Night Castle Το καλύτερο forum τρόμου στην Ελλάδα! |
|
| Ναρέιθ - Βιβλίο 1ο. Ο Αποκλεισμός | |
|
+3paramu8enia Amaranth Nathaniel 7 απαντήσεις | |
Συγγραφέας | Μήνυμα |
---|
Nathaniel Lycan
Αριθμός μηνυμάτων : 800 Ημερομηνία εγγραφής : 29/04/2010 Ηλικία : 36 Τόπος : The Savage Garden
Character sheet Αγαπημένος Ήρωας: Louis de Pointe du Lac Atittude: Noble
| Θέμα: Ναρέιθ - Βιβλίο 1ο. Ο Αποκλεισμός Σαβ Ιαν 14, 2012 2:24 am | |
| Είπα να περάσω το πρώτο κεφάλαιο μιας τριλογίας που γράφω από τα 15 μου. Αν σας αρέσει και αν όλα πάνε καλά, θα περάσω σιγά σιγά και τις συνέχειες.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ
Η ανατολή του ήλιου χάραξε τον ορίζοντα. Χαμηλά μπροστά του, τα σύννεφα έμοιαζαν με πολύχρωμα στολίδια, μία λευκή θάλασσα από αιθέριο βαμβάκι. Ο νεαρός Ναρέιθ απολάμβανε την ομορφιά του τοπίου από την κορυφή του απόκρημνου βράχου που καθόταν. Μερικές εκατοντάδες μέτρα πίσω του δέσποζε η ομορφότερη πόλη του αρχαίου πολιτισμού του γένους του, σε μία από τις ψηλότερες κορυφές της δυτικής οροσειράς της Κουέντεν. Η Μεστάρι. Ο ήλιος έκανε όλο και πιο διακριτή την παρουσία του. Η πόλη πίσω από τον νεαρό ξύπνησε, η πύλη του πανίσχυρου τείχους άνοιξε. Κοίταξε πίσω του και μετά πάλι το βλέμμα του χάθηκε στην ανατολή. Μία τελευταία εικόνα ελευθερίας πριν επιστρέψει στα καθήκοντά του. Αναστέναξε και γύρισε την πλάτη του στον ήλιο.
******
Λευκοί πυργίσκοι από πέτρα στόλιζαν το πανίσχυρο κάστρο, με τις πάμπολλες σημαίες τους να ανεμίζουν στο ελαφρύ αεράκι της άνοιξης. Πίσω από τα τείχη, η πόλη ήταν καλά προστατευμένη, μα ο αληθινός λόγος που παρέμενε απόρθητη παρά τους αιώνες της ήταν η καλά αμυντική της θέση. Δεν υπήρξε στρατός στην ιστορία της Κουέντεν ικανός να αντέξει το υψόμετρο. Εκεί ψηλά, μόνο οι αετοί ταξίδευαν. Οι αετοί και οι Ναρέιθ, η αρχαία φυλή. Ο Σέλινιρ, ο Γηραιός, παρακολουθούσε από το παράθυρο του ησυχαστηρίου του. Πάντα τον γοήτευε η ομορφιά της, κι ας ήταν από τους λίγους πια της φυλής του, που θυμόταν τα χρόνια της ίδρυσής της, τον κόπο και τη μαεστρία που χρειάστηκε για να φτάσει τη σημερινή της μεγαλοπρέπεια. Στην αυγή του κόσμου χτίστηκε. Ο Πέλιαρ, μαγεμένος από τους ανέμους και τα σύννεφα έφτασε πρώτος εκεί, και κάλεσε κοντά του όσους από τους Ναρέιθ μοιράζονταν την ίδια λαχτάρα με τον ίδιο. Μαζί έχτισαν το Κάστρο των ανέμων, μαζί και τις επαύλεις που το περιέβαλλαν, και τα τείχη που τους προστάτευαν. Στη Μεστάρι βρήκαν καταφύγιο όσοι από το γένος τους είχαν επιζήσει του πολέμου. Ένα θλιμμένο χαμόγελο χάραξε τα χείλη του όταν σκέφτηκε ότι σήμερα, ελάχιστοι πια υπήρχαν από αυτούς στον κόσμο. Κάποτε τα τέσσερα βασίλεια των Ναρέιθ διαφέντευαν ολόκληρη την Κουέντεν. Τώρα οι σκιές τους στοίχειωναν τα ερείπια που είχαν αφήσει πίσω τους η φωτιά και ο θάνατος. Οι Βασιλιάδες ήταν νεκροί, και το όραμά τους είχε σβήσει μαζί με τη φλόγα της ζωής τους. Γνώριζε ότι η φυλή του ήταν καταδικασμένη, αλλά η παλιά της δόξα δεν είχε ξεθωριάσει ακόμη. Η ακμή τους είχε από καιρό περάσει, μα εδώ στη Μεστάρι, η θύμησή της κρατιόταν ακόμη ζωντανή. Καθώς ο ήλιος σηκωνόταν από την ανατολή, περισσότερη ζωή άρχισε να εμφανίζεται στους δρόμους της πόλης. Οι Ναρέιθ καλωσόριζαν τον ήλιο και τη ζεστασιά που τους πρόσφερε, στις καρδιές και τα σπίτια τους. Πόσους αιώνες είχε να πατήσει πόδι Ναρέιθ τον κάμπο μπροστά από την οροσειρά τους, πόσους αιώνες είχε ανθρώπινο αυτί να ακούσει την γλυκιά ομιλία τους. Οι Άνθρωποι του κάμπου μόνο σε θρύλους και τραγούδια βάρδων είχαν ακουστά το όνομά της. Αετοφωλιά την έλεγαν οι τελευταίες γενιές των Ανθρώπων. Το όνομά της είχε ξεχαστεί από αυτούς. Χαμογέλασε στην ιδέα ότι ο ίδιος, ο Γηραιός, θα ‘θελε πολύ να ξαναδεί την ισιάδα του κάμπου, να περπατήσει και πάλι, ανάμεσα στους καλόκαρδους ανθρώπους που έβρισκαν διασκέδαση στο καθετί. Οι αναμνήσεις του ήταν ελάχιστες από τους βραχύβιους ανθρώπους, το γένος τους ήταν στην αυγή του όταν εκείνος είχε ήδη δέκα αιώνες εμπειρίας στην πλάτη του, μα θυμόταν πόσο εύκολα γελούσαν, πόσο εύκολα θύμωναν και πόσο εύκολα πέθαιναν. Εύθραυστοι μα με γρανιτένια θέληση. Οι νεαρότεροι Ναρέιθ, συχνά ελκύονταν από τις ιστορίες για τον κάμπο και τους αδέξιους, αδύναμους Ανθρώπους. Κάποτε ήταν φίλοι μας, τους είχαν διδάξει, μα ο πόλεμος τους κατέστρεψε. Αναστέναξε. Πόλεμος. Και Ανθρώπους και Ναρέιθ, κατέστρεψε τα πάντα στο πέρασμά του, και το μόνο που άφησε στο διάβα του ήταν στάχτες. Η Μεστάρι, το τελευταίο προπύργιο του πολιτισμού τους. Ο χρόνος περνούσε διαφορετικά για έναν Ναρέιθ. Χιλιετίες είχαν περάσει από τη στιγμή που είχε δει για πρώτη φορά το φως του ήλιου, μα στην καρδιά του οι αναμνήσεις παρέμεναν ζωντανές. Είχε δει Ανθρώπους πριν από χρόνια να χάνουν την ομορφιά, τη δύναμη και το μυαλό τους και είχε νιώσει τη φρίκη της ανημποριάς τους. Οι Ναρέιθ είχαν γεννηθεί για να παραμείνουν όμορφοι. Ένας χρόνος, ένας αιώνας, δεν είχε σημασία. Δεν κουράζονταν εύκολα από τον κόσμο. Μονάχα μετά από καιρό κάποιοι έχαναν την λάμψη των ματιών τους, θάμπωναν σαν το λυκόφως. Μα ακόμα και το λυκόφως έχει την ομορφιά του. Από τη στιγμή του Αποκλεισμού, η Μεστάρι ελάχιστα είχε αλλάξει. Ακόμα και ο πληθυσμός της δεν είχε αυξηθεί σημαντικά – οι Ναρέιθ δεν ήταν ιδιαίτερα αναπαραγωγικοί. Για τις νέες γενιές ο Σέλινιρ ήταν ένα μυστήριο του αρχαίου κόσμου. Σοφός, απόμακρος, τρομερός. Μα στην ελπίδα που αντιπροσώπευαν, εκείνος είχε πίστη. Τους δίδασκε όσο μπορούσε, ταπεινοφροσύνη, εντιμότητα, μοιράζονταν την σοφία των αιώνων του μαζί τους. Οι νέοι δεν είχαν την δυνατότητα να αποκτήσουν δικές τους εμπειρίες, και ο Σέλινιρ ήθελε να τους δανείσει τις δικές του. Έπρεπε να είναι έτοιμοι για τον κόσμο. Γνώριζε ότι η αλαζονεία και η ματαιότητα ήταν κακοί σύμβουλοι και ότι σε ένα τόσο μοναχικό μέρος όπως η Μεστάρι τέτοιοι χαρακτήρες ευημερούσαν. Τα χιόνια είχαν αρχίσει να λιώνουν, πλησίαζε το καλοκαίρι άλλωστε, μα το κρύο ήταν ακόμη τσουχτερό σε αυτό το υψόμετρο. Σε μερικές βδομάδες τα αγριολούλουδα θα έκαναν την εμφάνισή τους και ολόκληρο το βουνό θα ήταν ένα ανθοστόλιστος πίνακας σχεδιασμένος από την αστείρευτη μαγεία της φύσης. Ήταν πια ώρα να ανοίξουν οι πύλες στα τείχη. Η Φρουρά, ένα μικρό μέρος της παλαιάς της δύναμης, ήταν υπεύθυνοι για την ασφάλειά της Μεστάρι. Την επάνδρωναν κυρίως φανατικοί, που δεν μπορούσαν να ανεχτούν τη σκέψη της δύσης του γένους τους. Ήταν καλοί στη δουλειά τους, μα ακολουθούσαν πάντα το πρόγραμμα και ήταν πωρωμένοι με τους κανόνες και τους νόμους σε σημείο που δεν έφτανε η λογική να παρακάμψει. Τη στιγμή που τα χρυσά ανάγλυφα σχέδια στην πύλη άρχισαν να λάμπουν στο φως του ήλιου, τα δύο φύλλα της πύλης άνοιξαν ταυτόχρονα, αργά, δύο κολοσσοί δύναμης και λεπτοδουλεμένης τέχνης. Θα μπορούσε κανείς, να δει ολόκληρη την ιστορία του κόσμου πάνω σε αυτήν την πύλη. Την ιστορία του κόσμου όπως την γνώριζαν οι μοναχικοί Ναρέιθ. Ο Σέλινιρ πήρε από το γραφείο του μία κούπα με καυτό ρόφημα και ρούφηξε μερικές γουλιές. Κοίταξε από το παράθυρό την ανατολική πύλη και κόντεψε να πνιγεί. Το βήμα του Ναρέιθ που μόλις την είχε περάσει, η κορμοστασιά και η χάρη που τα στόλιζε, του ήταν κάτι παραπάνω από γνώριμα. Ξέσπασε σε γέλια. Ο νεαρός Αρατάριαν έφευγε συχνά για μικρά διαστήματα. Ο Γηραιός γνώριζε ότι δεν είχε τολμήσει να προσπαθήσει να κατέβει στον κάμπο ακόμη, αλλά ήταν σίγουρος ότι είχε περπατήσει όλη την κορυφογραμμή της δυτικής οροσειράς κι ας είχε δει μόλις δεκαεπτά καλοκαίρια. Είχε πολλά να μάθει ο Αρατάριαν, μα το πνεύμα του ήταν ήδη δυνατό, και η αποφασιστικότητα του αδαμάντινη, όπως κι ο χαρακτήρας του. Με σωστή καθοδήγηση, ο νεαρός αυτός θα μπορούσε να είναι το μέλλον της φυλής του. Ο Σέλινιρ, κάθισε στο γραφείο του περιμένοντας χαμογελαστός.
«Λοιπόν, πως πήγε ο πρωινός περίπατος;» «Δεν ήταν πρωινός, ήταν ολονύχτιος» «Μάλιστα. Δηλαδή έμεινες έξω στο βουνό όλη τη νύχτα» «Βρήκα μία σπηλιά στα νοτιοανατολικά και είχα φωτιά και κουβέρτα» «Και τα καθαρά ρούχα τα είχες κι αυτά μαζί σου;» ρώτησε ήρεμα ο Σέλινιρ. «Σταμάτησα να άλλαξω πριν έρθω εδώ» ο Αρατάριαν βολεύτηκε καλύτερα στην καρέκλα του. «Περίεργο…» «Τι είναι τόσο περίεργο;» απαίτησε να μάθει ο νεαρός. Ο Σέλινιρ χαμογέλασε δηκτικά. «Περίεργο είναι, ότι δεν μου φάνηκε να αλλάζεις κατεύθυνση από τη στιγμή που μπήκες σήμερα το πρωί από την πύλη μέχρι να φτάσεις εδώ» Ο Αρατάριαν ίσιωσε τους ώμους του με αξιοπρέπεια. «Πως κατάφερες να περάσεις από τη Φρουρά;» «Πήδηξα τα τείχη» «Μα είναι τείχη τριάντα μέτρων! Μη μου πεις ότι χρησιμοποίησες…» «Μαγεία; Ναι, αλλά ήταν απαραίτητο» απολογήθηκε ο νεαρός. «Α, μπα; Πως κι έτσι;» «Το παραπόρτι που χρησιμοποιούσα μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν ήταν ελεύθερο» ο νεαρός χαμογέλασε δειλά, μα τα μάτια του έλαμπαν περήφανα. «Μην τολμήσεις να το ξανακάνεις» ο Σέλινιρ σοβάρεψε απότομα. «Δεν παίζουμε με την ασφάλειά μας. Γνωρίζεις πόσο λίγοι από εμάς έχουμε απομείνει» Ξαφνιάστηκε από την αλλαγή διάθεσης του Γηραιού. «Μάλιστα, Δάσκαλε» είπε με μισή καρδιά. Παρακολούθησε το πρόσωπό απέναντί του να μαλακώνει μέχρι που η υποψία ενός χαμογέλου φάνηκε να σχίζει τα μάγουλά του. Ο Σέλινιρ θαύμαζε και αγαπούσε το μαθητή του. Του θύμιζε πολύ τον εαυτό του κάτι περισσότερο από δύο χιλιετίες πριν. Ο Αρατάριαν ήταν μοναδικός ανάμεσα στη γενιά του, ίσως και σε όσες γενιές είχαν επιζήσει. Σηκώθηκε και πήγε στην άλλη άκρη του ησυχαστηρίου. «Μέχρι την άλλη βδομάδα θα ήθελα να έχεις μελετήσει όλους τους τόμους σε αυτό το τεταρτημόριο της βιβλιοθήκης» είπε δείχνοντας με μία πλατιά κίνηση του χεριού του. Γέλασε από μέσα του όταν ο νεαρός έριξε το κεφάλι του στο πάτωμα.
*****************************************************
Οι Ναρέιθ, είχαν από καιρό εξαφανιστεί από το γνωστό κόσμο. Η σοφία και η δύναμής τους παρέμενε κρυμμένη πάνω από τα σύννεφα. Οι ίδιοι σπάνια έβγαιναν πια έξω από την τελευταία τους πόλη, και τα ερείπια των βασιλείων τους είχαν χαθεί στους ανέμους του χρόνου. Η ανάμνησή τους δεν ήταν παρά ιστορίες των παραμυθάδων και τραγούδια φτωχών, αξύριστων βάρδων, παραμύθια για να τρομάζουν τα νήπια. Ωστόσο, αν κάποιος είχε το κουράγιο και τη δύναμη να ανέβει την κορυφή του Νυχιού, τη ψηλότερη της δυτικής οροσειράς, η παράδοση έλεγε ότι θα έφτανε στην Αετοφωλιά, την τελευταία τους πόλη, κάστρο ισχύς και τέχνης, απόρθητη από την αρχή του Χρόνου. Αθάνατοι έμεναν εκεί, έλεγαν οι γέροι, κι ο χρόνος για εκείνους κυλάει σαν το νερό της πηγής, τον νιώθουν μα δεν τους αγγίζει. Κανείς δεν είχε τολμήσει να επαληθεύσει την παράδοση και χρόνο με το χρόνο ο θρύλος ξεχνιόταν. Στον κάμπο μπροστά από την οροσειρά, χιλιάδες εκτάρια εύφορης γης απλώνονταν μέχρι εκεί που έφτανε το μάτι. Διάσπαρτα ήταν τα χωριά, και πολλά τα αγροκτήματα σε αυτόν τον κάμπο. Ήτα όλα χτισμένα στην περιφέρεια της μητρόπολης στο κέντρο, του κάμπου. Είχε εξελιχθεί μέσα στους δύο αιώνες ύπαρξής της. Έφτασε να γίνει το εμπορικό κέντρο της ευρύτερης δυτικής περιοχής αυτή η πόλη, φτιαγμένη η μισή από ξύλο και πλίνθους μα οι πιο πλούσιες περιοχές από πέτρα, όμορφα οικοδομήματα εμπόρων και τοπικών αρχόντων. Οι Άνθρωποι της πόλης δεν θυμόντουσαν τον πόλεμο που τους είχε αποδεκατίσει, οι, πολλές γενεές πριν, πρόγονοί τους ήταν ξεχασμένοι για τους βραχύβιους απογόνους τους. Οι Ναρέιθ ήταν εκεί, είχαν δει, οι αναμνήσεις τους ανέπαφες από, και πριν, την εποχή του πολέμου, μα οι Ναρέιθ είχαν χαθεί, και ήταν απίθανο να γνώριζε κάποιος από αυτούς την ύπαρξη της Σερντομ, της μητρόπολης του κάμπου κάτω από την οροσειρά. Την μητρόπολη αυτή, με τα πέτρινα τείχη και τις πολεμίστρες, συχνά την επισκέπτονταν ταξιδιώτες, πραματευτάδες, μισθοφόροι, λογής λογής άνθρωποι. Άλλοι για να ζητήσουν δουλειά, άλλοι για να βρουν μία καλύτερη τύχη, κι άλλοι για να ξεκουραστούν στα αχυρένια στρώματα των καπηλειών πριν ξεκινήσουν και πάλι την επόμενη αυγή για τον δρόμο. Ήταν στα μέσα της άνοιξης όταν μουσικοί και χορευτές άρχισαν να έρχονται για το μεγάλο πανηγύρι. Η γιορτή της νέας σοδειάς, έφερνε πάντα κόσμο στην Σέρντομ. Σε αυτή τη γιορτή επικυρώνονταν τα περισσότερα προξενιά, τότε ήταν που ξένοι από κάθε περιοχή της Κουέντεν άφηναν ολόκληρες περιουσίες στα θεάματα και ο Έδμονδ, ο Βασιλιάς τους, έφτανε στην πόλη για την ευλογία της νέας σοδειάς.
Λίγες μέρες πριν την έναρξη της γιορτής ένας μοναχικός καβαλάρης φάνηκε στο νότιο δρόμο που οδηγούσε στην πόλη. Φαινόταν κουρασμένος και γεμάτος σκόνη από το δρόμο μα ήταν σίγουρο πως θα έφτανε στον προορισμό του πριν πέσει ο ήλιος. Οι αγρότες στα χωράφια που προσπερνούσε δεν άφηναν τη δουλειά τους παρά για να του ρίξουν μία και μόνη ματιά. Μισθοφόρος ή τροβαδούρος, το ίδιο έκανε για αυτούς. Ο πρώτος δεν τους ενδιέφερε, τον δεύτερο δεν είχαν να τον πληρώσουν. Σαν ο ήλιος φάνηκε να έχει φτάσει στη μέση της πορείας του, ο ταξιδιώτης σταμάτησε, πότισε το άλογό του σε μία γούρνα με νερό στην άκρη ενός χωραφιού, έφαγε από το δισάκι του δυο μπουκιές φαΐ και περίμενε μέχρι το άλογο να ξαναβρει την ανάσα του, πριν ξεκινήσει και πάλι. Φαινόταν να βιάζεται πολύ. Ίσως δεν ήξερε ότι δεν είχε τίποτα σπουδαίο να δει στην πόλη μέχρι να περάσουν δυο μέρες ακόμη, ή ίσως να μην του είχε πει κανείς ότι τα πανδοχεία και τα καπηλειά είχαν όλα γεμίσει και δεν είχαν μια γωνιά άδεια για έναν ταξιδιώτη σαν του λόγου του. Σίγουρα, δεν τον κυνηγούσε κανείς είπαν οι αγρότες, μιας και πολλές ώρες αφότου πέρασε εκείνος την νότια πύλη, κανείς δεν φάνηκε να τον ακολουθεί τριποδίζοντας.
Αυτή η πόλη έχει περισσότερη σκόνη από το δρόμο, σκέφτηκε ο ξένος βήχοντας. Άνθρωποι, άλογα και άμαξες συνωστίζονταν σαν παστές σαρδέλες, κι αν δεν ήξερες τον δρόμο από μνήμης κανείς δεν θα μπορούσε να σου δείξει που να πας. Κατέβασε την κουκούλα του μανδύα του χαμηλά κάτω από τα μάτια του και ανέβασε τη λαιμόκοψη της πουκαμίσας του μέχρι πάνω από τη μύτη του. Τη σκόνη, μα την αλήθεια, δεν την άντεχε. Καλός ο κάμπος και η ζέστη του, μα οι δρόμοι του ήταν πάντα γεμάτοι σκόνη. Τα βήματα του αλόγου του τον οδήγησαν σε ένα ετοιμόρροπο πανδοχείο. Δεν παραπονέθηκε, λίγο νερό να πλυθεί και ένα πιάτο καυτή σούπα θα ήταν ίδια παντού. Άφησε το άλογό του στο σταβλίτη, έναν μικρό που μύριζε βρώμη και ούρα αλόγου, μαζί με ένα χάλκινο νόμισμα και μπήκε στη σάλα του πανδοχείου. Αγωγιάτες του φάνηκαν οι περισσότεροι πελάτες, άνθρωποι του δρόμου σαν κι αυτόν, μα με καλύτερη μοίρα. Χαμογέλασε σε αυτή τη σκέψη, μα το χαμόγελο δεν άγγιξε τα μάτια του. Κάθισε στην άκρη ενός πάγκου μαζί με άλλους δέκα από αυτούς τους ανθρώπους που αν σε έβλεπαν μοναχό σου στο δρόμο πάντα σε έπαιρναν στην καρότσα τους. Φρόντισε ωστόσο να μοιάζει αρκετά απόμακρος. Δεν είχε όρεξη για κουβέντες. Μια αναψοκοκκινισμένη πληθωρική σερβιτόρα, του έφερε ένα πιάτο με βραστό και ένα ποτήρι μπύρα. Έπεσε με τα μούτρα να φάει. Σαν ήπιε την μπύρα του, ζήτησε από τον πανδοχέα, έναν ξερακιανό τύπο με γαμψή μύτη να του δώσει ένα δωμάτιο για τη νύχτα. Κάτι ψέλλισε για «πολύς κόσμος αυτήν την περίοδο του χρόνου» και «θα δυσκολευτώ πολύ να βρω ένα δωμάτιο που να αρέσει στον κύριο» μα μόλις είδε τρία ασημένια να πέφτουν στον πάγκο μπροστά του μάζεψε τα λόγια του και τον οδήγησε σε ένα μικρό δωμάτιο που θύμιζε κελί. Εκείνο το βράδυ το σώμα του άγγιξε στρώμα για πρώτη φορά μετά από μήνες. Το πρωί ξύπνησε στο σκληρό πάτωμα ξεκούραστος μα απογοητευμένος.
*****************************************************
Ο Αρατάριαν ακούμπησε το τρίτο βιβλίο στην άκρη καθώς συνέχιζε με το επόμενο. Οι στοίβες μπροστά του φαίνονταν ατελείωτες, μα αν τα είχε υπολογίσει σωστά θα τις τελείωνε πριν περάσει η διορία που χαιρέκακα του είχε θέσει ο Σέλινιρ. Απλώς, θα έπρεπε να μην κοιμηθεί για μερικές μέρες και όλα θα πήγαιναν καλά. Τα βιβλία ήταν αρκετά ενδιαφέροντα ώστε να τον κρατήσουν ξύπνιο κι από μόνα τους έτσι κι αλλιώς. Ιστορία, τακτική, μαθηματικά, επιστήμη, γνώση του φυσικού κόσμου. Τα αγαπημένα του θέματα όμως είχαν να κάνουν με τις διάφορες διαστάσεις και τα όντα που μπορούσε να επικαλεστεί κανείς από αυτές. Ήταν τροφή για μπόλικη σκέψη και ο Αρατάριαν δεν είχε αρκετό χρόνο να ονειροπολεί. Συνέχισε να διαβάζει καθώς ο ήλιος ανέτειλε εκείνη τη μέρα, και για αρκετές ακόμη.
****************************************************
Η γιορτή της άνοιξης είχε επιτέλους αρχίσει. Την τελευταία βδομάδα ξύλινοι πάγκοι στήνονταν στις δύο μεγάλες πλατείες της πόλης, ζώα και προϊόντα του αγρού ετοιμάζονταν για τις θυσίες στους θεούς της φύσης, βαρέλια με κρασί και μπύρα συνωστίζονταν στις άκρες από τις πλατείες. Στην Σερντομ κυριαρχούσε αναβρασμός. Και ύστερα, η μέρα της γιορτής έφτασε. Από νωρίς το πρωί οι κάτοικοι είχαν μαζευτεί στους αγρούς έξω από την πόλη, στη μεγάλη καρυδιά που είθισται να γίνονται οι θυσίες στους θεούς. Ο Βασιλιάς Έδμονδ, είχε χύσει το πρώτο αίμα, όπως κάθε χρονιά, και η προσφορά εισακούστηκε από τη Μητέρα που πήρε το αίμα του αρνιού βαθιά μέσα στα σπλάχνα της. Οι θυσίες συνεχίστηκαν μέχρι το μεσημέρι. Όταν το έδαφος γύρω από την καρυδιά είχε γίνει μία μάζα λάσπης από αίμα και χώμα, οι Άνθρωποι επέστρεψαν στην πόλη χορεύοντας και τραγουδώντας. Μεγάλες φωτιές άναψαν στη μέση και των δύο πλατειών και οι πάγκοι γέμισαν φαγητά και ποτό. Άνθρωποι κάθε ηλικίας και κοινωνικής τάξης φαίνονταν να μπερδεύονται μεταξύ τους, σαν να ήταν όλοι ίσοι, σαν να μη τους χώριζαν η καταγωγή, ο πλούτος, η φήμη. Μπορούσε κανείς να χαθεί στο μεθυσμένο πλήθος. Και ύστερα νύχτωσε και το γλέντι φούντωσε ακόμη περισσότερο. Περισσότερα ξύλα ρίχτηκαν στις φωτιές και ο αέρας γέμισε από φωνές, γέλια και τραγούδια. Ο ταξιδιώτης είχε άλλη άποψη. Μπορεί να ήταν όλοι μεθυσμένοι εκείνη τη νύχτα και ίσως να παρέμεναν μεθυσμένοι και για αρκετές νύχτες ακόμη, μα για αυτόν ο κάθε ένας από αυτούς ήταν ξεχωριστός. Πως θα μπορούσε άλλωστε να θεωρήσει τα μεταξένια ρούχα των ευγενών, ρούχα μεροκαματιάρη αγρότη; Κι ο Βασιλιάς όλων αυτών των ανθρώπων, τόσο διαφορετικός από τους υπόλοιπους. Ντυμένος στα χρυσοκέντητα κόκκινα του οίκου του, το στέμμα του να λάμπει στο φως των εστιών, και τους άντρες της φρουράς του να προσέχουν αυτόν και τον ύποπτο όχλο με αεικίνητα μάτια. Γύρω του, είχαν μαζευτεί οι νεαρότερες και ομορφότερες κοπέλες της μητρόπολης βλεφαρίζοντάς του. Μόνοι νηφάλιοι, οι πατεράδες των κοριτσιών αυτών. Περιμένοντας, ελπίζοντας ο βασιλιάς να διαλέξει την κόρη τους έστω και για μία νύχτα. Ήταν γνωστό, άλλωστε, ότι ο Έδμονδ υπερεκτιμούσε την τιμή κάθε παρθένας που τύχαινε στο κρεβάτι του. Ο ταξιδιώτης χαμογέλασε. Απόψε κάποια από αυτές τις κοπέλες, δεν θα έχανε την παρθενιά της. Τουλάχιστον όχι από τον Βασιλιά. Δεν ήταν γέρος ο Έδμονδ, είχε όμως περάσει την ακμή της ηλικίας του. Σίγουρα στα νιάτα του θα ήταν τρομερός πολεμιστής, ικανός να πετάξει ένα δόρυ πενήντα μέτρα μακριά με μία και μόνη κίνηση. Οι ώμοι του ήταν μάρτυρες τέτοιων ρήψεων. Είχε πλαδαρέψει κάπως στην κοιλιά, μα είχε ακόμη φαρδιές πλάτες πολεμιστή και το βλέμμα του αρπακτικού, ψυχρό, υπολογιστικό. Του φάνηκε παράξενο που δεν έπινε όπως οι υπόλοιποι «σημαντικοί» στο τραπέζι του. Φαινόταν άνθρωπος του μέτρου, κι αυτό από μόνο του έκανε τις περισσότερες φήμες που κατά καιρούς είχαν ακουστεί για αυτόν να μοιάζουν ανυπόστατες. Σε μιαν άλλη εποχή, ο ταξιδιώτης θα τον συμπαθούσε τον άνθρωπο αυτό, μα απόψε η δουλειά του ήταν διαφορετική. Και είχε ήδη πληρωθεί για αυτήν. Κρίμα, θα μπορούσε να κάνει μία εξαίρεση αν ήταν λίγο διαφορετικά τα πράγματα. Η σκεπή του πανδοχείου στην μεγάλη πλατεία της πόλης δεν ήταν κανένα σπουδαίο μέρος. Η θέα που μπορούσε να απολαύσει κανείς από εκεί δεν ήταν κάτι το ιδιαίτερο, η πόλη είχε χτιστεί χωρίς καμία φαντασία. Σπίτια χτισμένα κυκλικά, σχημάτιζαν τη μία από τις δύο πλατείες της πόλης. Με το πέρασμα του χρόνου και την ανάπτυξη της περιοχής, μία δεύτερη μεγαλύτερη πλατεία σχηματίστηκε, αυτή τη φορά με σχέδιο, μα η Σέρντομ δεν άλλαξε ύφος. Το ίδιο μουντή, το ίδιο ανιαρή. Η μόνη διαφορά στον πληθυσμό και στον πλούτο των κατοίκων της. Δεν είχε τίποτα από την μαρμάρινη ομορφιά των παλαιών πόλεων, μα για εκείνον δεν είχε σημασία. Για εκείνον ήταν στη σωστή θέση τη σωστή στιγμή και αυτό του ήταν αρκετό. Σκαρφάλωσε ως εκεί πιασμένος από τις προεξοχές του πέτρινου τοίχου, με τον μανδύα να ανεμίζει πίσω του. Όταν τα πόδια του πάτησαν σε πήλινα κεραμίδια ορθώθηκε και προχώρησε ως την άκρη της σκεπής που έβλεπε στην πλατεία. Δέκα μέτρα κάτω του ο Έδμονδ συνομιλούσε με έναν από τους τοπικούς άρχοντες. Ο ταξιδιώτης έβγαλε το μανδύα και τον άφησε δίπλα του. Έσκυψε και έβγαλε από ένα μικρό σακίδιο ένα μεταλλικό κύπελλο και τράβηξε από τη μπότα του ένα στιλέτο. Έσυρε το στιλέτο στο εσωτερικό της παλάμης του και άφησε το αίμα να στάξει στο κύπελλο. Ικανοποιημένος, έβγαλε από το σακίδιο έναν επίδεσμο και έδεσε την πληγή. Μερικά φιαλίδια έκαναν την εμφάνισή τους και γρήγορα το κύπελλο γέμισε με πολύχρωμα υγρά, που μύριζαν έντονα και άχνιζαν σαν να είχαν μόλις βγει από τη φωτιά. Ο ταξιδιώτης στάθηκε όρθιος και προχώρησε στη σκεπή έτσι ώστε να είναι πάνω ακριβώς από το σημείο που καθόταν ο βασιλιάς. Κοίταξε κάτω στην πλατεία. Οι άνθρωποι συνέχιζαν τη διασκέδασή τους, όλο και πιο μεθυσμένοι, χαμογελώντας μακάρια στη λήθη που τους χάριζε το αλκοόλ. Άρχισε να ψέλνει σιγανά, και από το κύπελλο φάνηκε μία απαλή λάμψη που γινόταν όλο και πιο έντονη με κάθε συλλαβή που ξεστόμιζε. Τη στιγμή που ο Έδμονδ σήκωνε την κούπα με το κρασί του, ο ταξιδιώτης τον μιμήθηκε, προσέχοντας να μη σταματήσει την επωδή που δυνάμωνε σε ένταση. Το κύπελλο απείχε πια ελάχιστα από το στόμα του. Ταυτόχρονα με τον ευγενή, ήπιε μία γουλιά από το φωσφορίζον ποτό. Καθώς κατέβαζε το κύπελλο από τα χείλη του, συνέχισε τον ψαλμό, πιο σιγανά αυτή τη φορά. Το ποτό είχε πάψει να λάμπει. Τώρα ήταν κόκκινο και γλυκό, γεμάτο καρυκεύματα και ελάχιστο μέλι. Κρασί. Ο ταξιδιώτης άδειασε το περιεχόμενο του κυπέλλου στα κεραμίδια, μάζεψε τα πράγματά του και έφυγε ακροπατώντας σαν γάτα. Την ίδια στιγμή, ο Άρχοντας έπεφτε με το πρόσωπο στο τραπέζι μπροστά του νεκρός. Το πλήθος συνέχισε να χορεύει στην παραζάλη του.
*****************************************************
Ο Αρατάριαν είχε αποκοιμηθεί πάνω στο γραφείο του. Ήταν η τέταρτη μέρα χωρίς ύπνο που τον είχε νικήσει. Τα είχε πάει καλά μέχρι στιγμής, μόνο δύο στοίβες απόμεναν μπροστά του από τις αρχικές πέντε, μα είχε μόλις τρεις μέρες πριν το τέλος της διορίας. Ήταν περασμένο μεσημέρι όταν ξύπνησε. Ταραγμένος έψαξε γύρω του για κάποιο σημείο προσανατολισμού. Αργά, η αναπνοή του ηρέμησε, και συνήλθε από το μούδιασμα του ύπνου ανοιγοκλείνοντας έντονα τα μάτια του. «Πόσες ώρες κοιμήθηκα;» Η φωνή του βραχνή και ο λαιμός του στεγνός. Είχε μέρες να μιλήσει. Τεντώθηκε και χωρίς να κάτσει να σκεφτεί την κατάστασή του συνέχισε να μαζεύει τις γνώσεις που περίμεναν πρόθυμα μπροστά του.
Ο Αποκλεισμός, δημιουργήθηκε στους καιρούς μετά την καταστροφή που έφερε πάνω στους Ναρέιθ ο πόλεμος. Τα σύννεφα που στεφανώνουν την ψηλότερη κορυφή της δυτικής οροσειράς είναι ένα μόνο μέρος του. Το αδιαπέραστο φράγμα που σχηματίζουν, μπορεί να σταματήσει κάθε προσπάθεια του έξω κόσμου να φτάσει στις περιοχές της Μεστάρι, αλλά και κάθε Ναρέιθ από το να βγεί στον έξω κόσμο. Όταν ο πόλεμος είχε πια τελειώσει, οι ισχυρότεροι ανάμεσά μας, χρησιμοποίησαν κάθε ικμάδα των γνώσεων και των ικανοτήτων τους για να δημιουργήσουν αυτό το φράγμα γύρω από την τελευταία, πολυτιμότερη πόλη τους. Το τίμημα ήταν μεγάλο, μα με την αυτοθυσία τους, διασφάλισαν την επιβίωση του γένους τους. Η Μεστάρι, λόγω φυσικής θέσης ήταν εξ αρχής ένας κυματοθραύστης ικανός να διαλύσει την ισχυρότερη στρατιά. Τα τείχη, συνήθιζαν να λένε, είναι διακοσμητικά. Η προστασία μας έρχεται από την ίδια τη γη. Η άποψη αυτή άλλαξε όταν είδαν τα τρία βασίλεια να πέφτουν, το ένα μετά το άλλο, λόγω αυτής της ίδιας αλαζονείας που διακατείχε τους Μεσταριανούς. Θυσιάσαμε την ελευθερία μας για χάρη της ασφάλειάς μας. Κατά καιρούς, διαφοροι Ναρέιθ προσπάθησαν να περάσουν από τα σύννεφα μα όλοι τους, χωρίς καμία εξαίρεση απέτυχαν ή και χειρότερα. Το φράγμα, αναγνωρίζει κάθε προσπάθεια παραβίασής του ως απειλή, και φροντίζει να εξαλείψει την απειλή αυτή. Η ποσότητα της ενέργειας που χρειάστηκε για να δημιουργηθεί το φράγμα ήταν τόσο τεράστια που έκλεψε την ίδια τη ζωή από τους εκτελεστές του ξορκιού. Ακόμη κι αν όλοι οι κάτοικοι της Μεστάρι ένωναν τις δυνάμεις τους δεν θα κατάφερναν παρά να ελευθερώσουν ένα ελάχιστο κομμάτι της προφύλαξής τους για ένα τόσο σύντομο χρονικό διάστημα που κάνει το όλο εγχείρημα να φαντάζει μάταιο. Δεν έχει γεννηθεί Ναρέιθ ικανός για κάτι τέτοιο. Οι Γηραιοί ανάμεσά μας πιστεύουν ότι όταν θα εμφανιστεί ο Ναρέιθ που θα διώξει τα σύννεφα, το γένος τους θα περπατήσει ξανά στον κόσμο, και παλιοί θρύλοι θα το ακολουθήσουν. Ο Αρατάριαν σήκωσε τα μάτια του από το βιβλίο. Πριν από περίπου ένα χρόνο είχε νιώσει αυτό το φράγμα. Νόμισε τότε ότι ήταν ένα από τα κόλπα του δασκάλου του για να τον κρατήσει στη θέση του, μα τώρα καταλάβαινε. Καταλάβαινε και απελπιζόταν. Θα ήταν καταδικασμένος να περάσει την αιωνιότητα σε αυτή την πόλη.
Οι εορτασμοί για την νέα σοδειά είχαν άδοξο τέλος στη Σέρντομ. Νέα στολίδια προστέθηκαν στα τείχη. Χαμογελαστά, καλωσόριζαν τους ταξιδιώτες. Μερικοί τοπικοί άρχοντες, οι υπηρέτες υπεύθυνοι για το τραπέζι του βασιλιά, μάγειρες, οινοχόοι και τα μέλη της προσωπικής φρουράς του Έδμονδ. Προς το παρόν, παρά τους μαζικούς αποκεφαλισμούς, κανείς δεν κατάφερε να ανακαλύψει το παραμικρό. Ήταν άλυτο αίνιγμα το πώς κατάφεραν οι δολοφόνοι να αλλάξουν το κρασί στο κύπελλο του βασιλιά με ένα από τα πιο θανατηφόρα δηλητήρια που κυκλοφορούσαν στην υπόγεια αγορά. Οι ιερείς προσεύχονταν ασταμάτητα, φρουροί διεξήγαγαν ανακρίσεις αδιαφορώντας για τους καθιερωμένους νόμους. Σπάνια επιζούσε κάποιος από αυτές. Στα πανδοχεία γίνονταν συνεχείς έρευνες, οτιδήποτε ύποπτο μπορούσε να οδηγήσει σε άμεσο θάνατο. Οι αγωγιάτες αναγκάστηκαν να δηλώσουν κάθε ξένο που είχαν φέρει στη Σέρντομ τις τελευταίες βδομάδες, οι άμαξές τους είχαν κατασχεθεί και οι ίδιοι κρατούνταν στα μπουντρούμια των στρατώνων της φρουράς. Την δεύτερη μέρα το θάνατο του βασιλιά, ο διάδοχος του θρόνου κατέφθασε στην μητρόπολη με μία μεγάλη συνοδεία από υπηρέτες και στρατιώτες. Ο Ταρίντχ, ήταν ο μικρότερος αδερφός του Έδμονδ. Λίγο μεγαλύτερος από παιδί, είχε ήδη αποκτήσει μεγάλη φήμη στις φτωχογειτονιές της πρωτεύουσας. Τα κουτσομπολιά τον ανέφεραν ως λάτρη όχι τόσο ευγενών συνηθειών, σκληρό και ανηλεή με τους υποτακτικούς του. Ο ερχομός του στην πόλη ήταν δυσοίωνος τόσο για τους τοπικούς άρχοντες που είχαν επιζήσει των ανακριτικών διαδικασιών, όσο και για τους απλούς αγρότες και εμπόρους που έτυχε να βρίσκονται στην Σέρντομ σε αυτούς τους χαλεπούς καιρούς. Η πομπή σταμάτησε έξω από την ανατολική πύλη της Σέρντομ. Οι εναπομείναντες άρχοντες της μητρόπολης είχαν ερθει να τον προϋπαντήσουν. Ο άρχοντας Κρεβν, ένας έμπορος που κατάφερε χρόνο με το χρόνο να γίνει ένας από τους πλουσιότερους ανθρώπους στον κάμπο και λίγα καλοκαίρια πριν να αγοράσει έναν σημαντικό τίτλο ευγενείας, προχώρησε μπροστά από τους υπόλοιπους και έπεσε στο ένα γόνατο μπροστά στον διάδοχο. «Άρχοντά μου, σε καλωσορίζουμε στην ταπεινή μας πόλη. Εκ μέρους της Σέρντομ σε χαιρετίζω ως Βασιλιά Μονάρχη, ηγεμόνα των ανθρώπων πάνω στην Κουέντεν» το δουλικό του ύφος, φάνηκε να ευχαριστεί τον Ταρίντχ. Ο διάδοχος χαμογέλασε ειρωνικά, ωστόσο. «Όχι και τόσο ταπεινή η πόλη που δολοφόνησε τον προκάτοχό μου, Κρεβν» Ο άρχοντας σφίχτηκε μα δεν άφησε τον εαυτό του να πανικοβληθεί. «Σου ορκίζομαι, Άρχοντά μου, κανένας στην πόλη αυτή δεν είχε να κάνει με το θάνατο του αγαπημένου μας βασιλιά Έδμονδ» απολογήθηκε ο Κρεβν. «Όμορφα στολίδια» μονολόγησε ο Ταρίντχ κοιτάζοντας τα κεφάλια που τους παρακολουθούσαν από τα τείχη. «Είμαι σίγουρος ότι μπορείτε και καλύτερα» Ο άρχοντας Κρεβν, κοίταξε τον διάδοχο στα μάτια. «Η στέψη μου θα γίνει σε αυτήν την ίδια πόλη που δολοφόνησαν τον αδερφό μου» είπε ο Ταρίντχ. «Θα είναι ένα μήνυμα στους εχθρούς μου.» «Θα φροντίσω για τις απαραίτητες προετοιμασίες» Ο Κρεβν σηκώθηκε και έκανε χώρο να περάσει η ακολουθία του νέου βασιλιά στην πόλη. Ευτυχώς κανείς από αυτούς που παρακολούθησαν αυτή τη στιχομυθία δεν μπορούσε να διαβάσει τις σκέψεις του κατώτερου άρχοντα.
Πολλά χιλιόμετρα μακριά, στις νότιες περιοχές της Κουέντεν, ένας άντρας κάλπαζε πάνω στο άλογό του. Πριν πέσει ο ήλιος είχε δει ένα χάνι και ήθελε να κοιμηθεί εκεί απόψε. Ο μανδύας του ανέμιζε πίσω του. Το άλογό του γυάλιζε στο φως του φεγγαριού από τον ιδρώτα, και το χνώτο του ήταν βαρύ. Λίγα λεπτά αργότερα, το είδε μπροστά του. Από τα παράθυρα μπορούσε να δει το φως των κεριών. Ελάχιστοι οι πελάτες, έπαιρναν το δείπνο τους, οι περισσότεροι ταξιδιώτες σαν και εκείνον. Από την καμινάδα του έβγαινε πυκνός καπνός, και ήδη μπορούσε να μυρίσει τη σούπα που σιγόβραζε. Πήδηξε από το άλογό του, το έδεσε σε ένα παλούκι στην άκρη του δρόμου και μπήκε στην τραπεζαρία. Είχε συνηθίσει στα περίεργα βλέμματα των θαμώνων κάθε φορά που πήγαινε σε τέτοια μέρη και τα αγνόησε. Ο πανδοχέας τον πλησίασε χαμογελαστός. «Καλησπέρα σου, κύριε, πέρασε κάθισε, το φαγητό μας είναι καλό και θα σου βρούμε κι ένα ζεστό κρεβάτι να ξαποστάσεις» «Έχω ένα άλογο…» «Μικρέ!» φώναξε ο άντρας σε ένα παραγιό στον πάγκο της σάλας που έτρεξε να φροντίσει το άλογο. Ο ταξιδιώτης κάθισε σε ένα γωνιακό τραπέζι δίπλα σε ένα μεγάλο μαγκάλι και πέταξε το μανδύα του σε ένα κάθισμα δίπλα του. Τέντωσε τα πόδια και τα χέρια του και κοίταξε από ένα παράθυρο το σκοτάδι της νύχτας έξω. Ο πανδοχέας του έφερε μία μεγάλη μερίδα κυνήγι με πατάτες, ψωμί και κρασί. Με το θράσος του επαγγέλματός του κάθισε σε μία άδεια θέση δίπλα του. «Από πού έρχεσαι ξένε;» τον ρώτησε χαμογελώντας. Κατάπιε μία μπουκιά κρέας και κοίταξε τον θρασύ άντρα. «Από τα βορειοδυτικά, τη Σέρντομ» απάντησε και γύρισε την προσοχή του στο πιάτο μπροστά του. «Τι νέα φέρνουν τα ξαδέρφια μας, ψηλά; Οι φήμες λένε ότι ο βασιλιάς πέθανε στη εαρινή γιορτή σε εκείνη την καταραμένη πόλη, κι ότι τώρα, ο Ταρίντχ θα είναι ο βασιλιάς μας» Ο ξένος άργησε να απαντήσει. Χαμένος σε σκέψεις φάνηκε του πανδοχέα ο μουσαφίρης. «Έτσι φαίνεται το ήθελε η τύχη, φίλε μου» ακούστηκε η σιγανή απάντηση του ξένου. Κάτι περισσότερο από μία ώρα αργότερα, βρισκόταν μόνος του σε ένα δωμάτιο στον πάνω όροφο του χανιού. Το παράθυρό του έβλεπε στα δυτικά, στην οροσειρά που έφτανε από το πιο βόρειο άκρο της Κουέντεν στο πιο νότιο. Τα σύννεφα γύρω της φωτίζονταν ελαφρά από το φεγγάρι, μία εξώκοσμη αύρα που έντυνε τις ψηλότερες κορυφές. Νοσταλγία τον κατέκλυσε. Γύρισε και ξάπλωσε στο κρεβάτι του κι αυτή τη φορά αποφάσισε να παραμείνει στο μαλακό στρώμα.
Την είδε μπροστά του να γελά, τα μακριά μαλλιά της να λικνίζονται στο απαλό ρεύμα αέρα που χάιδευε την επιδερμίδα της. Λυγερόκορμη, γεμάτη χάρη τον πλησίασε. Το γαλάζιο φως των ματιών της τον τύφλωσε, αναγκάζοντάς τον να χαμηλώσει το βλέμμα του. Η φωνή του βραχνή. «Νέμους…» «Αρατάριαν, που στον Έναν, ταξιδεύει το μυαλό σου;» Η παλάμη του Σέλινιρ έπεσε στο σβέρκο του ονειροπόλου μαθητή του βαριά, με έναν ξερό ήχο που διέλυσε την φαντασίωσή του σε μυριάδες ψήγματα φωτός. «Με συγχωρείς δάσκαλε, η κούραση των τελευταίων ημερών…» ψέλλισε ο νεαρός. «Η κούραση των τελευταίων ημερών δεν θα μπορούσε να σε αποπροσανατολίσει με τέτοιο τρόπο!» ο Σέλινιρ πήρε μερικές βαθιές ανάσες για να ηρεμήσει τον εαυτό του. «Πες μου τι είδες» Ο Αρατάριαν κοίταξε τον Γηραιό ύποπτα. «Δεν είδα κάτι. Ακόμα κι αν είδα, πως θα μπορούσες να το γνωρίζεις; Δεν είσαι μέσα στο μυαλό μου!» Ο Σέλινιρ γέλασε σιγανά, ξαφνιάζοντας το μαθητή του. «Μην είσαι τόσο σίγουρος για αυτό, νεαρέ» είπε αφήνοντας τον μαθητή του να τον κοιτάζει ενεός. «Τι είναι η μαγεία, Αρατάριαν; Είναι η μυστικιστική δύναμη που έτρεμαν οι Άνθρωποι τον καιρό που εμείς, οι Ναρέιθ ξεκλειδώναμε τα μυστικά της; Τι διαφορά έχει η μαγεία από τον άνεμο, τον ήλιο, τον ίδιο τον κόσμο μέσα στον οποίο ζούμε; »Βγες από το λήθαργό σου και απάντησέ μου, ατρόμητε νεαρέ, πως θα μπορούσα να γνωρίζω τις σκέψεις σου;» Ο Αρατάριαν ανακάθισε και συγκέντρωσε τις σκέψεις του. «Ο μοναδικός τρόπος που θα μπορούσε να γίνει κάτι τέτοιο, Δάσκαλε. Διάβασες τη σκέψη μου» «Και πως το έκανα αυτό, νεαρέ;» «Δεν γνωρίζω, Δάσκαλε» παραδέχτηκε. «Η ικανότητα παρατήρησης του κόσμου που μας περιβάλει. Μαγεία υπάρχει στη βροχή, στους ποταμούς και στις πέτρες, στα σύννεφα ψηλά, στον κάμπο που δεν μπορούμε να δούμε, στη γέννηση των παιδιών μας, σε κάθε έμβιο ον» «Δεν καταλαβαίνω δάσκαλε» «Προσπαθώ να σου πω νεαρέ, ότι οι δεισιδαιμονίες που περιβάλουν τη λέξη δεν είναι η ίδια η λέξη. Δεν χρειάζονται θυσίες για να κάνω μία σφαίρα φωτιάς να εμφανιστεί στην παλάμη μου, δεν χρειάζομαι ρούνους και φυλαχτά για να μετατρέψω έναν κουβά νερό σε πάγο και δεν είναι απαραίτητο να ψάλλω σε μία νεκρή γλώσσα για τις επόμενες δύο ώρες ώστε να φέρω έναν δράκοντα στον δικό μας κόσμο, αποσπώντας τον από τον δικό του. Μαγεία είναι η επιβολή της θέλησης κάποιου στο φυσικό κόσμο, Αρατάριαν. Κι αν εγώ ή οποιοσδήποτε άλλος που έχει το χάρισμα της μαγείας, θελήσει να δει τις σκέψεις σου, μπορεί να το κάνει, γιατί εσύ, Αρατάριαν, δεν έχεις τη θέληση να κρατήσεις για τον εαυτό σου, τα μυστικά του μυαλού σου!» «Μα πως θα μπορούσα να κάνω κάτι τέτοιο, Δάσκαλε; Δεν έχω διαβάσει τίποτα για αυτό, ποτέ δεν μου ανέφερες ότι κάτι τέτοιο είναι έστω δυνατό!» «Τα βιβλία, Αρατάριαν, είναι οδηγοί. Δεν είναι όμως απόλυτα. Οι δυνατότητες που έχει κάποιος στη μαγεία, δεν είναι περιορισμένες από τους νόμους τρίτων. Είναι η φαντασία που καθορίζει τα όρια των δυνάμεών μας, νεαρέ, φρόντισε να το καταλάβεις αυτό. Μπορείς να κάνεις οτιδήποτε, αρκεί να το θέλεις, και να μπορείς να επιβάλεις τη θέλησή σου αυτή στον κόσμο.» «Τότε κάθε τι που έχω μάθει από αυτά τα βιβλία θα ήταν χαμένος χρόνος. Το μόνο που θα χρειαζόμουν θα ήταν φαντασία και τίποτε άλλο. Κι όμως έχω περάσει τη μισή ζωή μου μελετώντας τους ανεξάντλητους τόμους της βιβλιοθήκης σου, ω Γηραιέ!» «Η εμπειρία που έχεις αποκομίσει από αυτά τα βιβλία, Αρατάριαν, δεν θα μπορούσε να αποκτηθεί ακομη κι αν είχες δέκα φορές την ηλικία σου. Μελετάς τους αρχαίους τόμους για να αποκτήσεις τις γνώσεις που άλλοι πλήρωσαν ακριβά για να αποκτήσουν, ώστε να μην κάνεις τα ίδια λάθη. Βλέπω ότι δεν πείθεσαι» είπε ο Σέλινιρ όταν ο Αρατάριαν ρουθούνισε. «Γιατί να μη μπορώ να περάσω τον Αποκλεισμό αν το μόνο που χρειάζομαι είναι φαντασία, Δάσκαλε;» Ο Σέλινιρ κοίταξε έκπληκτος τον μαθητή του. «Οι δυνάμεις σου δεν έχουν φτάσει την ακμή τους ακόμη, μα γνωρίζεις ήδη πως η χρήση της μαγείας κλέβει ένα μέρος της ενέργειας του σώματός σου. Όσο ισχυρότερη μαγική πραγματικότητα προσπαθείς να επικαλεστείς, τόσο περισσότερη ενέργεια απαιτείται από εσένα. Πως θα μπορούσε ένας και μόνος Ναρέιθ να ξεπεράσει την ενέργεια που έδωσαν τόσοι πολλοί από τους καλύτερούς μας για να πετύχουν αυτό το αποτέλεσμα;» «Πράξη που έκλεψε την ίδια τους τη ζωή» ψιθύρισε ο νεαρός. «Ακριβώς… πράξη που έκλεψε την ίδια τους τη ζωή. Και τώρα, πάψε να σκέφτεσαι αυτήν την άμοιρη κοπέλα και πες μου, πόσα είδη πνευμάτων μπορεί να επικαλεστεί ένας μάγος.»
Ο Αρατάριαν έστεκε στις πολεμίστρες του ανατολικού τείχους. Ήταν μία από τις καλές μέρες της άνοιξης που προμήνυαν την άφιξη του καλοκαιριού. Τα σύννεφα του Αποκλεισμού, έλαμπαν πάλλευκα. Ήταν όμορφο θέαμα παρά την χρησιμότητά τους. Καθώς ο ήλιος κόντευε να τελειώσει την μακριά πορεία του κατά τη διάρκεια της μέρας, ένας ελαφρύς ανατολικός άνεμος έπιασε να φυσά, παρασέρνοντας τα μακριά μαύρα μαλλιά του. Τα γκρίζα του μάτια έπαιρναν τις αποχρώσεις του τοπίου, σχεδόν έμοιαζαν λευκά σαν τα σύννεφα καθώς το βλέμμα του χανόταν στα κύματά τους. Πίσω του η βουή της Μεστάρι, έμοιαζε να χάνεται στη σιγαλιά της δύσης. Σύντομα κάποιος από τη Φρουρά θα τον διέταζε να φύγει από τα τείχη. Δεν απογοητεύτηκε όταν άκουσε βήματα να πλησιάζουν. Γύρισε προς την πηγή του θορύβου. «Θα φύγω σε ένα λεπτό, δεν είναι ανάγκη να με διώξεις…» «Δεν είχα τέτοιο σκοπό» Η φωνή της ήταν ευγενική και μελωδική. Χρωματισμένη με την γοητευτική ειρωνεία που την χαρακτήριζε. Ο καστανός χείμαρρος των μαλλιών της, ανέμιζε στον άνεμο. Ανακλούσαν τα χρώματα του βασιλεύοντος ήλιου στεφανώνοντας το πρόσωπό της, τα μάτια της γαλάζιες λίμνες. «Νέμους» ειπε και υποκλίθηκε. «Πότε θα πάψεις να είσαι τόσο τυπικός απέναντί μου;» τον ρώτησε σταματώντας δίπλα του. Γύρισε το πρόσωπό της στο ήλιο. «Εύχομαι να μπορούσα να σε πλησιάσω, μα πάντα δείχνεις τόσο απόμακρος κοντά μου» Ο Αρατάριαν χαμήλωσε το βλέμμα του. «Με φοβάσαι;» τον ρώτησε, μία πιο ευδιάκριτη νότα ειρωνείας αυτή τη φορά. «Όχι… όχι δεν σε φοβάμαι» ψέλλισε εκείνος. «Ξέρεις, δεν είναι κακό να πεις σε κάποιον πως νιώθεις. Έτσι για αλλαγή.» Απομακρύνθηκε από κοντά του με το φόρεμά της να θροΐζει και το βήμα της γεμάτο χάρη. «Μπορεί να σου βγει και σε καλό, που ξέρεις…» Ο Αρατάριαν την κοίταζε καθώς κατέβαινε από τα τείχη. Έμεινε να την παρατηρεί καθώς χάθηκε από το βλέμμα του στα σοκάκια της Μεστάρι.
| |
| | | Amaranth Lycan
Αριθμός μηνυμάτων : 2751 Ημερομηνία εγγραφής : 04/05/2011 Ηλικία : 27 Τόπος : Night Castle
Character sheet Αγαπημένος Ήρωας: Atittude: Mean
| Θέμα: Απ: Ναρέιθ - Βιβλίο 1ο. Ο Αποκλεισμός Σαβ Ιαν 14, 2012 3:05 am | |
| αναρωτιομουν ποτε θα τελειωσει...:Ρ παντως πολυ ωραιο! και εχω ερωτηματα κυριος!! 1ον) γιατι να σκοτωσει τον βασιλια; ποιος τον εβαλε;;; 2ον) ο καβαλαρης ειναι Νερειθ,ετσι;; εκανε μαγικα!! 3ον) τι παιζει με την Νεμους και την Αρατάριαν; 4ον) Η Νεμους ειναι σαν να λεμε απο αρχοντικη οικογενεια;
αυτα προς το παρον...και παρακαλω την συνεχεια.ξερω οτι την εχεις ετοιμη!! | |
| | | Nathaniel Lycan
Αριθμός μηνυμάτων : 800 Ημερομηνία εγγραφής : 29/04/2010 Ηλικία : 36 Τόπος : The Savage Garden
Character sheet Αγαπημένος Ήρωας: Louis de Pointe du Lac Atittude: Noble
| Θέμα: Απ: Ναρέιθ - Βιβλίο 1ο. Ο Αποκλεισμός Σαβ Ιαν 14, 2012 3:07 am | |
| Η Νέμους, δεν μας αποκαλύφθηκε ακόμη. Τα ερωτήματα θα απαντηθούν κάποια στιγμή πιστεύω. Τώρα για τη συνέχεια... όταν νιώσω έτοιμος για αυτήν, θα την περάσω | |
| | | Amaranth Lycan
Αριθμός μηνυμάτων : 2751 Ημερομηνία εγγραφής : 04/05/2011 Ηλικία : 27 Τόπος : Night Castle
Character sheet Αγαπημένος Ήρωας: Atittude: Mean
| Θέμα: Απ: Ναρέιθ - Βιβλίο 1ο. Ο Αποκλεισμός Σαβ Ιαν 14, 2012 3:10 am | |
| μαλισταα..
μια σημειωση...εννοω τον Αραταριαν...ουπς...χεχεχεχε | |
| | | paramu8enia Vampire Eli†e
Αριθμός μηνυμάτων : 4651 Ημερομηνία εγγραφής : 10/07/2011 Ηλικία : 28 Τόπος : Memories
Character sheet Αγαπημένος Ήρωας: Dean! Kaneki-kun Atittude: Kind
| Θέμα: Απ: Ναρέιθ - Βιβλίο 1ο. Ο Αποκλεισμός Κυρ Ιαν 15, 2012 2:21 am | |
| ουυυυυυ πάραααα πολύ ωραίο και πολύ μεγάλο! πάντως μου άρεσε πολύ και όλα όλες περιγραφές και όλα αυτά που είπες ήτανε σαν να έβλεπα ταινία!!! Άντεεε ανυπομονούμε! | |
| | | Sensitive Vampire Vampire Eli†e
Αριθμός μηνυμάτων : 11982 Ημερομηνία εγγραφής : 14/09/2010 Ηλικία : 29 Τόπος : it's a secret!!!
Character sheet Αγαπημένος Ήρωας: damon salvatore, edward cullen, kristian ozera, adrian ivashkof Atittude: Kind
| Θέμα: Απ: Ναρέιθ - Βιβλίο 1ο. Ο Αποκλεισμός Σαβ Ιαν 21, 2012 7:12 pm | |
| την διαβασα απο χθες αλλα δεν προλαβα να γραψω σχολιο...
μου αρεσε παρα πολ. οι περιγραφες ηταν πολυ παραστατικες και εχει δικιο η μαρια. ηταν σαν να εβλεπες ταινια... ολα διαδραματιζονταν μπροστα στα ματια σου...
τωρα, για να καταλαβω. στην ιστορια σου υπαρχουν δυο κοσμοι. ο ανθρωπινος και ο κοοσμος των Ναρέιθ που ειναι αθανατοι και ζουν Μεστάρι που ειναι κατι σαν προπυργιο του παλιου τους πολιτισμου που καταστραφηκε μετα τον αποκλεισμο? και ειναι δυσκολο να παει καποιος εκει και οι κατοικοι της απαγορευεται να φυγουν? για αυτο υπάρχει και το προστατευτικο τοιχος?
αν καταλαβα κατι λαθος πες μου... | |
| | | Nathaniel Lycan
Αριθμός μηνυμάτων : 800 Ημερομηνία εγγραφής : 29/04/2010 Ηλικία : 36 Τόπος : The Savage Garden
Character sheet Αγαπημένος Ήρωας: Louis de Pointe du Lac Atittude: Noble
| Θέμα: Απ: Ναρέιθ - Βιβλίο 1ο. Ο Αποκλεισμός Τρι Ιαν 24, 2012 12:56 am | |
| - Sensitive Vampire έγραψε:
- τωρα, για να καταλαβω. στην ιστορια σου υπαρχουν δυο κοσμοι. ο ανθρωπινος και ο κοοσμος των Ναρέιθ που ειναι αθανατοι και ζουν Μεστάρι που ειναι κατι σαν προπυργιο του παλιου τους πολιτισμου που καταστραφηκε μετα τον αποκλεισμο? και ειναι δυσκολο να παει καποιος εκει και οι κατοικοι της απαγορευεται να φυγουν? για αυτο υπάρχει και το προστατευτικο τοιχος?
αν καταλαβα κατι λαθος πες μου... Ο κόσμος είναι ένας. Απλώς υπάρχει μία οροσειρά που στην ψηλότερη κορυφή της είναι χτισμένη η Μεστάρι, η τελευταία πόλη των Ναρέιθ, που είναι αθάνατοι. Ο Αποκλεισμός έγινε μετά την καταστροφή του πολιτισμού τους, για την προστασία τους. Δεν γίνεται να πάει κάποιος εκεί, και δεν μπορεί να φύγει από εκεί επίσης. | |
| | | Amaranth Lycan
Αριθμός μηνυμάτων : 2751 Ημερομηνία εγγραφής : 04/05/2011 Ηλικία : 27 Τόπος : Night Castle
Character sheet Αγαπημένος Ήρωας: Atittude: Mean
| Θέμα: Απ: Ναρέιθ - Βιβλίο 1ο. Ο Αποκλεισμός Τρι Ιαν 24, 2012 1:21 am | |
| το 2ο θα το ανεβασεις ποτε; ή θα μας φας την ψυχη μεχρι να το κανεις; | |
| | | Nathaniel Lycan
Αριθμός μηνυμάτων : 800 Ημερομηνία εγγραφής : 29/04/2010 Ηλικία : 36 Τόπος : The Savage Garden
Character sheet Αγαπημένος Ήρωας: Louis de Pointe du Lac Atittude: Noble
| Θέμα: Απ: Ναρέιθ - Βιβλίο 1ο. Ο Αποκλεισμός Τρι Ιαν 24, 2012 1:25 am | |
| Κοίτα, δεν μου αρέσει να ανεβάζω κείμενα χωρίς να είμαι απόλυτα ευχαριστημένος με αυτά. Θα περιμένετε λιγάκι,αλλά το καλό πράγμα αργεί να γίνει | |
| | | Amaranth Lycan
Αριθμός μηνυμάτων : 2751 Ημερομηνία εγγραφής : 04/05/2011 Ηλικία : 27 Τόπος : Night Castle
Character sheet Αγαπημένος Ήρωας: Atittude: Mean
| Θέμα: Απ: Ναρέιθ - Βιβλίο 1ο. Ο Αποκλεισμός Τρι Ιαν 24, 2012 2:24 am | |
| πφφ...καταλαβα....αυτη η τελειομανεια σου | |
| | | Lillith Dark Elf
Αριθμός μηνυμάτων : 612 Ημερομηνία εγγραφής : 04/01/2012 Ηλικία : 912 Τόπος : Μεσσοποταμια...εκει γυρω
Character sheet Αγαπημένος Ήρωας: Edward Cullen,Eric Northman,Damon Salvatore Atittude: Kind
| Θέμα: Απ: Ναρέιθ - Βιβλίο 1ο. Ο Αποκλεισμός Τρι Ιαν 24, 2012 3:07 am | |
| Βασιλη ειναι υπεροχο!!!! Ειπες ειναι τριλογια; Ανυπομονω για την συνεχεια!!!!!!! | |
| | | Nathaniel Lycan
Αριθμός μηνυμάτων : 800 Ημερομηνία εγγραφής : 29/04/2010 Ηλικία : 36 Τόπος : The Savage Garden
Character sheet Αγαπημένος Ήρωας: Louis de Pointe du Lac Atittude: Noble
| Θέμα: Απ: Ναρέιθ - Βιβλίο 1ο. Ο Αποκλεισμός Τρι Ιαν 24, 2012 3:28 am | |
| Ευχαριστώ Σοφία Θα χαρώ να τη μοιραστώ μαζί σας. | |
| | | paramu8enia Vampire Eli†e
Αριθμός μηνυμάτων : 4651 Ημερομηνία εγγραφής : 10/07/2011 Ηλικία : 28 Τόπος : Memories
Character sheet Αγαπημένος Ήρωας: Dean! Kaneki-kun Atittude: Kind
| Θέμα: Απ: Ναρέιθ - Βιβλίο 1ο. Ο Αποκλεισμός Τρι Ιαν 24, 2012 3:47 am | |
| ωραία ανυπομονούμε! | |
| | | Lillith Dark Elf
Αριθμός μηνυμάτων : 612 Ημερομηνία εγγραφής : 04/01/2012 Ηλικία : 912 Τόπος : Μεσσοποταμια...εκει γυρω
Character sheet Αγαπημένος Ήρωας: Edward Cullen,Eric Northman,Damon Salvatore Atittude: Kind
| Θέμα: Απ: Ναρέιθ - Βιβλίο 1ο. Ο Αποκλεισμός Τρι Ιαν 24, 2012 5:31 am | |
| - Nathaniel έγραψε:
- Ευχαριστώ Σοφία
Θα χαρώ να τη μοιραστώ μαζί σας. Νομιζω οτι εμεις θα χαρουμε περισσοτερο που θα τη διαβασουμε!!!! Αληθεια εχεις πολυ ταλεντο,εχεις σκεφτει να το δεις πιο επαγγελματικα; | |
| | | Nathaniel Lycan
Αριθμός μηνυμάτων : 800 Ημερομηνία εγγραφής : 29/04/2010 Ηλικία : 36 Τόπος : The Savage Garden
Character sheet Αγαπημένος Ήρωας: Louis de Pointe du Lac Atittude: Noble
| Θέμα: Απ: Ναρέιθ - Βιβλίο 1ο. Ο Αποκλεισμός Τρι Ιαν 24, 2012 5:35 am | |
| όχι. δεν με ενδιαφέρει να γράψω για χρήματα... | |
| | | Lillith Dark Elf
Αριθμός μηνυμάτων : 612 Ημερομηνία εγγραφής : 04/01/2012 Ηλικία : 912 Τόπος : Μεσσοποταμια...εκει γυρω
Character sheet Αγαπημένος Ήρωας: Edward Cullen,Eric Northman,Damon Salvatore Atittude: Kind
| Θέμα: Απ: Ναρέιθ - Βιβλίο 1ο. Ο Αποκλεισμός Τρι Ιαν 24, 2012 5:39 am | |
| - Nathaniel έγραψε:
- όχι. δεν με ενδιαφέρει να γράψω για χρήματα...
οχι απαραιτητα για τα χρηματα αλλα δεν θα σου αρεσε να εβλεπες ενα βιβλιο τυπωμενο με το ονομα σου; (αυτο ειναι δικια μου επιθυμια αλλα δεν ειμαι σιγουρη οτι εχω τοσο ταλεντο) | |
| | | Nathaniel Lycan
Αριθμός μηνυμάτων : 800 Ημερομηνία εγγραφής : 29/04/2010 Ηλικία : 36 Τόπος : The Savage Garden
Character sheet Αγαπημένος Ήρωας: Louis de Pointe du Lac Atittude: Noble
| Θέμα: Απ: Ναρέιθ - Βιβλίο 1ο. Ο Αποκλεισμός Τρι Ιαν 24, 2012 5:42 am | |
| Κοίτα, μπορει αν ολοκληρωσω την τριλογια (που μπορει να γινει και τετραλογια γιατι σε αυτο το εντιτ αλλαζουν πολλα), να εκδοσω 10 αντιτυπα για φιλους. αλλα αυτο μονο. οχι για πωληση
| |
| | | Lillith Dark Elf
Αριθμός μηνυμάτων : 612 Ημερομηνία εγγραφής : 04/01/2012 Ηλικία : 912 Τόπος : Μεσσοποταμια...εκει γυρω
Character sheet Αγαπημένος Ήρωας: Edward Cullen,Eric Northman,Damon Salvatore Atittude: Kind
| Θέμα: Απ: Ναρέιθ - Βιβλίο 1ο. Ο Αποκλεισμός Τρι Ιαν 24, 2012 5:44 am | |
| Μπραβο σου μακαρι!!! Αν το κανεις θα μου δωσεις ενα και εμενα;pleaseeeeee!!!! α! και θελω να εχει και αφιερωση!!! (στην πουρογρια τρελη φιλη μου; ε καταπληκτικε μου φιλε;;;; | |
| | | Nathaniel Lycan
Αριθμός μηνυμάτων : 800 Ημερομηνία εγγραφής : 29/04/2010 Ηλικία : 36 Τόπος : The Savage Garden
Character sheet Αγαπημένος Ήρωας: Louis de Pointe du Lac Atittude: Noble
| Θέμα: Απ: Ναρέιθ - Βιβλίο 1ο. Ο Αποκλεισμός Τρι Ιαν 24, 2012 5:45 am | |
| χαχαχα κάτσε να γίνει και βλέπουμε | |
| | | Lillith Dark Elf
Αριθμός μηνυμάτων : 612 Ημερομηνία εγγραφής : 04/01/2012 Ηλικία : 912 Τόπος : Μεσσοποταμια...εκει γυρω
Character sheet Αγαπημένος Ήρωας: Edward Cullen,Eric Northman,Damon Salvatore Atittude: Kind
| Θέμα: Απ: Ναρέιθ - Βιβλίο 1ο. Ο Αποκλεισμός Τρι Ιαν 24, 2012 5:49 am | |
| ενταξει!!!!!!!!!!!!! καληνυχτα τωρα γιατι ξυπναω νωρις (6.30) φιλακιααααααααααααα!!!!!!!!!!!!!!! | |
| | | Nathaniel Lycan
Αριθμός μηνυμάτων : 800 Ημερομηνία εγγραφής : 29/04/2010 Ηλικία : 36 Τόπος : The Savage Garden
Character sheet Αγαπημένος Ήρωας: Louis de Pointe du Lac Atittude: Noble
| Θέμα: Απ: Ναρέιθ - Βιβλίο 1ο. Ο Αποκλεισμός Τρι Ιαν 24, 2012 5:51 am | |
| Καληνυχτα | |
| | | Amaranth Lycan
Αριθμός μηνυμάτων : 2751 Ημερομηνία εγγραφής : 04/05/2011 Ηλικία : 27 Τόπος : Night Castle
Character sheet Αγαπημένος Ήρωας: Atittude: Mean
| Θέμα: Απ: Ναρέιθ - Βιβλίο 1ο. Ο Αποκλεισμός Πεμ Ιαν 26, 2012 2:24 am | |
| | |
| | | Lillith Dark Elf
Αριθμός μηνυμάτων : 612 Ημερομηνία εγγραφής : 04/01/2012 Ηλικία : 912 Τόπος : Μεσσοποταμια...εκει γυρω
Character sheet Αγαπημένος Ήρωας: Edward Cullen,Eric Northman,Damon Salvatore Atittude: Kind
| Θέμα: Απ: Ναρέιθ - Βιβλίο 1ο. Ο Αποκλεισμός Τετ Φεβ 08, 2012 5:07 am | |
| Βασιληηηηηηηηηηηηηηηηηηηηη!!!!!!!!!!!!!!! Μας ξεχασεεεεςςς!!!!!!!!!!!! Θελουμε και την συνεχειαααααα!!!!!!!!!!! | |
| | | Amaranth Lycan
Αριθμός μηνυμάτων : 2751 Ημερομηνία εγγραφής : 04/05/2011 Ηλικία : 27 Τόπος : Night Castle
Character sheet Αγαπημένος Ήρωας: Atittude: Mean
| Θέμα: Απ: Ναρέιθ - Βιβλίο 1ο. Ο Αποκλεισμός Τετ Φεβ 08, 2012 6:11 am | |
| αν δεν ειναι καλογραμμενο,ξεχαστε συνεχεια! ειναι τοσ τελειομανης! | |
| | | paramu8enia Vampire Eli†e
Αριθμός μηνυμάτων : 4651 Ημερομηνία εγγραφής : 10/07/2011 Ηλικία : 28 Τόπος : Memories
Character sheet Αγαπημένος Ήρωας: Dean! Kaneki-kun Atittude: Kind
| Θέμα: Απ: Ναρέιθ - Βιβλίο 1ο. Ο Αποκλεισμός Τετ Φεβ 08, 2012 11:38 pm | |
| δυστυχώς το έχουμε καταλάβει! -.- | |
| | | | Ναρέιθ - Βιβλίο 1ο. Ο Αποκλεισμός | |
|
Παρόμοια θέματα | |
|
| Δικαιώματα σας στην κατηγορία αυτή | Δεν μπορείτε να απαντήσετε στα Θέματα αυτής της Δ.Συζήτησης
| |
| |
| |
|