δεν το νομιζωω και για να καταλαβεις τι εννοω παρτε την συνεχειαα!! ελπιζω να σας αρεσει....
Κεφάλαιο 1ο
«Πως νοιώθεις με το γεγονός ότι γίνεσαι 15χρονών αύριο;» με ρώτησε χαρούμενα η Αντέλα, η πιο τρελή από την παρέα μας αλλά και πάρα πολύ καλή μου φίλη.
«Νοιώθω δυσθυμία!» της είπα λυπημένα. Αμέσως αυτή κατάλαβε τι εννοούσα, έτσι μου είπε:
«Έλα, μην κάνεις έτσι επειδή τυχαίνουν τα γενέθλια σου να είναι η 13 Σεπτεμβρίου… άρα η δεύτερη μέρα στην σχολική χρονιά.» μου είπε χτυπώντας με απαλά στην πλάτη μου και κλείνοντας μου το μάτι.
«Δηλαδή πρέπει να νοιώθω και ευγνωμοσύνη από αυτό το πράγμα; Και ειδικά 13;» της είπα στα αστεία.
«Ω! Έλα τώρα Κορνίλια μην το κάνεις τόσο μελόδραμα…» μου είπε με σοβαρότητα και έπειτα πρόσθεσε με ένα πονηρό χαμόγελο στα χείλη της. «Άσε που είναι Παρασκευή και θα βγούμε…και θα γνωρίσουμε αγόρια… και…» πριν προλάβει να το πει, την διέκοψα αμέσως.
« Εντάξει, εντάξει κατάλαβα το υπονοούμενο Αντέλα. Είναι μια βραδιά για τα κορίτσια! Και μόνο για τα κορίτσια!» μόλις το ξεστόμισα αυτό, αυτή αμέσως άρχισε να χασκογελάει παρασέρνοντας και μένα. Έπειτα είπε:
«Πάλι καλά που ήρθες μαζί μου, στο κυλικείο και με έκανες να γελάω και να ξεχνάω. Ξέρεις εσύ…» μου είπε και αμέσως έφυγε το χαμόγελο από το πρόσωπο της.
«Να φανταστώ σχετικά με τον “λεγόμενο” ε;» Της είπα και της χάιδεψα απαλά την πλάτη για συμπόνια. Έπειτα πρόσθεσα και κάτι ακόμα: «Ότι και αν γίνει εγώ θα είμαι δίπλα σου, να το ξέρεις» είπα και αγκαλιαστήκαμε σφιχτά για λίγα δευτερόλεπτα, ώσπου χτύπησε το κουδούνι και έπρεπε να πάμε στο μάθημα, έτσι αποτραβηχτήκαμε και πήγαμε με βαριά καρδιά για προσευχή.
Ποιος θα το περίμενε πρώτη μέρα στο σχολείο και να είναι Πέμπτη;! Ποιος θα το πίστευε ότι νόμιζα ότι μια φίλη θα παράμενε φίλη, αλλά στο τέλος αποδείχθηκε φίδι; Και ο πρώην σου να είναι ένας Μα***ας. Με το μι κεφαλαίο. Αλλά πάλι καλά δεν είχα πει το μυστικό μου, το απόλυτο μυστικό μου σε αυτά τα δυο άτομα. Το μόνο άτομο που εμπιστευόμουν ήτανε η Αντέλα. Και ήξερε το μυστικό μου και εγώ ήξερα το δικό της, αφού έτσι και αλλιώς ήτανε ολόιδια. Αλλά το μυστικό παραμένει μυστικό. Αυτή ήτανε μια σκέψη που έκανα πάντα άθελα μου.
«Ε Κορνίλιαα! Κάνε και συ προσευχή μην μας πιάσουν να μην κάνουμε!», μου είπε στα αστεία η Αντέλα σκουντώντας με. Εγώ αμέσως χαμογέλασα κρυφά κάνοντας της μια αστεία φάτσα. Αυτή μόλις με είδε, έσκασε στα γέλια. Δύσκολα μπορώ να πω ότι κατέπνιγε το γέλιο της, μέχρι που το σταμάτησε όταν η διευθύντρια την πρόσεξε να γελάει και της έκανε παρατήρηση. Όταν τελειώσαμε την προσευχή και ήτανε ώρα να πάμε να πάρουμε τα βιβλία της πρώτης λυκείου είπα στην Αντέλα λυπημένα:
«Αντέλα, συγνώμη για πριν που σε έκανα να γελάσεις εν ώρα προσευχής.» νόμιζα ότι θα με έβριζε, αλλά το μόνο που είπε ήτανε:
«Καλά βρε Κορνίλια μην κάνεις έτσι! Μια παρατήρηση ήτανε! Αφού ξέρεις ότι κάτι τέτοια τα λατρεύω!» μου είπε και εμφανίστηκε για μια ακόμη φορά το πονηρό χαμόγελο της. Και όπως το είχα καταλάβει ήθελε να πει και κάτι ακόμη. «Εξάλλου πως αλλιώς θα γινόμουν διάσημη και θα με σεβόντουσαν τα μικρά;» όταν το έλεγε αυτό είχε πάρει την ψωνίστικη θέση της και έπαιζε κανονικά το ρόλο της. Όταν είχε τελειώσει εγώ είχα κλάψει τόσο πολύ από το γέλιο μου, η οποία αμέσως το εκμεταλλεύτηκε και αυτό και είπε: «Είδες;! Κλαις που θα ήθελες και αυτή την θέση! Προσκυνά με, δούλα!» είπε με επιτακτικό τρόπο αλλά κατά βάθος αστεία.
«Εντάξει υψηλότατη! Είμαι στις υπηρεσίες σας» είπα σοβαρά, δηλαδή όσο πιο πειστικά μπορούσα αφού με το ζόρι έπνιγα το γέλιο μου.
«Χμ! Δεν πειστικά τόσο πολύ από το θεατρικό σου ρόλο, αλλά κάτι έχεις!» είπε στα αστεία και έπειτα πρόσθεσε όσο πιο σιγανά μπορούσε. «Απορώ, Κορνίλια πως δεν σε καταλαβαίνουν, όταν είναι βέβαια για την δουλειά».
«Στην δουλειά δεν έχω καταρχάς εσένα με τα τρελά σου… αλλιώς θα με είχαν πιάσει εδώ και καιρό.» της είπα χαμογελώντας.
«Ποτέ δεν ξέρεις όμως, κάποια μέρα θα είμαστε μαζί! Γι’αυτό πρέπει και να σε εξασκήσω όταν θα είσαι μαζί μου» μου είπε αυτή κλείνοντας μου το μάτι.
«Ε! εσείς μην χαζεύετε και μην ψιθυρίζετε! Ελάτε να πάρετε γρήγορα τα βιβλία σας! Είστε οι μόνες που μείνατε από την τάξη σας. Και περιμένουν άλλες τόσες.» Άρχισε να φλυαρεί πάλι η Κυρία Παπαδοπούλου που φέτος θα μας έκανε τα μαθηματικά. Εμείς της απαντήσαμε αμέσως, για να μην την εκνευρίσουμε από την αρχή:
«Εντάξει κυρία!»
«Έτσι μπράβο! Για ελάτε…» μας είπε με αυστηρότητα. Μας είχε δώσει σχεδόν όλα τα βιβλία εκτός από τα μαθηματικά, που σίγουρα τα άφησε επίτηδες για να μας πει: «Μαθηματικά… πάρτε το! Και να διαβάζετε, τα μαθηματικά να τα έχετε πάντα σαν δεύτερη προσευχή σας.» είπε και μας το έδωσε, αφού μετά είπε προσθέτοντας « και τώρα ξεκουμπιστείτε από εδώ». Εμείς σαν ήρεμα προβατάκια κάναμε αυτό που μας είπε. Και φύγαμε γρήγορα από την αποθήκη με τα βιβλία.
Όταν είχαμε βγει στο προαύλιο η Αντέλα μιμήθηκε την φωνή της Κυρίας Παπαδοπούλου κοροϊδευτικά.
«Και να τα έχετε πάντα σαν δεύτερη προσευχή σας». Όταν τελείωσε την φράση της, σκάσαμε στα γέλια. Έπειτα μου είπε χαμογελώντας: «Άντε πάμε να βρούμε και τους άλλους να τους το πούμε και γελάσουμε. Χμ! νομίζω ότι είναι στην καινούργια μας την τάξη».
Η τάξη μας ήτανε στο ισόγειο. Εκεί ήτανε μάλλον όλες οι τάξεις του λυκείου άντε και μια τάξη από την Τρίτη γυμνασίου και φυσικά ήτανε και οι τουαλέτες. Όλες αυτές ήτανε στην αριστερή πτέρυγα με το γραφείο της διευθυντρίας και τα γραφεία του λυκειάρχη και του γυμνασιάρχη. Αυτά ήτανε δίπλα-δίπλα. Φυσικά και δίπλα από αυτά τα γραφεία θα υπήρχε και η γραμματεία. Στην δεξιά πτέρυγα ήτανε των γραφείων των καθηγητών και δίπλα τους μια έξοδο/είσοδος για να μπεις ή για να βγεις. Πιο πέρα υπήρχαν κάτι σκαλιά και απέναντί τους μια μεγάλη τραπεζαρία που τα παιδιά έτρωγαν. Η τραπεζαρία αυτή είχε 3 πόρτες. Η μια που ήτανε απέναντι από τα σκαλιά και έναν μεγάλο διάδρομο που οδηγούσε σε μια κλειδωμένη πόρτα, η οποία άνοιγε όταν είχαμε εκδηλώσεις στο σχολείο. Και οδηγούσε σε μια μεγάλη αίθουσα που εκεί υπήρχε μια μεγάλη σκηνή. Εκεί μερικές φορές εμείς τα παιδιά και όσα ήθελαν να συμμετέχουν, παίζαμε θέατρο. Επίσης στο μεγάλο διάδρομο αριστερά τους υπήρχαν 2 πόρτες. Η πρώτη ήτανε μικρή αίθουσα αλλά κάνανε την δουλειά τους οι καθηγητές της βυζαντινής μουσικής. Στην δεύτερη η οποία ήτανε πιο κάτω ήτανε μια μεγάλη αίθουσα που ονομαζότανε “Μαρία Κάλλας” , εκεί συνήθως ήτανε μια χορωδία που ονομαζότανε Αλθαία. Είχε πολλές καρέκλες, επίσης πιο κάτω διέκρινες να υπάρχει ένα μαύρο πιάνο και ο τοίχος αντί να έχει το συνηθισμένο χρώμα το άσπρο, υπήρχαν καθρέφτες. Αυτή η χορωδία ήτανε και φημισμένη και στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό. Και τώρα ας πάμε πίσω-πίσω εκεί με την μεγάλη τραπεζαρία. Όπως είπα είχε 3 πόρτες, οι άλλες 2 είχαν θέα το κυλικείο. Και πιο δίπλα από το κυλικείο προς τα αριστερά υπήρχε μια μεγάλη πόρτα που έβγαινες προς το προαύλιο. Ενώ από την άλλη μεριά του κυλικείου υπήρχαν 4 πόρτες. Η μια ήτανε μια αίθουσα αρμονίας. Δηλαδή εκεί έκανες τα θεωρητικά για την μουσική. Παραδίπλα ήτανε μια αίθουσα και αυτή μικρούλα όπως και η προηγούμενη η οποία ήτανε αίθουσα Ξένων Γλωσσών. Έπειτα οι άλλες 2 πόρτες αν τις άνοιγες θα έβλεπες την μεγάλη αίθουσα με την σκηνή.
Αφού είπαμε για το ισόγειο ας πούμε και για τον πρώτο όροφο. Στον πρώτο όροφο η δεξιά πτέρυγα ήτανε με τις τάξεις του γυμνασίου. Και μια άλλη αίθουσα Ξένων Γλωσσών. Όπως και το ισόγειο έτσι και ο πρώτος όροφος είχε τουαλέτες. Στην αριστερή πτέρυγα υπήρχαν αίθουσες διάφορες που σου δίδασκαν το όργανο επιλογής που εσύ το είχες επιλέξει και δυο άλλα όργανα που ήτανε αναγκαστικά για να τα μάθεις. Στην αριστερή πτέρυγα υπήρχαν αυτές οι σκάλες που σε οδηγούσαν στην τραπεζαρία.
Ενώ στην κεντρική πτέρυγα στον πρώτο όροφο υπήρχαν αίθουσες πιάνου και μια για Τσέλο. Στο ισόγειο υπήρχε η κεντρική έξοδος/είσοδος και αριστερά και δεξιά υπήρχαν δυο πιάνα. Βεβαίως υπήρχαν και σκάλες στην κεντρική πτέρυγα αλλά και ασανσέρ. Ενώ στο υπόγειο υπήρχε βαθιά μέσα προς τα δεξιά κάτι αίθουσες οι οποίες ήτανε για τα πειράματα της χημείας και για της φυσικής. Ενώ προς τα αριστερά ήτανε η αποθήκη με τα βιβλία και άλλη μια αίθουσα αρμονίας. Και επειδή φυσικά κάναμε και θέατρο στο σχολείο μας, υπήρχε άλλη μια αίθουσα που συνήθως κάνανε εκεί το μάθημα της θεατρολογίας με μια αγαπητή δασκάλα.
Στο εξωτερικό χώρο υπήρχαν εφτά πόρτες για να μπεις μέσα. Η μια πόρτα ήτανε στο κυλικείο εκεί, το οποίο σας είχα περιγράψει πιο πριν. Τρεις στην κεντρική πόρτα που οδηγούσε στην κεντρική πτέρυγα. Μια στο ισόγειο για το λύκειο και μια που σιγά-σιγά όταν ανέβαινες τα σκαλιά την έβλεπες και ήτανε για το γυμνάσιο. Ήτανε ένα από τα αγαπημένα μου μέρη έξω από την πόρτα του γυμνασίου. Επειδή ήτανε σαν ένα μπαλκόνι μεγάλο που συνήθιζες να έχεις στα μεγάλα σπίτια. Με την απέραντη θέα μακριά. Η τελευταία η πόρτα ήτανε εκεί στο γραφείο των καθηγητών. Ενώ για να βγεις από το σχολείο υπήρχαν 2 μεγάλες πόρτες. Μια στο προαύλιο που όταν άνοιγε, έμπαιναν μέσα τα αμάξια και μια άλλη που ήτανε κοντά στην πόρτα την μέσα εκεί κοντά στο γραφείο των καθηγητών. Στην άλλη πόρτα ήτανε συνήθως η στάση των λεωφορείων που μας έφερναν και μας πήγαιναν είτε στο σχολείο είτε στο σπίτι μας δηλαδή κάπου κοντά στο σπίτι μας.
Και αυτή ήτανε μια περιγραφή που έκανα μόνη μου για το σχολείο, τόση ώρα που η Αντέλα φλυαρούσε με τον Στέφανο, την Ραφαέλλα, τον Κωνσταντίνο, την Νεφέλη, την Κατερίνα και την Αφροδίτη μερικούς άλλους από την παρέα μας.
Ξαφνικά όλοι μας αναπηδήσαμε από τον ήχο του κουδουνιού ήτανε ώρα να φύγουμε. Και ενώ τα παιδιά κανονίζανε να πάμε για καφέ. Πήρα ένα μήνυμα που έλεγε να πάω στην δουλειά και να πάρω και μαζί μου και την Αντέλα. Η Αντέλα είχε πάρει ήδη φόρα πιστεύοντας ότι θα πηγαίναμε για καφέ όλοι μας αλλά δυστυχώς , της την έκοψα δείχνοντας το μήνυμα. Αυτή αμέσως μου έριξε το ανησυχητικό της βλέμμα. Τι να ήθελαν πάλι. Όταν τα παιδιά μας πρότειναν να πάμε μαζί τους, τους είπαμε ότι είχαμε να κάνουμε μια δουλειά πρώτα και μας περίμενε η μάνα της Αντέλας μέσα στο αυτοκίνητο. Αυτοί πειστήκαν, αλλά εμείς ωστόσο ήμασταν πολύ σίγουρες ότι δεν ήτανε η μητέρα της Αντέλας… παρά μόνο:
«Τι έγινε Γιώργο πάλι;» είπαμε ταυτόχρονα εγώ και η Αντέλα όταν μπήκαμε μέσα στο αμάξι.
«Κινδυνεύουν άνθρωποι! Αν δεν…»