντε και κάνε αυτό το σκασμένο να σκάσει πριν σηκωθώ και το πετάξω απ’ το παράθυρο!
Η γυναίκα σηκώνεται βρίζοντας και πάει στο δωμάτιο του μωρού. Παίρνει το μωρό από την κούνια και το κουνάει σαν να είναι έτοιμη να το πετάξει.
Γυναίκα: (σε ρυθμό νανουρίσματος) Σκάσε πια, σκάσε πια, σκάσε πια ρε βλαμμένο. Μου ‘χεις πάρει τ’ αυτιά, παλιοδιαολεμένο.
Εμφανίζεται η σκιά. Το μωρό σταματά να κλαίει και αρχίζει να γελάει. Η γυναίκα αρχίζει να ουρλιάζει. Μπαίνει μέσα ο άντρας έξαλλος.
Άντρας: Τι έγινε τώρα;! Σταμάτησε να φωνάζει αυτό το ηλίθιο και άρχισες εσύ μωρή γουρούνα;!
Η γυναίκα δείχνει τη σκιά τρέμοντας και της πέφτει κάτω το μωρό που αρχίζει να κλαίει., ενώ ταυτόχρονα το ζευγάρι ουρλιάζει.
Το δωμάτιο μένει άδειο. Φτύνεται ένα παιχνίδι που μόλις πέφτει αρχίζει ένα χαζό παιδικό τραγούδι. Ακούγεται ένα ρέψιμο και φτύνεται η κούνια του μωρού. Ακούγεται ένα δυνατό “ΦΤΟΥ” και φτύνεται μια χεσμένη πάνα.
---------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Σκηνή VII: Παραλία
Σε μια παραλία είναι περίπου 10 ομπρέλες. Όλοι είναι στη θάλασσα, ενώ 3-4 κάνουν ηλιοθεραπεία. Μόνο σε δυο ομπρέλες που είναι δίπλα-δίπλα είναι μια γιαγιά και δυο ζευγάρια.
Άντρας 1: Πού ειν’ η Μαρία;
Γιαγιά: Πήγε τον παππού να προσκυνήσει.
Γυναίκα 1: Μ’ αυτή τη ζέστη; Τον πήγε τουλάχιστον με το τζιπ του Λευτέρη;
Άντρας 2: Ποιο τζιπ ρε Σοφία; Το τζιπ του το πήρε πέρσι η τράπεζα! Με τα πόδια πήγαν!
Γυναίκα 2: Με τα πόδια; Στο λιοπύρι; Αλλά βέβαια! Τα ξέρω εγώ αυτά! Τον πάει η εκκλησία με τη ζέστη για να τον καλοπιάσει και να της αφήσει το σπίτι στα Πετράλωνα! Θέλει να τον σκοτώσει, κατάλαβες; Η οχιά!
Άντρας 1: Έλα Σοφία! Με πήρε τηλέφωνο να πάμε να τους μαζέψουμε γιατί ο παππούς έπεσε!
Γυναίκα 1: Να πας μόνος σου! Δικοί σου συγγενείς είναι! Στο έχω πει χίλιες φορές Νίκο, εγώ στο χωριό έρχομαι μόνο για μπάνια επειδή είναι τζάμπα! Δεν έρχομαι για να τρέχω τον κωλόγερο στις εκκλησίες!
Εμφανίζεται η σκιά αλλά κανένας δε δίνει αρχικά σημασία γιατί τσακώνονται.
Γυναίκα 2: Δε σου επιτρέπω να μιλάς έτσι για τους συγγενείς μου!
Γυναίκα 1: Δε με νοιάζει τι λες! Εγώ ξέ-ΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑ
Ουρλιάζουν όλοι.
Μένει άδεια η παραλία. Ακούγεται ένας ήχος ρουφήγματος και η παραλία γίνεται έρημος. Ακούγεται ένα ρέψιμο και φτύνεται το νερό και ξαναγίνεται παραλία. Ακούγεται άλλο ένα ρέψιμο και φτύνονται οι ομπρέλες και τα φουσκωτά.
---------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Σκηνή VIII: Χωράφι
Μια βλάχα κάθεται κάτω από ένα δέντρο. Δίπλα της είναι ένα γαϊδούρι και τριγύρω πρόβατα.
Εμφανίζεται η σκιά και παίρνει το γαϊδούρι χωρίς να την προσέξει κανένας.
Μπαίνει τρέχοντας ένας βλάχος.
Βλάχος: Ουρέ Αχλάδωωωωωωω! Παρ’ του γαϊδάρ’ και πήγινι στου χουριού να πεις στον κυρ Μανώλ’ ότι προυβατίνα η Χιούνα γιννάει! Πες κι στη Μαρούλω να ‘ρθ’ να παρ’ του σκύλου!
Βλάχα: Ουρέ Μήτσουλα! Πού ‘ν’ του γαϊδάρ’;
Βλάχος: Ιεεεε, δεν ξέρου ουρέ Αχλάδω! Μι του γαϊδάρ’ δεν ήρθις στου χουράφ’;
Βλάχα: Λες να του φαγέ του Σμερδάκ’;
Βλάχος: (κοιτάει προς το Βαβύλα) Άχλαδωωωωω! Του Σμερδάκ’! Του Σμερδάκ’!
Βλάχα: Άγια μου Πουλουδιά προυβατουσώστρα! Άγιε μου Γεράσιμε! (σταροκοπιέται)
Μένει άδειο το χωράφι και ακούγεται ένα δυνατό ρέψιμο.
Βαβύλας: Τσαπρρρρ ούλα τα γίδια στου μαντρί! Αυτά τα βλαχοπρόβατα μου κόλλησαν την προυφουρά!