ναι..... μετα απο αυτη την ευχαριστη συνομιλια να ενα κεφαλαιο που θα κανει οσες λατρεουν τον νταρεν να φωναξουν...... enjoy.!!!!
Κεφάλαιο 15ο
‘Δεν σε πειράζει που ήρθα εδώ έτσι?’ τον κοίταξα μέσα στο σκοτάδι. Τα μάτια του γυάλιζαν, ήταν ξαπλωμένος στο κρεβάτι και κοιτούσε το ταβάνι με τα χέρια πίσω από το κεφάλι του. Εγώ καθόμουν στην καρέκλα και τον χάζευα.
‘ Όχι. Χάρηκα πολύ που ήρθες. Απλά νόμιζα ότι θα ήσουν θυμωμένη με αυτό που είδες τις προάλες .’ αναστέναξε. Ήπια λίγο από το τσάι μου και δάγκωσα λίγο από το μπισκότο σοκολάτας του. Δεν ήθελε να φάει.
‘ Γιατί να είμαι. Δεν είσαι το αγόρι μου.’ είπα πικρόχολα και με έκπληξη ανακάλυψα πόσο πολύ θα ήθελα να είναι το αγόρι μου. Τόσο καιρό μου προκαλούσε πολλά ανάμεικτα συναισθήματα αλλά τώρα τον ήθελα πραγματικά.
‘ Ναι σωστά. Γιατί να νοιαστείς.’ ένιωσα μια δόση πικρίας στα λόγια του και απογοήτευσης. Πήγα να μιλήσω αλλά με πρόλαβε αυτός. ‘Απλά μου αρέσει το σεξ. Δεν θα πεθάνω κιόλας.’ κάγχασε. Ακούμπησα το ποτήρι του τσάι στο γραφείο και σηκώθηκα από την καρέκλα. Αν και πριν τα είχαμε πιει λίγο, βρήκα εύκολα την ισορροπία μου. Θέλαμε και οι δύο να ξεχάσουμε.
Κατευθύνθηκα προς το κρεβάτι και ανέβηκα πάνω του. Άρχισα να ξεκουμπώνω το πουκάμισο κοιτώντας τον στα μάτια, εκείνος σοβάρεψε και προσπάθησε να στηριχτεί στους αγκώνες του αλλά τον έσπρωξα να μείνει ακίνητος. Από μέσα από το πουκάμισο φορούσα μόνο εσώρουχα. Το άφησα ανοιχτό και έσκυψα από πάνω του.
‘ Θες να το κάνεις μαζί μου?’ του είπα προκλητικά. Εκείνος έμεινε να με κοιτά χωρίς να πει τίποτα. Μάλλον νόμιζε πως μπλόφαρα αλλά έκανε λάθος. Αναστέναξα και άρχισα να ξεκουμπώνω το παντελόνι του. Εκείνος με έπιασε από τους καρπούς και με έριξε στο κρεβάτι ανεβαίνοντας πάνω μου. Με κοίταξε για μια στιγμή από πάνω μέχρι κάτω, ξεροκαταπίνοντας -προφανώς το σκεφτόταν.
‘ Έχεις πιεί.’ το βλέμμα του ήταν σοβαρό. Μα τι είχε πάθει τώρα? Τις προηγούμενες φορές εκείνος με είχε παρασύρει για να το κάνουμε, όχι ότι το πέτυχε. Παιχνίδι το βρήκαμε τώρα? Όταν δεν θέλω εγώ εκείνος κάνει τα πάντα για το πάρει ενώ όταν το θέλω εγώ ο κύριος δεν μπορεί?
‘ Ξέρω τι κάνω.’ είπα αποφασιστικά προσπαθώντας να ξεφύγω από τον κλοιό του. Δεν με άφησε όμως.
‘ Όχι δεν ξέρεις. Έχεις πιει. Άλλωστε τι θα σκεφτεί ο Κρίστιαν?’ είπε πικρόχολα. Το βλέμμα του ήταν μελαγχολικό. Κατέβηκε από κρεβάτι, πήγε προς την πόρτα, γύρισε και με κοίταξε και είπε ‘ Θα κοιμηθώ δίπλα. Εσύ κάτσε εδώ.’ έμεινα μόνη σε ένα άδειο δωμάτιο στο σκοτάδι μισόγυμνη να κοιτάζω την πόρτα σα χαζή. Κούμπωσα το πουκάμισο και έπεσα για ύπνο.
Την επόμενη μέρα, ο Ντάρεν είχε έρθει και με κοιτούσε όσο κοιμόμουν. Τον αισθάνθηκα και πετάχτηκα αλαφιασμένη, εκείνος με καθησύχασε και πήγε στο μπάνιο. Ντύθηκα και εγώ λοιπόν για το σχολείο και μόλις βγήκε από το μπάνιο, μπήκα εγώ χωρίς να τον κοιτάξω.
Ξεκινήσαμε για το σχολείο αμίλητοι. Το ίδιο ακολούθησε και την υπόλοιπη μέρα. Δεν μιλούσαμε. Όχι επειδή ήμασταν θυμωμένοι για το χθεσινό. Απλά δεν είχαμε τίποτα να πούμε, νιώθαμε ντροπή για χθες. Ιδιαίτερα εγώ. Είχε δίκιο, είχα πιεί. Δεν το έκανα για τους σωστούς λόγους αλλά ήξερα τι ήθελα.
Σε τρεις βδομάδες θα κλείναμε για Χριστούγεννα, η αγαπημένη μου γιορτή. Ήθελα να πάω να του πάρω ένα δώρο σαν ευχαριστώ που με φιλοξενούσε αλλά δεν ήξερα τι, τι θα ήθελε. Μήπως προφυλακτικά? Με τόσο σεξ που κάνει θα του τελειώσουν.
Τρώγαμε μεσημεριανό μόνοι μας στο σπίτι του όταν το σκέφτηκα αυτό και άρχισα να γελάω μόνη μου. Με κοίταξε απορημένος.
‘ Γιατί γελάς? Έχω κάτι?’ είπε και άρχισε να σκουπίζεται. Μόλις παρατήρησα πως όλη την ώρα που σκεφτόμουν το δώρο του, τον κοιτούσα μου κόπηκε το γέλιο και κοκκίνισα από την ντροπή.
‘ Τίποτα, κάτι σκεφτόμουν.’ αδιαφόρησε. Πήρε τα πιάτα μας και τα έβαλε στο νεροχύτη. Γύρισε και με κοίταξε, δεν μπορούσα να καταλάβω τι σκεφτόταν ούτε τον τρόπο που με κοιτούσε. Σαν φίλη? Σαν γυναίκα? Σαν παιδάκι? Απέστρεψα το βλέμμα μου αλλού και σηκώθηκα αμήχανα από την καρέκλα. Κατευθύνθηκα προς τις σκάλες αλλά με σταμάτησε. Με κόλλησε στο τοίχο και άρχισε να με φιλά. Τα φιλιά του με έκαναν να παίρνω φωτιά και τα τολμηρά του χάδια να λιώνω από ευχαρίστηση. Ήξερε πως να κάνει μια κοπέλα να απολαμβάνει τον έρωτα.
Μου έβγαλε το σακάκι και το πέταξε στο πάτωμα, με φίλησε στο στόμα. Ένα υγρό, ζεστό και παθιασμένο φιλί που έκανε τα γόνατά μου να τρέμουν, αναγκάζοντάς τον να με στηρίζει. Τα χείλη του κατευθυνθήκαν προς τα λαιμό μου και τα χέρια του ξεκούμπωσαν αργά, οδυνηρά αργά -κάνοντάς με να παρακαλάω από μέσα μου να το βγάλει-, το πουκάμισό μου αφήνοντάς το να γλιστρήσει από τα χέρια μου στο δάπεδο. Κοιταχτήκαμε για λίγο. Το βλέμμα του ήταν ερωτηματικό και το δικό μου του επιβεβαίωσε αυτό που ρωτούσε. Συνέχισε να με φιλά καθώς ανεβαίναμε τις σκάλες. Σταματούσαμε κάθε 2 σκαλιά για φιλί, τα χέρια μου που ήταν παγιδευμένα στα μαλλιά του κατέβηκαν στο πουκάμισό του, το οποίο έσκισα γιατί δεν είχα την υπομονή να ξεκουμπώνω ένα-ένα τα κουμπιά. Μου έριξε ένα βλέμμα ευχαρίστησης και τύλιξε τους γλουτούς μου με τα χέρια του δίνοντας μου ώθηση να ανέβω πάνω του. Συνεχίσαμε να ανεβαίνουμε κοιτώντας ο ένας τον άλλον στα μάτια. Μπήκαμε επιτέλους στο δωμάτιο. Με άφησε στην άκρη του κρεβατιού και εγώ σύρθηκα μέχρι το κέντρο χωρίς να πάρω τα μάτια μου από πάνω του. Εκείνος έβγαλε το παντελόνι του, ένιωσα έναν κόμπο στο λαιμό μου, τις παλάμες μου να ιδρώνουν. Μου χαμογέλασε. Ήρθε από πάνω μου, επιβάλλοντάς μου να ξαπλώσω, τον κοίταξα με δέος. ’ Χαλάρωσε.’ είπε και τράβηξε μια τούφα μαλλιών που είχε πέσει στο πρόσωπό μου. Έσκυψε να με φιλήσει, τα χέρια του έπαιζαν με την φούστα μου ενώ ταυτόχρονα την έβγαζε. Τέλος, μείναμε και οι δύο με τα εσώρουχα. Χάιδεψε με τα ακροδάχτυλα το λαιμό μου και δάγκωσε τον λοβό του αφτιού μου, εγώ αναστέναξα. Κατέβασε τις ράντες του σουτιέν μου και με μια κίνηση το ξεκούμπωσε με το ένα χέρι. Είχε εμπειρία άλλωστε. Κοκκίνισα. Κοίταζε το στήθος μου με δέος κάτι που με έκανε να ριγήσω. Τον φίλησα αμέσως για να τον κάνω να σταματήσει. Τα χέρια του από το κορμό του έπεσαν στο τελευταίο ρούχο που μου είχε απομείνει τραβώντας το προς τα κάτω, το ίδιο και με το δικό του αφήνοντάς μας γυμνούς.
’ Ντάρεν, εγώ είμαι....’ έβαλε το δάχτυλό του στα χείλη μου και είπε ’ Ξέρω.’ Χαμογέλασε και με φίλησε γλυκά. Μου χάιδεψε τα μαλλιά και μπήκε μέσα μου αργά χαρίζοντάς μου ηδονή και ευχαρίστηση. Βόγκηξα ευχαριστημένη. Έμπηξα τα νύχια μου στη πλάτη του γρατζουνώντας τον από την ευχαρίστηση που ένιωθα να κατακλύζει το κορμί μου, βόγκηξε και αυτός. Ήταν τόσο καλός, με κοιτούσε στα μάτια, με φιλούσε. Με πρόσεχε.
’ Νίνα.’ αναστέναξε από ηδονή.
’ Ντάρεν.’ βόγκηξα γεμάτη ηδονή για ακόμα μία φορά.
Όταν τελειώσαμε με αγκάλιασε σφιχτά και με φίλησε στο μέτωπο.
’ Πως νιώθεις?’
’ Μια χαρά.’ είπα και τον φίλησα. Αποκοιμηθήκαμε έτσι, αγκαλιασμένοι και γυμνοί.
Τα συναισθήματά μου εκείνη την στιγμή ήταν ανάμεικτα. Ένιωθα χαρά και λύπη μαζί. Ήταν η καλύτερη νύχτα της ζωής μου. Εκείνος έκανε ξεχωριστή την πρώτη μου φορά.
Την επόμενη μέρα ξυπνήσαμε μαζί. Σηκωθήκαμε από το κρεβάτι για να ετοιμαστούμε και είδα μια τεράστια γρατζουνιά στην πλάτη του Ντάρεν.
‘ Συγνώμη για αυτό.’ είπα ένοχα. Γύρισε να το κοιτάξει και δεν έδωσε σημασία. Είπε ότι δεν πειράζει. Όταν ντυθήκαμε με άρπαξε από το χέρι και με φίλησε παθιασμένα κάνοντάς με να μετανιώσω που σηκωθήκαμε τόσο βιαστικά.
Η ατμόσφαιρα στο σχολείο ήταν περίεργη. Κοιταζόμασταν όλη την ώρα και χαμογελούσαμε πονηρά ο ένας στον άλλον ανυπομονώντας να πάμε σπίτι. Πολλές ήταν οι φορές που τον έπιασα να με κοιτά χωρίς να το περιμένω, με εκείνο το βλέμμα που δεν μπορούσα να πω τι ακριβώς ήταν. Αυτό με έκανε να αναρωτηθώ. Τώρα εμείς είμαστε εραστές? Ζευγάρι? Αλλά για ζευγάρι δεν ξεκινήσαμε λίγο λάθος? Τα ζευγάρια πρώτα βγαίνουν ραντεβού και μετά κάνουν σεξ. Εκτός αν μετρηθεί ως ραντεβού οι συναντήσεις στην ταράτσα ενός κατεστραμμένου κτηρίου, οι λίγε φορές που πήγαμε για καφέ, οι αναρίθμητες επισκέψεις στο σπίτι του και η βραδιά μας σε εκείνο το μπαρ.
Στο διάλειμμα πήγα προς το ντουλάπι μου και όταν το άνοιξα για να αφήσω τα βιβλία μου, μία κάρτα έπεσε από μέσα. Νόμιζα ότι ήταν από τον Ντάρεν. Αλλά με φόβο ανακάλυψα πως ήταν άλλο ένα περίεργο σημείωμα από τον άγνωστο που μου τα έστελνε.
Αν θες να μάθεις για τον Κρίστιαν έλα να με βρεις σε μια βδομάδα από τώρα στο μπαρ που τρυπώσατε εσύ και ο θνητός φίλος σου. Αν ενδιαφέρεσαι ακόμα για αυτόν! -Ο
Ξεροκατάπια με δέος. Θνητός φίλος? Άρα ήταν βρικόλακας. Έπρεπε να το στον Ντάρεν? Αλλά είχα καταλάβει πως δεν του άρεσε να μιλάμε για τον Κρίστιαν. Παράδειγμα την προηγούμενη φορά που με πρόσβαλλε όταν αρνήθηκα να κοιμηθώ μαζί του. Δεν θα το σκεφτόμουν τώρα. Είδα τον Ντάρεν να έρχεται προς το μέρος μου και πέταξα την κάρτα μέσα στο ντουλάπι κλείνοντας το βιαστικά.
‘ Κρύβεις κάτι?’ είπε καχύποπτα.
‘ Όχι! Τι να κρύβω?’ είπα αναστατωμένη χαρίζοντάς του ένα ψεύτικο χαμόγελο. Με φίλησε τρυφερά και ξεκινήσαμε για το σπίτι.
Έξω όμως από το σχολείο μας περίμενε μια έκπληξη. Η Εύα, και έδειχνε τρομακτική ή τουλάχιστον δυσαρεστημένη.