Night Castle Το καλύτερο forum τρόμου στην Ελλάδα! |
|
| Vampirisious-Book 1 | |
|
+7Rose_ELen@.Ever Katerina Petrova Dark Princess. Sensitive Vampire Raven Amaranth AЯianЯhod.ЬЩ.22 11 απαντήσεις | |
Συγγραφέας | Μήνυμα |
---|
Sensitive Vampire Vampire Eli†e
Αριθμός μηνυμάτων : 11982 Ημερομηνία εγγραφής : 14/09/2010 Ηλικία : 29 Τόπος : it's a secret!!!
Character sheet Αγαπημένος Ήρωας: damon salvatore, edward cullen, kristian ozera, adrian ivashkof Atittude: Kind
| Θέμα: Απ: Vampirisious-Book 1 Δευ Μάης 16, 2011 5:43 pm | |
| αρα μηπως ο ρομπερτ ειναι ο κακος της υποθεσης που εχει βαλει την λουνα στο ματι και την παρακολουθει? | |
| | | Raven Vampire Eli†e
Αριθμός μηνυμάτων : 12430 Ημερομηνία εγγραφής : 29/06/2010 Ηλικία : 30 Τόπος : Fairytale
Character sheet Αγαπημένος Ήρωας: Eric Northman Atittude: Kind
| Θέμα: Απ: Vampirisious-Book 1 Δευ Μάης 16, 2011 6:58 pm | |
| Δεν ξέρω... Μπορεί, αλλά τι λόγο έχει να την παρακολουθεί? Αφού δεν ξέρει τίποτα γι αυτό... | |
| | | Sensitive Vampire Vampire Eli†e
Αριθμός μηνυμάτων : 11982 Ημερομηνία εγγραφής : 14/09/2010 Ηλικία : 29 Τόπος : it's a secret!!!
Character sheet Αγαπημένος Ήρωας: damon salvatore, edward cullen, kristian ozera, adrian ivashkof Atittude: Kind
| Θέμα: Απ: Vampirisious-Book 1 Δευ Μάης 16, 2011 7:02 pm | |
| μπορει να μην ειναι οσο αθωος δειχνει | |
| | | AЯianЯhod.ЬЩ.22 Vampire Eli†e
Αριθμός μηνυμάτων : 5273 Ημερομηνία εγγραφής : 23/02/2011 Ηλικία : 32 Τόπος : Lying in my coffin...Buried in a distant tomb of a distant place...away from unwanted eyes...
Character sheet Αγαπημένος Ήρωας: Louis, Lestat and Dracula Atittude: Mean
| Θέμα: Απ: Vampirisious-Book 1 Τρι Μάης 17, 2011 1:53 am | |
| - Σπόιλερ:
Όχι, καλά είπα Σάντρα...Εκείνη είχε διαβάσει την ιστορία μέχρι το 9 στο άλλο forum και είχε κάνει κάτι πετυχημένα σχόλια...Όχι ότι και εσείς πάτε πίσω, δηλαδή
Να σας πω την αλήθεια, έχω κάτι στο νου μου, αλλά θα το αποκαλύψω όταν έρθει η κατάλληλη στιγμή... Για την ώρα, σας υποσχέθηκα δυο κεφάλαια, οπότε...Τα-ντάααν! Κεφάλαιο 3ο Δεν είχα καθρέφτη μπροστά μου εκείνη την ώρα για να δω τις αντιδράσεις μου, πάντως πρέπει να ήταν γραμμένο σε όλο μου το πρόσωπο γιατί ο Μπλέιζ με ρώτησε, γεμάτος ανησυχία: ‘’Λούνα, είσαι καλά;’’ Ένα σωρό απαντήσεις ήρθαν στο μυαλό μου: ‘’Περίφημα, εξαιρετικά, ποτέ δεν έχω υπάρξει καλύτερα στην ζωή μου. Μόλις πριν από λίγο μπήκαν μέσα δυο άθλιοι που, αν ήταν δυνατόν, θα εξαφάνιζα μια και καλή από προσώπου γης!’’ Αυτά όμως δεν μπορούσα να τα πω στον Μπλέιζ. Το μόνο που βγήκε από το στόμα μου και έμοιαζε να βγάζει νόημα εκείνη την στιγμή ήταν: ‘’Πρέπει να πάω στο μπάνιο. Μπορείς να μου δείξεις που είναι;’’ Αφού μου έδειξε που είναι το μπάνιο, ρώτησε αν ήθελα να με συνοδεύσει, κάτι το οποίο αρνήθηκα. Περνώντας μέσα από τον κόσμο, βλαστήμησα από μέσα μου που το μπάνιο έμοιαζε να είναι μίλια μακριά. Αφού έκανα τα αδύνατα δυνατά για να περάσω, αυτό που δεν ήθελα με τίποτα να συμβεί μόλις συνέβη: ο Ρόμπερτ με είδε και, αν κρίνω από το ύφος του, κατάλαβε πολύ καλά πια είμαι, παρά την αμφίεσή μου. Παρόλα αυτά, συνέχισα να προχωράω μέσα από τον κόσμο, ευχόμενη να άνοιγε η γη να με καταπιεί.
Το μπάνιο δεν έλεγε να μου κάνει όμως το χατίρι. Όλοι ήταν εναντίον μου. Ακόμα και το χώμα που πατούσα δεν μου έκανε την χάρη να εξαφανιστεί. Ορισμένες φορές, εύχομαι να είχα υπερφυσικές δυνάμεις μόνο και μόνο για περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης. Και αυτή ήταν μια περίπτωση έκτακτης ανάγκης, που να πάρει!
Λίγα λεπτά αργότερα, η πόρτα του μπάνιου άνοιξε και, για καλή μου τύχη, ήταν η Κάσσιντυ. Μόλις είδε την έκφραση του προσώπου μου, δεν χρειάστηκε πολύ ώρα για να βγάλει το συμπέρασμα ότι κάτι είχε συμβεί: ''Τι έγινε;'' ρώτησε, εμφανώς ανήσυχη ''Έφυγες σαν κυνηγημένη'' ''Τον είδες; Είναι εδώ ο Ρόμπερτ'' Τα μάτια της γούρλωσαν από την έκπληξη ''Ήταν ανάγκη να συναντηθούμε σήμερα; Είναι σαν να ήρθε το παρελθόν να με στοιχειώσει...'' Άφησα την φράση μου μετέωρη και έχωσα το κεφάλι μου ανάμεσα στις χούφτες μου, ευχόμενη για άλλη μια φορά να άνοιγε επιτέλους η γη να με καταπιεί. ''Κοίτα με λίγο'' είπε με έναν απαλό, καθησυχαστικό τόνο. Όταν είδε ότι δεν το έκανα, είπε, πιο επιτακτικά αυτή την φορά ''Λούνα, κοίταξέ με'' Το βλέμμα μου συνάντησε το δικό της ''Αυτό έγινε πριν από πολύ, πολύ καιρό. Τα πράγματα όμως δεν είναι όπως τότε. Τώρα έχεις την επιλογή: ή θα κάτσεις εδώ μέχρι να φύγει και θα χαλάσεις την διασκέδασή σου ή θα βγεις εκεί πέρα έξω και θα του δείξεις πως έχεις προχωρήσει παρακάτω και πως δεν θα κάθεσαι άλλο να κλαις την μοίρα σου. Τι λες;'' Αυτό που μόλις είπε ήταν σαν να ήταν αυτό που χρειαζόμουν για να ξεκολλήσω από την θέση μου. Τα πράγματα αλλάζουν. Τίποτα δεν μένει το ίδιο. Σηκώθηκα επάνω και, θαρρετά πια, είπα: ''Θα βγω εκεί έξω και θα περάσω καλά. Αλλά όχι για εκείνον! Για εμένα θα το κάνω'' Η Κάσσιντυ χαμογέλασε, ανακουφισμένη που συνήλθα τόσο γρήγορα και αναφώνησε: ''Μπράβο! Έτσι σε θέλω! Άλλωστε, δεν πιστεύω ότι έχεις παράπονο'' είπε, ρίχνοντας μου παράλληλα ένα πονηρό βλέμμα ''Ο Μπλέιζ είναι ίσως ο πιο κατάλληλος για να σε κάνει να ξεχάσεις αυτόν τον γλυκανάλατο τον Ρόμπερτ''
Βγήκαμε μαζί από το μπάνιο και αναρωτήθηκα πόσο δίκιο ή άδικο είχε.
Όταν βγήκαμε από το μπάνιο, ένιωθα πιο αποφασισμένη και πιο σίγουρη για τον εαυτό μου. Δεν μπορούσα να αφήσω στην θύμηση του να με στοιχειώνει και να παραμονεύει σε κάθε γωνία, όχι άλλο πια. Εντάξει, ήταν μια ατυχής συγκυρία να βρεθούμε εκείνη την στιγμή, αλλά δεν υπήρχε περίπτωση να το αφήσω αυτή την φορά να περάσει έτσι. Ένα χαστούκι και ένα λούσιμο με κοσμητικά επίθετα δεν ήταν τίποτα. Έπρεπε να το δει στην πράξη, όπως αναγκαζόμουν να το βλέπω και εγώ από απόσταση, κάθε μέρα.
Πλησίασα τον Μπλέιζ και φόρεσα το καλύτερο χαμόγελο που είχα. Εκείνος, μόλις με είδε να χαμογελάω, επιβεβαιώθηκε ότι είχα συνέλθει και άρχισε και πάλι να χαλαρώνει. Συνεχίσαμε λοιπόν και εμείς να χορεύουμε. Ήταν καλός χορευτής, εκτός των άλλων και μου εκμυστηρεύτηκε ότι έκανε αρκετά χρόνια χορό, οπότε είχα διπλό όφελος, εκτός του ότι το σώμα του ήταν πολύ κοντά στο δικό μου: μου μάθαινε νέες φιγούρες και κινήσεις. Σύντομα, ένιωθα να ξεχνάω τον Ρόμπερτ έστω και για λίγο, δεν θα έλεγα το ίδιο όμως και για εκείνον, ο οποίος με κοιτούσε πλέον απροκάλυπτα, με έναν τρόπο που δεν μπορούσε να κρύψει την δυσαρέσκειά του.
Κάποια στιγμή, ένιωσα να μου κόβονται τα πόδια. Δεν είχα συνηθίσει να χορεύω για τόση πολύ ώρα, χωρίς σταματημό και άρχισα να ιδρώνω και να λαχανιάζω. Έσκυψα προς το μέρος του και ψιθύρισα ξέπνοα στο αυτί του πως ήθελα να πιω ένα ποτήρι νερό. Εκείνος έγνεψε καταφατικά και με έπιασε από το χέρι για να με οδηγήσει προς το μπαρ, κάτι που δεν ήταν μάλλον απαραίτητο, αλλά ίσως ήταν άλλη μια δικαιολογία για να με αγγίξει και εγώ δεν αποτράβηξα το χέρι μου από την ιδρωμένη του παλάμη. Έκατσα στην καρέκλα μου και έφερα το χέρι μου στο στήθος μου. Ο Τζάρεντ, που εκείνη την ώρα γελούσε, προφανώς με κάτι αστείο που είχε πει η Λίλυ, γύρισε και είπε κεφάτα: ‘’Έι, Λούνα, πως τα περνάς;’’ Πήρα το ποτήρι που μου έδωσε πρόθυμα ο Μπλέιζ και το ήπια όλο μονορούφι. Όταν κατόρθωσα να πάρω ανάσα, απάντησα, γελώντας ελαφρώς ακούγοντας την ξέπνοη φωνή μου εκείνη την στιγμή: ‘’Καλά. Απλώς κουράστηκα και είπα να καθίσω λίγο για να πάρω μια ανάσα’’ Μάλλον όμως η ανάσα που έπρεπε να πάρω ήταν μεγαλύτερη απ’ όσο υπολόγιζα γιατί εκείνη την στιγμή άκουσα από πίσω μου μια ανεπιθύμητη, τσιριχτή φωνή να λέει: ‘’Βρε, βρε, ποιον συναντάει κανείς τυχαία στα μπαρ. Αγάπη μου, η Λούνα είναι. Δεν θα την χαιρετήσεις; Είναι αγένεια να μην χαιρετάμε τους κοινούς γνωστούς’’
Το βλέμμα που μου έριξε δεν μου άρεσε καθόλου, ούτε φυσικά το πλασαρισμένο, ψεύτικο χαμόγελό της. Και δεν συγκρίνονταν βέβαια με το δικό μου πριν από λίγο. Αυτό είχε γίνει για καλό σκοπό. Στο δικό της διαγράφονταν ξεκάθαρα η προειδοποίηση: ’’Πίσω και σ’ έφαγα’’ Και σίγουρα δεν θα ήθελα να είμαι το γεύμα αυτής της ύαινας! Μια χαρά όμως τον είχε τον Ρόμπερτ του χεριού της, σκέφτηκα με πικρία. Τον είχε για τα καλά του χεριού της. Κοιτάζοντάς με ένα βλέμμα σαν να εκλιπαρούσε να τον συγχωρέσω, είπε μαγκωμένα, εντελώς αμήχανα: ‘’Γεια σου, Λούνα’’ Μετά από ένα χρόνο, με χαιρετούσε ξανά. Δεν ήξερα αν θα έπρεπε να δακρύσω από συγκίνηση ή να υποκλιθώ στην Μεγαλειοτάτη Κέιλιν που τον έκανε να κάνει μια τόσο μεγάλη θυσία για το καλό της ανθρωπότητας. Μου έτεινε το χέρι ‘’Χρόνια Πολλά’’ Το έσφιξα και πέταξα ένα ‘’Ευχαριστώ’’, ψυχρά και αδιάφορα, λες και το ότι μου ευχόταν μου ήταν αδιάφορο. Και ίσως να μου ήταν, εδώ που τα λέμε. Η Κέιλιν συνέχισε ακάθεκτη την τάχα καθώς πρέπει συμπεριφορά. Το βλέμμα της περιπλανήθηκε στον πάγκο όπου κάθονταν τα παιδιά: ‘’Ω, βλέπω πως και όλη σου η παρέα είναι εδώ μαζεμένη. Πράγματι, σας ταιριάζει γάντι αυτό το μέρος’’ Προς μεγάλη της δυσαρέσκεια, ξέχασε έναν από την παρέα: την Κάσσιντυ. ‘’Τι δουλειά έχεις εδώ, αποστειρωμένη πριγκίπισσα; Ήρθες για να μας πεις πως να διασκεδάζουμε;’’ Το ότι ήταν ντυμένη πριγκίπισσα σε ένα μέρος γεμάτο ξωτικά, βαμπίρ, μάγους και άρχοντες του χάους την έκανε να μοιάζει εκτός κλίματος. Η σαστισμένη, σχεδόν φοβισμένη της έκφραση μόλις είδε την Κάσσιντυ αντικαταστάθηκε από μια φαινομενική φιλικότητα: ‘’Καθόλου. Εγώ απλώς από την καλή μου την καρδιά ήρθα να ευχηθώ στην εορτάζουσα’’ Η Κάσσιντυ δεν έπεφτε στην παγίδα της. Σήκωσε απότομα τον τόνο της φωνής της και μίλησε όπως θα μιλούσε στον σκύλο της τον Ρούπερτ: ‘’Να λείπουν οι καλοκαρδοσύνες και οι καλές καρδιές από μέρους σου, φίδι κολοβό! Χάσου από τα μάτια μας’’ Εκείνη κούνησε απαλά τον καρπό της και είπε, αυτή την φορά πράγματι με ύφος ‘’αποστειρωμένης πριγκίπισσας’’, όπως είχε πει η Κάσσιντυ: ‘’Επειδή υπάρχει μια ανεξήγητη ένταση στην ατμόσφαιρα, λέμε να πηγαίνουμε εμείς’’ Κοίταξε τον Ρόμπερτ έντονα και του χαμογέλασε ‘’Έλα, αγάπη μου. Πάμε σε ένα μέρος πιο...καθαρό’’ Έκανε μεταβολή και έφυγε με ψηλά το κεφάλι, με τον Ρόμπερτ να ακολουθεί αμίλητος, γυρνώντας που και που πίσω του για να με κοιτάξει. Μόλις φύγανε από το μπαρ, η Κάσσιντυ ξέσπασε: ‘’’’Πάμε, αγάπη μου, πάμε αγάπη μου’’ Την άκουσες την οχιά; Αν αντί για τρίαινα είχα τσεκούρι, θα της έκοβα το κεφάλι, να ξεφορτωθούμε μια για πάντα από δαύτη!’’ Όσα έλεγε, εγώ ένιωθα πως ακούγονταν από κάπου μακριά. Ξαφνικά, η μουσική, ο χώρος, όλα άρχισαν να με πνίγουνε. Έπρεπε να βρω μια διέξοδο. Μια...Τότε είδα την μπαλκονόπορτα. ‘’Συγνώμη, εγώ θα πάω στην βεράντα να πάρω λίγο καθαρό αέρα’’ είπα απότομα και, χωρίς να περιμένω κανέναν, άρχισα να πηγαίνω προς τα εκεί. Ο Μπλέιζ, που παρακολουθούσε πριν αμίλητος την όλη σκηνή, με κοίταξε, με μια ανησυχία που σκίαζε τα όμορφα χαρακτηριστικά του και ρώτησε την Κάσσιντυ: ‘’Είναι καλά; Μήπως θέλει...’’ ‘’Άσε την για λίγο μόνη της, Μπλέιζ’’ είπε η Κάσσιντυ ‘’Θα συνέλθει, είμαι σίγουρη για αυτό’’
Όταν βγήκα στην βεράντα, φυσούσε ένας αέρας που, ακόμα και με το μπουφάν που φορούσα, με έκανε να ανατριχιάσω. Αυτό όμως δεν ήταν δυνατό για να με κάνει να μην σκέφτομαι τα όσα συνέβησαν. Το παρελθόν συναγωνίζονταν με το παρόν και δεν μπορούσα να πω με σιγουριά ποιο από τα δυο κέρδιζε.
Είχα ανέβει στο δωμάτιό μου. Η κατάσταση εκεί κάτω είχε ξεφύγει από κάθε έλεγχο. Παίρνω την απόφαση να μπω μέσα. Βλέπω τον Ρόμπερτ να φιλάει παθιάρικα την Κέιλιν στο κρεβάτι μου. Παρατηρώ πως έχουν βγει και λίγα ρούχα, οπότε ήταν επόμενο το τι θα ακολουθούσε. Πρώτα με είδε εκείνη, αλλά η υποκρίτρια ξαναέκλεισε τα μάτια της και συνέχισε να τον φιλάει, όταν με είδε όμως ο Ρόμπερτ, τινάχτηκε από πάνω της λες και τον τσίμπησε σφίγγα.
Δεν υπήρχε πλέον τίποτα από τον παλιό τον Ρόμπερτ. Ο παλιός ο Ρόμπερτ με κοιτούσε με αγάπη, όχι με πλήρη ενοχή, όπως αυτός. Ακόμα και όταν χωρίσαμε (όπως χωρίσαμε), έδειξε να λυπάται. Σήμερα έδειχνε σαν να είχε εξαφανιστεί κάθε ίχνος ζωής μέσα του. Ωστόσο, αυτή παρέμενε ίδια και απαράλλακτη: η ίδια μοχθηρία, το ίδιο κακιασμένο βλέμμα, η ίδια κτητική χειρονομία. Δάκρυα άρχισαν να γεμίζουν τα μάτια μου, μα δεν μπορούσα να τα σταματήσω. ''Συγνώμη, σε παρακαλώ, συγχώρεσε με για αυτό που έκανα'' ''Γεια σου, Λούνα. Χρόνια Πολλά'' Πόσο κακό μπορεί να έκανα ακόμα στον εαυτό μου; Γιατί τον λυπόμουν ακόμα; Γιατί νοιαζόμουν ακόμα για αυτόν; Κανονικά, θα έπρεπε να τον μισώ με όλη την δύναμη της ψυχής μου. Και όμως, πιότερο μισούσα εκείνη που τον πήρε μακριά μου και μπήκε ανάμεσά μας. Για την ακρίβεια, του έδωσε πολύ εύκολα αυτό που δεν του έδινα εγώ. Για αυτό και έκατσε μαζί της ένα χρόνο, για ποιον άλλο λόγο;
Συνέχισα να κλαίω, σιωπηρά και από μέσα μου, ευχόμενη να μην έβγαινε αυτή την στιγμή κάποιος από τους φίλους μου και με έβλεπε σε αυτά τα χάλια. Βαθιά μέσα μου, ωστόσο, μπορεί και να ευχόμουν να έρθει κάποιος και να με παρηγορήσει σε αυτή την δύσκολη στιγμή...
Ένιωσα κάτι σαν ριπή ανέμου να γαργαλάει την πλάτη μου, κάτι που με έκανε να ριγήσω σύγκορμη. Έμοιαζε με άνεμο, γιατί είχα την αίσθηση όμως ότι δεν ήταν; Ήταν κάτι...άλλο.
Ξάφνου, άκουσα μια φωνή που με έκανε να αναπηδήσω: ''Όποιος κύριος κάνει μια κυρία να κλαίει, δεν αξίζει να αποκαλείται ''κύριος''
Γύρισα και έμεινα έκπληκτη από το ποιος εμφανίστηκε. Περίμενα τον οποιονδήποτε. Εκτός από αυτόν. Ήταν ο άντρας με την μάσκα, που είχε ντυθεί Φάντασμα της Όπερας και μου είχε κάνει τόση εντύπωση.
Με το αχνό φως που υπήρχε στην βεράντα, αυτό που έμοιαζε πιο αλλοτινό απ’ όλα επάνω του ήταν τα μάτια του. Κάτι μου έλεγε τελικά πως δεν πρέπει να φορούσε φακούς επαφής. Έδειχναν να φωσφορίζουν μέσα στην νύχτα, διάφανα σαν πετράδια, λουσμένα με το φως του φεγγαριού. Μάλλον όχι: ήταν δυο χλωμά φεγγάρια και ένιωθα να με κοιτάζουν με αμέριστη στοργή και ενδιαφέρον. Αισθάνθηκα ντροπή που με είχε δει να κλαίω, η αλήθεια είναι όμως ότι εκείνη την στιγμή χρειαζόμουν κάποιον για να με ακούσει. Χωρίς να το καταλάβω, οι λέξεις βγήκαν ορμητικές από το στόμα μου, όπως πατάει κάποιος το κουμπί στην χύτρα ταχύτητας και βγαίνει ο ατμός: ''Το χειρότερο είναι ότι ξέρω πως για το συγκεκριμένο ''κύριο'' δεν αξίζει να χαραμίζω ούτε ένα δάκρυ. Αλλά η καρδιά μου έχει πληγωθεί και, ακόμα και αν οι πληγές έχουνε γιάνει, ανοίγουν που και που με τον καιρό'' Το βλέμμα του ήταν έντονο και επίμονο, ωστόσο είδα και κάτι άλλο που δεν περίμενα να δω: κατανόηση. Δεν έδειχνε να συμπάσχει απλά μαζί μου, όπως οι περισσότεροι. Έδειχνε να γνωρίζει ακριβώς πως αισθανόμουν. ''Καταλαβαίνω πως αισθάνεσαι'' είπε και ήξερα ότι το εννοούσε ''Να θυμάσαι, όμως, ότι ο χρόνος είναι ο καλύτερος γιατρός'' ''Και αν δεν είναι;'' ρώτησα διστακτικά ''Και αν δεν μπορέσω να λυτρωθώ από την θύμηση του; Και αν η πληγή είναι πιο βαθιά απ' ότι νομίζω;'' ''Δεν είναι'' είπε, γεμάτος σιγουριά ''Σύντομα θα δεις πως δεν σας ενώνει τίποτα πλέον παρά σκόρπιες αναμνήσεις'' Ένα χαμόγελο εμφανίστηκε στο πρόσωπό μου, το πρώτο αληθινό χαμόγελο της βραδιάς εκείνης. ''Μπορεί και να έχεις δίκιο'' Χαμογέλασε και εκείνος, ένα καλοσυνάτο χαμόγελο που τον έκανε όλο και πιο γοητευτικό στα μάτια μου. Του πήγαινε τελικά να χαμογελάει, αλλά δεν φαινόταν για τύπος που το έκανε συχνά αυτό. Έτσι όπως τον είχα δει την πρώτη φορά, να στέκεται αγέρωχος κοιτάζοντας τον χώρο γύρο του, εκτός όλων των άλλων, είδα κάτι που αναγνώρισα σαν ένα κομμάτι του εαυτού μου: ήταν ο μοναχικός λύκος, αυτός που δεν θα σε άφηνε να μπεις στα λημέρια του με το πρώτο ''καλημέρα'' Και σίγουρα, αν έμπαινες απρόσκλητος σε αυτά, το πιθανότερο είναι να σου έσκιζε τον λαιμό στα δυο παρά να σου χαμογελούσε.
Τόση ώρα στηριζόταν στον τοίχο, για κάποιο λόγο όμως τον άφησε και με πλησίασε, με ένα ακόμα χαμόγελο να φωτίζει τα χείλη του. ''Περιπλανώμενο παιδί, τόσο χαμένο, τόσο αβοήθητο, λαχταρά την καθοδήγησή μου'' Δεν χρειαζόταν να μου πει από που προερχόταν αυτός ο στίχος. Είχα δει τόσες φορές το ''Φάντασμα της Όπερας'' που είχα μάθει απ' έξω σχεδόν όλους τους διαλόγους. Μάλιστα, αυτή ήταν μια από τις αγαπημένες μου σκηνές. Έκανα ένα βήμα για να τον πλησιάσω και εγώ, με αποτέλεσμα να νιώθω την ανάσα του να μου γαργαλάει το πρόσωπο. ''Άγγελος ή πατέρας; Φίλος ή φάντασμα; Ποιος με κοιτά εκεί;'' Φάνηκε και εκείνος να αιχμαλωτίζεται από το βλέμμα μου εκείνη την στιγμή. Η ατμόσφαιρα γύρω μας ήταν ηλεκτρισμένη, Από την μια, ήθελα να απαντήσει στην έμμεση αυτή ερώτηση: ''Ποιος ήταν; Μπορούσα να τον εμπιστευτώ;'' και από την άλλη ήθελα ένα του φιλί, ακόμα και αν ήταν στο μέτωπο. Αντ' αυτού, εκείνος έκανε ένα βήμα πίσω και έβγαλε από την τσέπη του ένα μαντήλι και σκούπισε τα δάκρυά μου προσεκτικά. Όσο σκούπιζε το πρόσωπό μου, βλέποντας την κίνηση των χεριών του και νιώθοντας το φευγαλέο του χάδι, ένιωσα μια έξαψη σε όλο μου το κορμί. Όταν απάλλαξε πλέον το πρόσωπό μου από τα προδοτικά δάκρυα, ένα μυστηριώδες χαμόγελο εμφανίστηκε πάλι στο πρόσωπό του και αυτή την φορά αναρωτήθηκα τι του είχε μπει στο νου. Άνοιξε την παλάμη μου και είπε απλά: ''Κράτησέ το. Για να διώχνεις μακριά τα ανεπιθύμητα δάκρυα'' Πήγε να κάνει μεταβολή και να φύγει, όταν γύρισε το κεφάλι του και είπε άξαφνα: ''Ποτέ δεν ξέρεις πως τα φέρνει η ζωή. Μπορεί και να ξανασυναντηθούμε''
Και, μετά από αυτά τα λόγια, μπήκε ξανά στο μπαρ, με το βλέμμα μου να τον ακολουθεί ανελλιπώς μέχρι που η πόρτα έκλεισε πίσω του.Κεφάλαιο 4ο Την επόμενη μέρα, ξύπνησα με έναν τεράστιο πονοκέφαλο. Τελικά, το ότι ο Μπλέιζ ήταν τόσο γενναιόδωρος δεν σήμαινε ότι αυτή η γενναιοδωρία δεν είχε και τις ανάλογες παρενέργειες. Έριξα μια ματιά στο ρολόι. Ήταν σχεδόν δώδεκα το μεσημέρι. Πετάχτηκα από το κρεβάτι λες και με τσίμπησε σφίγγα. Έριξα μια ματιά στον καθρέφτη: κάλτσες, κόκκινες πιτζάμες με την Hello Kitty μπροστά, βλέμμα νυσταγμένο, με μάτια ελαφρώς κοκκινισμένα και μαλλιά ανάκατα από τον ύπνο. Τα πραγματικά μου μαλλιά ουδεμία σχέση είχαν με την περούκα που φορούσα χθες το βράδυ: με το ζόρι έφταναν μέχρι τους ώμους μου και ήταν ξανθά με μαύρες ανταύγειες.
Αφού έπλυνα το πρόσωπό μου και τα δόντια μου βιαστικά και ντύθηκα όπως-όπως, πήρα την σκάλα αμπάριζα και κατέβηκα στο σαλόνι. Ο Μπέντζαμιν καθόταν στον καναπέ βλέποντας το κανάλι με τα παιδικά, όπως άλλωστε και κάθε Σαββατοκύριακο.
Παρεμπιπτόντως, ο Μπέντζαμιν είναι ο μικρότερος αδερφός μου. Είναι μόλις οχτώ χρονών, παρόλα αυτά ρίχνει κάτω έναν ολόκληρο λόχο παιδιών άμα θέλει (ούτε και εγώ θα το πίστευα αν δεν έβλεπα ένα αντίστοιχο περιστατικό απ' όταν ήταν στο νηπιαγωγείο) Με τα χρόνια που περάσανε, ηρέμισε κάπως, αυτό ωστόσο ήταν σχετικό. Και εφόσον έλειπαν οι γονείς μου, αυτή που ήταν υπεύθυνη για το νοικοκυριό και για τον Μπέντζαμιν ήμουν, φυσικά, εγώ. Οι γονείς μου είναι και οι δυο γιατροί και αρκετά φιλάνθρωποι. Εκείνη την εβδομάδα, έφυγαν εσπευσμένα για την Αφρική μόλις άκουσαν για μια επιδημία που κόντεψε να αποδεκατίσει σχεδόν ένα ολόκληρο χωριό. Δεν είναι ότι δεν είμαι περήφανη για εκείνους ή κάτι τέτοιο, παρόλα αυτά θα ευχόμουν να τους έβλεπα περισσότερο και να μην έλειπαν τόσες πολλές ώρες από το σπίτι.
Μόλις αντιλήφθηκε την παρουσία μου, γύρισε και με κοίταξε φευγαλέα, προτού γυρίσει πάλι το κεφάλι του στην τηλεόραση για να μην χάσει το επεισόδιο του αγαπημένου του παιδικού. Έτρεξα, πανικόβλητη σχεδόν, στο ψυγείο για να βρω γάλα και ό, τι άλλο χρειαζόμουν για ένα γρήγορο πρωινό. ''Επιτέλους ξύπνησες, Λούνα'' είπε εκείνος βαριεστημένα, χωρίς να ξεκολλήσει το βλέμμα του από την τηλεόραση ''Έπεσες σαν τούβλο στο κρεβάτι χθες το βράδυ. Μέχρι το δωμάτιό μου ακούστηκε ο γδούπος. Σε σκουντούσα και το πρωί που σε έπαιρνε τηλέφωνο η φίλη σου η Κάσσιντυ, χαμπάρι εσύ!'' ''Α, αλήθεια;'' φώναξα εγώ μέσα από την κουζίνα. Μα που στο καλό πήγαν τα δημητριακά; ''Και τι ήθελε;'' ''Τίποτα. Βλακείες έλεγε. Άρχισε να μιλάει και να μιλάει και εγώ βαρέθηκα να την ακούω και το έκλεισα'' Ένα ξέφρενο γέλιο βγήκε αυθόρμητα από μέσα μου. Κακόμοιρε Μπέντζαμιν, τι σου έμελλε να τραβήξεις. ''Δεν πειράζει, θα την πάρω εγώ αργότερα'' ''Ναι, πάρε την, να μην παίρνει συνέχεια στο σπίτι και με πρήζει'' είπε εκείνος ελαφρώς ενοχλημένος. Δεν τον αδικούσα. Ήξερα για την επιμονή της Κάσσιντυ και φανταζόμουν την αιτία.
Αφού έφαγα το πρωινό μου στα γρήγορα, πήρα την τσάντα μου και τα κλειδιά του σπιτιού και του αυτοκινήτου που ήταν στο τραπεζάκι του σαλονιού. Ο Μπέντζαμιν μου φώναξε γιατί δεν μπορούσε να δει τηλεόραση, όταν του είπα όμως να σταματήσει γιατί αλλιώς θα έμενε με άδειο το στομάχι, σταμάτησε σχεδόν αυτόματα την γκρίνια.
Οδήγησα προσεκτικά μέχρι το τοπικό σούπερ-μάρκετ. Δεν έκανα λίστα για τα πράγματα που έπρεπε να πάρω, όπως συνήθως, γιατί δεν είχα και πολλά να αγοράσω. Παράλληλα, έβγαλα από την τσάντα μου το κινητό μου και τηλεφώνησα στην Κάσσιντυ. Αφού άκουσα για λίγο το Sexy Bitch, ακούστηκε ένα χαρωπό: ''Έλα'' πίσω από την γραμμή. ''Τι συνέβη; Τι ήταν πια τόσο επείγον και έπρηξες μέχρι και τον αδερφό μου;'' Το γέλιο της ακούστηκε γάργαρο. ''Μα ξέρεις πολύ καλά τι σε ήθελα! Είναι δυνατόν, μετά από τέτοιες εξελίξεις εσύ να κοιμάσαι;'' ''Μετά από ένα τέτοιο ξενύχτι και μεθύσι είναι να το ρωτάς κιόλας; Ακόμα νιώθω το κεφάλι μου βαρύ και έτοιμο να σπάσει'' Πράγματι, παρόλο ότι είχα πάρει δυο Ντεπόν, ακόμα δεν έλεγε να μου περάσει ο πονοκέφαλος. Ο πονηρός τόνος στην φωνή της με έκανε να καταλάβω που το πήγαινε: ''Ναι, όλοι το είδαμε πόσο σε πότισε χθες ο Μπλέιζ. Και πώς χορεύατε μαζί όλο το βράδυ. Λούνα, είσαι φίλη μου και το ξέρεις, αλλά αν σας έβλεπε κανείς να χορεύετε, θα νόμιζε ότι είστε πρωταγωνιστές σε πορνό'' Ένα ακόμα γάργαρο γέλιο ακούστηκε από μέρους της. Τόσο άσχημο φάνηκε προς τα έξω; Μετά την αποχώρηση του Ρόμπερτ και τον στιγμιαίο περίπατο στο μπαλκόνι, άρχισα να πίνω λίγο παραπάνω και από εκεί και έπειτα είχα κάποια κενά μνήμης, δεν νομίζω όμως να είχα παρεκτραπεί τόσο πολύ. ''Δεν νομίζω να ήταν και τόσο άσχημο'' είπα αμυντικά εγώ. Εκείνη γέλασε ξανά. Ακουγόταν πολύ ευδιάθετη, υπερβολικά θα έλεγα. ''Όχι, όχι, πλάκα σου έκανα, μην ψαρώνεις'' Άκουσα άλλη μια φωνή από πίσω, αντρική αυτή την φορά ''Λοιπόν, φιλενάδα, σε αφήνω. Νομίζω ότι ο Τζάστιν από εδώ μόλις ξύπνησε. Θα σε περιμένω στο γνωστό μέρος στις έξι για να τα πούμε όλα με λεπτομέρειες. Πες και στην Έβελιν να έρθει, εντάξει; Φιλάκια'' Η γραμμή κόπηκε απότομα. Με έναν αναστεναγμό, έβαλα το κινητό πίσω στην τσέπη μου και συνέχισα τα ψώνια. Όταν πήρα όλα όσα χρειαζόμασταν, γύρισα σπίτι και ετοίμασα μεσημεριανό για να φάμε. Η καρμπονάρα μου άφησε αδιάφορο τον Μπέντζαμιν, ο οποίος ήθελε πατάτες τηγανιτές και τσίζμπεργκερ. Έκανα την καρδιά μου πέτρα και του υποσχέθηκα ότι θα του το έφτιαχνα αυτό το φαγητό μόνο αν έτρωγε την καρμπονάρα. Δεν θα έλεγα ότι έπιασε, τουλάχιστον όμως έφαγε δυο πιρουνιές, αρκετές για να μην πεινάσει. Αφού έκανα με το ζόρι κάποιες από τις δουλειές του σπιτιού, είδα ότι είχε περάσει η ώρα. Η σκούρα μπλε φόρμα και το φούτερ μου αντικαταστάθηκαν από ένα ''total black look'', το σύνηθες άλλωστε όποτε έβγαινα για καφέ: μακρυμάνικη μπλούζα με ροζ νεκροκεφαλές, μαύρο τζιν, χαμηλές μπότες και σκούρο μακιγιάζ. Αφού άρπαξα το μπουφάν και την τσάντα μου, φώναξα και στον Ρόμπερτ να κατέβει.
Τον άφησα στο σπίτι της γιαγιάς μου. Ευτυχώς που θα φώναζε την Ντέμπι και τον Σιθ, τα πρώτα μας ξαδέρφια που ήταν περίπου στην ηλικία του και θα είχε παρέα για να παίζει. Εφόσον υποσχέθηκα στην γιαγιά να μην αργήσω πολύ να τον πάρω, πήγα στην καφετέρια όπου είχαμε κανονίσει να συναντηθούμε.
Δεν το έλεγα αυτό συχνά για μια καφετέρια, παρόλα αυτά η συγκεκριμένη μου άρεσε. Ήταν νεανική μεν και δεν είχε την ατμόσφαιρα που θα ήθελα να έχει, ήταν όμως αρκετά ευρύχωρη και με πολύ άνετους καναπέδες. Μόλις μπήκα μέσα, εντόπισα την Κάσσιντυ και την Έβελιν που είχαν ήδη καθίσει. Η Κάσσιντυ είχε αφήσει κάτω τα μαλλιά της αυτή την φορά και ήταν αρκετά όμορφη, παρόλο ότι είχε ντυθεί αρκετά απλά. Η Έβελιν είχε ισιώσει από εχθές τα μαλλιά της και οι κόκκινες τούφες της καλά κρατούσαν. Φορούσε ένα ροζ φόρεμα με μαύρο κολλάν και ροζ μπότες με ένα σωρό αξεσουάρ, άλλα μαύρα και άλλα ροζ. Για το ροζ που φορούσε δεν επρόκειτο να πω κάποια καλή κουβέντα, ένιωθα απέχθεια προς το συγκεκριμένο χρώμα. Τι περιμένετε να ακούσετε από μια κοπέλα με μαύρες ανταύγειες;
Με χαιρέτησαν εγκάρδια και οι δυο. Κάθισα στον καναπέ και δεν πέρασε πολύ ώρα ώσπου να έρθει ο σερβιτόρος για να πάρει την παραγγελία μας. Ενώ εκείνες πήραν τσάι και ζεστή σοκολάτα αντίστοιχα, εγώ πήρα έναν καφέ, μπας και γλίτωνα λίγο από την θολούρα που υπήρχε ακόμα μέσα στο κεφάλι μου. Όταν έφυγε ο σερβιτόρος, η Κάσσιντυ αναφώνησε: ''Πάνω στην ώρα ήρθες, Λούνα, για την μεγάλη περιγραφή των χθεσινοβραδινών γεγονότων!'' ''Έχασες, Λούνα, δεν μπορώ να πω. Από το λίγο που μου περιέγραψε, η βραδιά είχε ‘’συνταρακτικές’’ εξελίξεις'' Λέγοντας το αυτό, η Έβελιν μου έριξε ένα έκπληκτο βλέμμα που δεν χωρούσε αμφιβολία ότι έλεγε την αλήθεια. ''Κορίτσια, ήταν μια μαγική βραδιά'' συνέχισε ακάθεκτη η Κάσσιντυ. Και άρχισε να μας εξιστορεί τις ''περιπέτειές'' της με τον Τζάστιν (τον τύπο που είχε ντυθεί φακίρης και χορεύανε μαζί το μεγαλύτερο μέρος της βραδιάς) Σε ορισμένα σημεία, νομίζω ότι υπερέβαλλε λίγο, είχε όμως και ένα δίκιο: όσα είχε ζήσει θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως ''Χίλιες και μια νύχτες'' Και όταν η Έβελιν γέλασε (ένα νευρικό, θα έλεγα, γέλιο) μόλις τελείωσε εκείνη την εξιστόρηση των όσων συνέβησαν, η Κάσσιντυ της είπε, επιθετικά: ''Τι γελάς εσύ; Εσύ ακόμα δεν έχεις προχωρήσει με τον δικό σου σε κάτι παραπάνω από τα ''χάδια και τα φιλιά'''' Η Έβελιν έδειχνε να προσβάλλεται και απάντησε, στον ίδιο τόνο: ''Θέλουμε να το πάμε αργά. Ξέρεις, όταν και οι δυο θα είμαστε έτοιμοι'' Η Κάσσιντυ τίναξε απότομα τα χέρια, απηυδισμένη από αυτό που άκουσε. ''Κορίτσι μου, κοίτα να ετοιμαστείς γρήγορα γιατί αλλιώς μπορεί ο δικός σου να βρει καμιά άλλη, πιο έτοιμη. Οι άντρες στο συγκεκριμένο ‘’θέμα’’ δεν περιμένουν και για πάντα, ξέρεις'' Η Έβελιν ήταν έτοιμη να απαντήσει, όταν μπήκα στην μέση, για να αποτρέψω τον καβγά που επρόκειτο να ξεσπάσει: ''Αν έτσι θέλει η Έβελιν, Κάσσιντυ, άφησέ την. Μπορεί να θέλει τον χρόνο της. Ο καθένας έχει τους δικούς του ρυθμούς'' Αυτό ήταν αρκετό για να κατευνάσουν τα πνεύματα, απ' ό, τι φαίνεται. Η Κάσσιντυ γύρισε προς εμένα, με ένα πονηρό χαμόγελο να φωτίζει το πρόσωπό της, δείχνοντάς να της φεύγει τελείως ο θυμός και να ξεχνά εντελώς το περιστατικό με την Έβελιν: ‘’Όλα αυτά όμως είναι ψιλά γράμματα. Η δικιά μας από ‘δω’’ είπε, δείχνοντάς με μια απλόχερη χειρονομία ‘’έδωσε ρέστα χθες το βράδυ’’ ‘’Ω, έλα τώρα, Κάσσιντυ, τα παραλές’’ είπα, νιώθοντας τα μάγουλά μου να καίνε. Ήμουν σίγουρη ότι είχα κοκκινίσει. ‘’Σοβαρολογώ’’ είπε εκείνη, κοιτάζοντάς με θαυμασμό, θα μπορούσε να πει κανείς ‘’Για εμένα, το να βρω έναν άντρα, να τον πάω σπίτι μου και να ζήσουμε μαζί καυτές στιγμές πάθους δεν είναι και καμιά σπουδαία είδηση. Για εσένα, όμως, είναι σαν να πέφτει ατομική βόμβα στο κέντρο της Όμαχα! Μάλιστα, αυτό και αν είναι πρωτοσέλιδο!’’
Σε αυτό δεν είχε και άδικο η Κάσσιντυ, ωστόσο έτσι όπως το είπε με έκανε να αισθάνομαι σαν να ποδοπατούσε την αξιοπρέπειά μου με νταλίκα! Έτοιμη ήμουν να της πω: ’’Τουλάχιστον, εμένα δεν θα μου κρεμούσε ποτέ κανείς την ταμπέλα της εύκολης γιατί μόνο αυτό δεν ήμουν!’’ ωστόσο κάτι τέτοιο θα ήταν μάταιο. Δεν όφειλε να συζητάς σοβαρά με την Κάσσιντυ για θέματα ‘’σχέσεων’’ και ‘’δεσμεύσεων’’ Εκείνη θεωρούσε σχέση την συζήτηση που γινόταν πριν από το σεξ και αυτή δεν διαρκούσε και πολύ: ’’Σπίτι μου ή σπίτι σου;’’ Ήλπιζα ότι η Έβελιν θα με απάλλασσε από το μαρτύριο του να απαντήσω, μόλις την κοίταξα όμως κατάλαβα ότι ήταν εξίσου περίεργη για να μάθει το τι συνέβη με την Κάσσιντυ. Ανακάθισα στην καρέκλα και, σταυρώνοντας αμυντικά τα χέρια στο στήθος, απάντησα: ‘’Τι να σας πω; Ο τύπος με κέρασε κάποια ποτά. Μιλήσαμε, συζητήσαμε, χορέψαμε και περάσαμε καλά’’ Η Κάσσιντυ μου έριξε ένα αυστηρό βλέμμα. ‘’Καλά τώρα, πλάκα μας κάνεις;’’ είπε μεταξύ-σοβαρού και αστείου. Η Έβελιν γέλασε γιατί, προφανώς, σκεφτόταν το ίδιο ‘’Τα τηλεγραφήματα είναι πιο μεγάλα από αυτό που μόλις μας είπες!’’ ‘’Και τι θέλετε να σας πω;’’ είπα εντελώς αθώα εγώ, αν και ήξερα πολύ καλά τι ήθελαν να μάθουν. ‘’Τι είπατε; Πως το είπατε; Σε κοίταξε λοξά; Δεν σε κοίταξε; Σου άρεσε καθόλου σαν άντρας;’’ Με σκούντηξε λίγο και είπε συνωμοτικά ‘’Πάντως, έχει πολύ ωραίο κορμί, αν θες την γνώμη μου. Θα μπορούσε να ‘’λιώσει’’ κάτω από τις ‘’κατάλληλες περιστάσεις’’’’ Μου έκλεισε το μάτι και ένιωσα πάλι να κοκκινίζω.
Εν ολίγοις και μετά από πολλά παρακάλια, τους είπα ορισμένα περιστατικά από την χθεσινή βραδιά, εκτός από την συνάντησή μου στην βεράντα με τον μυστηριώδη τύπο. Δεν ήξερα για ποιο λόγο δεν το είπα, πάντως δεν ένιωθα ακόμα την ανάγκη να το εκμυστηρευτώ. Αναλύσαμε με λεπτομέρειες την ‘’ανατομία’’ του Μπλέιζ (κυρίως η Κάσσιντυ επικεντρώθηκε εκεί) όπως επίσης και την εμφάνιση του Ρόμπερτ, τον οποίο και έθαψαν καλά, όπως και την Κέιλιν. Αυτό δεν κάνουν οι φίλες;
Έριξα μια ματιά στο κινητό μου και είδα ότι ήταν δέκα και μισή το βράδυ. Είχα ξεχαστεί τελείως, απ’ ό, τι φαίνεται. Έπρεπε να πάρω τον αδερφό μου από την γιαγιά μου αλλά, προτού πάω στο σπίτι της, ήθελα να περάσω από το νεκροταφείο για να επισκεφτώ την άλλη μου την γιαγιά, από την μεριά της μητέρας μου. Δεν θα το σκεφτόμουν σε καμία περίπτωση, ωστόσο σαν σήμερα είχε φύγει από την ζωή και ήθελα τουλάχιστον να της πάω και ένα λουλούδι.
Χαιρέτησα τα κορίτσια, που είχαν βρει κάποιους γνωστούς και έπαιζαν μαζί μια παρτίδα στο μπιλιάρδο και πήγα στο αμάξι μου. Μπήκα μέσα, φόρεσα τα γυαλιά μυωπίας μου (δεν είχα και πολύ μυωπία, ωστόσο το βράδυ όντως μου ήταν απαραίτητο να τα φοράω) και έβαλα μπρος για το νεκροταφείο. Λίγα μέτρα προτού φτάσω, σταμάτησα σε ένα ανθοπωλείο και πήρα ένα μπουκέτο λουλούδια, διαλέγοντας γιασεμί, μαργαρίτες και τριαντάφυλλα, όλα αγαπημένα της λουλούδια, τα οποία τα κρατούσε συνεχώς κοντά της (είτε στον κήπο της είτε γέμιζε βάζα ολόκληρα και το σπίτι ήταν πάντα γεμάτο από μια γλυκιά μυρωδιά)
Το νεκροταφείο μέσα στην νύχτα δέσποζε εκεί, πελώριο και επιβλητικό, με ελάχιστα φώτα να φεγγοβολούν μέσα στην νύχτα και με κοιτούσε κατάματα, περιμένοντας να κάνω το πρώτο βήμα. Δεν ένοιωσα ωστόσο φόβο, ούτε για μια στιγμή. Άσχετα από τις ιστορίες που έχω ακούσει και τα θρίλερ που έχω δει κατά καιρούς, για μένα τα νεκροταφεία είναι απλά ένα σημείο αναφοράς όπου έδινες φόρο τιμής στους δικούς σου νεκρούς ή κάτι τέτοιο, όπως λέει και στον ‘’Επιτάφιο’’ Περνώντας μέσα από υπέροχα γοτθικά αγάλματα, μαυσωλεία και πολυάριθμους τάφους (πολλοί από αυτούς ήταν τόσο παλιοί που ξεχώριζαν μέσα σε μια πληθώρα από σταυρούς και λοιπές, απλές ταφόπλακες) έφτασα τελικά στον τάφο της γιαγιάς μου.
Γονάτισα και άφησα τα λουλούδια στο έδαφος, κοιτάζοντας την μουντή ταφόπλακα:
Τζόζεφιν Σαντοβάλ Αγαπημένη σύζυγος, μητέρα και γιαγιά 1929-2006
Στάθηκα ακίνητη από πάνω από την ταφόπλακα και δεν μπορούσα να μην σκεφτώ όλες τις καλές στιγμές που ζήσαμε, αλλά και το πόσο μου έλειπε. Σιωπηλά και από μέσα μου, άρχισα να της λέω όλα όσα ήθελα να της πω τόσο καιρό. Κάποια στιγμή, άκουσα από πίσω μου βήματα που πλησίαζαν. Γύρισα το κεφάλι μου προς τα πίσω και ευχόμουν να μην φαινόταν στο πρόσωπό μου πόσο φοβόμουν.
Από πίσω μου πλησίαζε με γοργά βήματα ο τύπος με την μάσκα από το μπαρ. Χωρίς να ξέρω το γιατί, ένιωσα να χαλαρώνω με την παρουσία του εκεί. Όταν σήκωσε το κεφάλι του και με είδε, ήταν τόσο έκπληκτος όσο ήμουν και εγώ που συναντιόμασταν κάτω από αυτές τις περίεργες συνθήκες. Κρατούσε ένα περίεργο μηχάνημα στο χέρι το οποίο δεν μπορούσα να δω καλά τι ακριβώς ήταν. Αυτή την φορά, ήταν ντυμένος με ένα σκούρο γκρι, επαγγελματικό κουστούμι με μαύρο πουκάμισο και ασορτί μαύρα παπούτσια. Είχε λυτά τα μαλλιά του και αυτή την φορά δεν φορούσε μάσκα. Λαχταρούσα να δω το πρόσωπό του χωρίς την μάσκα και η αλήθεια ήταν ότι η μάσκα δεν τον αδικούσε καθόλου. Ένας συνδυασμός από δυο δίδυμα φεγγάρια σε ένα κατάμαυρο ουρανό με αποφασιστικές και, σε ορισμένα σημεία, αυστηρές γωνίες προσώπου. Το ψηλό του ανάστημα και το παρουσιαστικό του επίσης έδειχναν ότι κάτω από τα ρούχα αυτά πιθανόν να υπήρχε και ένα ενδιαφέρον περιεχόμενο, ωστόσο απαγόρευσα στην σκέψη μου να παραστρατήσει τόσο πολύ.
Το ζεστό του χαμόγελο έδειχνε πως πιθανότατα και ο ίδιος θεωρούσε αστεία την συνάντησή μας σε ένα τέτοιο μέρος. Τα λεγόμενά του το αποδείκνυαν αυτό: ''Ένα πλάσμα γεμάτο ζωή δεν ταιριάζει σε ένα μέρος όπου δεσπόζει ολόγυρα ο θάνατος'' ''Δεν είμαι εδώ από επιλογή; Αν ήρθα, σημαίνει ότι κάτι αναζητώ'' ''Και τι είναι αυτό που αναζητάς;'' Έστρεψα το βλέμμα μου στην ταφόπλακα. ''Αυτή είναι η γιαγιά μου. Σαν σήμερα έφυγε. Έπρεπε να την επισκεφτώ, δεν έπρεπε;'' Το βλέμμα του σκοτείνιασε κάπως και το χαμόγελό του έσπασε: ''Αυτό εσύ το γνωρίζεις καλύτερα από μένα'' είπε με τόνο σοβαρό. Επικράτησε σιωπή για λίγα λεπτά. Αποφάσισα να πω κάτι για να ελαφρύνω την ατμόσφαιρα (όσο μπορούσα. Τι στο καλό; σε νεκροταφείο βρισκόμουν!) ''Εσύ τι δουλειά έχεις εδώ, για να έχουμε καλό ερώτημα;'' είπα και χαμογέλασα πονηρά. Εκείνος μου ανταπέδωσε το χαμόγελο. ''Δεν θα μπορούσες να μαντέψεις ποτέ'' είπε με έναν μυστηριώδη τόνο. Αυτό έξαψε την περιέργειά μου. ''Έχω μεγάλη φαντασία'' τον διαβεβαίωσα εγώ. ''Αυτό ξεπερνά ακόμα και την δική σου φαντασία'' ''Εντάξει, κέρδισες! Είμαι περίεργη. Για λέγε'' ''Μα δεν μάντεψες'' είπε εκείνος, σαν να παίζαμε κάποιο παιχνίδι. ''Πες εσύ και θα δω αν έχω πέσει μέσα'' η ανυπόμονη απάντησή μου. Εκείνος γέλασε λιγάκι με την ανυπομονησία μου και μου είπε το λόγο. Ήταν σαν να ετοιμαζόταν να πει κάτι που θα με άφηνε άφωνη. ''Κάνω μια μελέτη'' Αυτό με παραξένεψε, αλλά όχι όσο με εξέπληξαν τα επόμενα λόγια του. ''Μελέτη; Στο νεκροταφείο; Και τι σόι μελέτη είναι αυτή;'' ''Μεταφυσικά και παραφυσικά φαινόμενα...ειδικότερα για την κίνηση των πνευμάτων. Όπως βλέπεις, έχω μαζί μου όλα τα κατάλληλα σύνεργα. Και ποιο μέρος είναι το πιο κατάλληλο όταν ψάχνεις ένα μέρος με μεταφυσικά φαινόμενα από ένα νεκροταφείο;'' Τα μάτια μου ήμουν σίγουρη ότι είχαν γουρλώσει από την έκπληξη και ο ίδιος δεν μπορούσε να κρύψει το πόσο αστεία πρέπει να έβρισκε την έκφρασή μου. ''Ουάου. Αυτό όντως ξεπέρασε την φαντασία μου’’ είπα, χωρίς να μπορέσω να κρύψω την έκπληξή μου. Τα επόμενα λόγια βγήκαν τελείως αυθόρμητα από το στόμα μου ‘’Άρα τύπους σαν και σένα τους βρίσκεις μόνο στα νεκροταφεία'' Εκείνος γέλασε ξανά, ένα γέλιο γάργαρο, γεμάτο. Παρατήρησα ότι εμφανίστηκαν κάποιες έντονες ρυτίδες γέλιου κάτω από τα μάτια και το στόμα του, μια εικόνα που βρήκα πολύ σέξι. Προσπαθώντας να συγκρατήσει το γέλιο του, είπε: ''Αν είναι εν ώρα εργασίας, ναι, πολύ πιθανόν εκεί να τους βρεις'' ''Πολύ...παράξενη η εργασία σου’’ Κόμπιασα, σκεπτόμενη αν θα έπρεπε να κάνω την επόμενη ερώτηση ‘’Δεν φοβάσαι, δεν αισθάνεσαι ανησυχία;'' Το απορημένο του βλέμμα έδειχνε ότι δεν ακολουθούσε το σκεπτικό μου. ''Για ποιο πράγμα;'' Πήρα μια κοφτή ανάσα και προσπάθησα να εξηγήσω τις συγκεχυμένες σκέψεις τις στιγμής όσο καλύτερα μπορούσα: ''Κοίτα, μπορεί να μην τα πιστεύω και όλα τα ''υπερφυσικά και μεταφυσικά'' φαινόμενα, όμως σίγουρα πιστεύω στην ύπαρξη της ψυχής, συνεπώς και των πνευμάτων. Δεν είναι απλά ένα αντικείμενο μελέτης. Μιλάμε για ανθρώπινες ψυχές, ορισμένες εκ των οποίων μπορεί να ανήκουν σε βασανισμένους ανθρώπους ή σε ανθρώπους που έφυγαν από αυτή την ζωή με βίαιο ή βάναυσο τρόπο. Δεν φοβάσαι μήπως η δραστηριότητά σου τα ενοχλήσει; Δεν ανησυχείς μήπως κάποιο από αυτά θελήσει να σε εκδικηθεί;'' Μπορεί να νόμιζε ότι θα χλεύαζα το αντικείμενο εργασίας του ή ότι θα φρίκαρα εντελώς από μια τέτοιου είδους συζήτηση, όμως η καθημερινή μου επαφή με την Λίλυ με είχε ‘’χειραγωγήσει’’ σκληρά και μπορούσα να ανταπεξέλθω σε τέτοιου είδους συζητήσεις. Ο άντρας αυτός με κοιτούσε έντονα για λίγες στιγμές και μετά σταύρωσε τα χέρια του στο στήθος του. ''Και εσύ αυτή την στιγμή βρίσκεσαι εδώ, οπότε ‘’παρεμβάλλεις’’ και εσύ στην ‘’δραστηριότητα’’, κατά κάποιο τρόπο. Εσύ δεν φοβάσαι την οργή τους;’’ ρώτησε μειλίχια εκείνος. ''Εγώ έφερα λουλούδια. Δεν τα αντιμετώπισα σαν ''λευκά σεντόνια'' ή σαν ''αντικείμενα μελέτης'''' απάντησα αμυντικά. ''Και έτσι μπορεί και να την γλιτώσεις'' είπε εκείνος, περισσότερο σαν την διαπίστωση ενός γεγονότος. ''Πολύ πιθανόν’’ είπα χαμογελώντας ‘’Και έχω και άλλο ένα άλλοθι: κοπέλες σαν και εμένα, άπαξ και κλειστούν μια φορά στο καβούκι τους, δεν βγαίνουν ποτέ από αυτό'' Αυτή η απάντηση τον έκανε να ανασηκώσει ελαφρώς το φρύδι και είπε, με έναν τόνο όπου φαινόταν ότι του είχα κινήσει και εκείνου το ενδιαφέρον: ''Ώστε έτσι; Σε εμένα πως μιλάς τότε;'' Έλα ντε. Τι μπορείς να απαντήσεις τώρα; Καμία απάντηση δεν ήταν εκ του ασφαλούς. Εκτός από εκείνη που ξεστόμισα χωρίς ιδιαίτερη σκέψη: ''Είσαι ό, τι πιο κοντά σε ζωντανό πολυκύτταρο οργανισμό υπάρχει εδώ τριγύρω'' Να πάρει! Ήταν ένα σαρκαστικό σχόλιο που το χρησιμοποίησα σε μια ώρα ανάγκης, ωστόσο μετάνιωσα που το είπα γιατί δεν ήθελα να νομίζει κιόλας πως δεν ήθελα να είναι δίπλα μου. Εκείνος δεν φάνηκε να πτοείται, μόνο εμφανίστηκε ένα μυστηριώδες χαμόγελο στο πρόσωπό του και είπε με στόμφο: ''Στην θέση σου, δεν θα ήμουν και τόσο σίγουρος για αυτό’’
Άξαφνα, τον ένιωσα πιο πολύ παρά τον είδα να φτάνει με ιλιγγιώδη ταχύτητα πίσω από την πλάτη μου και να παραμερίζει με το χέρι του τα λιγοστά μαλλιά μου. Η ανάσα του στον σβέρκο μου με έκανε να ανατριχιάσω ‘’Αχ, Λούνα, Λούνα’’ είπε αισθησιακά το όνομά μου. Πήρε μια τούφα από τα μαλλιά μου στα χέρια του και την μύρισε, κάνοντάς με να αισθάνομαι την ίδια έξαψη με χθες το βράδυ: ‘’Μμμ, τα μαλλιά σου μυρίζουν τριαντάφυλλο. Είναι καθαρά, γεμάτα ζωντάνια’’ Και πήρε άλλη μια βαθιά εισπνοή.
Δεν μπορούσα να κινηθώ, δεν μπορούσα ούτε καν να σκεφτώ. Το μόνο που ήθελα ήταν τα χέρια του να με αγγίξουν και σε άλλα μέρη του σώματός μου με τον ίδιο αργό και αισθησιακό τρόπο. Μετά βίας, ένα γεγονός με χτύπησε, σαν να μου έριχνε κάποιος παγωμένο νερό και με επανέφερε στην πραγματικότητα: ''Πως ξέρεις το όνομά μου;'' ρώτησα, νιώθοντας έναν κόμπο στην φωνή μου. Η απάντησή του με άφησε με πολλές απορίες: ''Αν σου πω, είναι μια επικίνδυνη γνώση για να την κρατά κανείς. Είσαι έτοιμη άραγε για κάτι τέτοιο;'' Το χέρια του έπιασαν τον λαιμό μου και τα δάχτυλά του άρχισαν να μου κάνουν αισθησιακό μασάζ. ‘’Ναι, είμαι έτοιμη’’ είπα με περισσότερη σιγουριά από ό, τι ένιωθα ‘’Θέλω να ξέρω’’
Ξαφνικά, τα χέρια του δεν υπήρχαν πια στον λαιμό μου, ούτε η ανάσα του μου γαργαλούσε τον σβέρκο. Γύρισα και το μόνο που υπήρχε πίσω μου ήταν η ταφόπλακα της γιαγιάς μου. | |
| | | Raven Vampire Eli†e
Αριθμός μηνυμάτων : 12430 Ημερομηνία εγγραφής : 29/06/2010 Ηλικία : 30 Τόπος : Fairytale
Character sheet Αγαπημένος Ήρωας: Eric Northman Atittude: Kind
| Θέμα: Απ: Vampirisious-Book 1 Τρι Μάης 17, 2011 2:45 am | |
| WOW!!! Πολύ... τέλειοοοο!!! (θα σου κάνω μήνυση που μου έκλεψες τη σκηνή που έγραψες πριν από μήνες! Μου πήρες πνευματική περιουσία μέσα από το μυαλό μου! Θα σε κλείσουν μέσα - ή μάλλον εμένα θα κλείσουν μέσα, στο ψυχιατρείο). Σοβαρά τώρα, μου άρεσε πάρα πολύ και εννοείται ότι δεν τις εννοώ αυτές τις βλακείες. Έχω να πω ότι αυτή η Κέιλιν μου θυμίζει πάρα πολύ την κολλητή μου (που είναι ακριβώς αποστειρωμένη πριγκίπισσα, άλλα ευτυχώς δεν είναι τόσο κακιά). Επίσης φαίνεται σαν να τον έχει μαγέψει το Ρόμπερτ και να τον κρατά παρά τη θέλησή του. Μήπως κάτι τρέχει μαζί της? Επίσης με βλέπεις να τραγουδάω σαν υστερική τους στίχους που έβαλες? Το Φάντασμα της Όπερας είναι από τις αγαπημένες μου ταινίες και ξέρω σχεδόν όλα τα τραγούδια απέξω! :Ρ Ενθουσιάστηκα! Και κάτι μου λέει πως αυτός ο τύπος είναι μια χαρά αντικείμενο μελέτης παραφυσικών φαινομένων! :Ρ | |
| | | Sensitive Vampire Vampire Eli†e
Αριθμός μηνυμάτων : 11982 Ημερομηνία εγγραφής : 14/09/2010 Ηλικία : 29 Τόπος : it's a secret!!!
Character sheet Αγαπημένος Ήρωας: damon salvatore, edward cullen, kristian ozera, adrian ivashkof Atittude: Kind
| Θέμα: Απ: Vampirisious-Book 1 Τρι Μάης 17, 2011 3:24 am | |
| απολυτα. οταν το διαβασα μου ηρθε κατευθειαν στο μυαλο οτι τελικα ο κακος της υποθεσης, που κυνηγαει την λουνα μπορει να μην ειναι ο ρομπερτ, αλλα η κειλεν. ειναι σαν να τον κραταει με κατι. και αυτος παρολου που θελει να φυγει να φοβαται. ο μπλειζ θα συνεχισει να εμφανιζεται? γιατι νομιζω οτι εδειξε μεγαλο ενδιαφερον. δεν θα την αφησει ετσι την λουνα. οσο για τον μυστηριωδη αγνωστο, την ξαφνιασε που ηξερε το ονομα της, που στην τελικη μπορει και να το ακουσε στο μπαρ (διολου περιεργο) και οχι η υπερφυσικη του ταχυτητα. ουτε ο αινιγματικος του τονος, ουτε το μυστηριο που εκπεμπει. τιποτα. μονο η γνωση του ονοματος της ασε που συμφωνω με την χριστινα. αυτος πρεπει να ειναι το καταλληλοτερο αντικειμενο μελετης της ιδιας του της εργασιας. και ο μονος που δεν εχει τιποτε να φοβηθει απο ενα νεκροταφειο. ουτε εκδικηση απο τους νεκρους, ουτε τιποτα. μην με βρισετε αλλα εγω δεν εχω δει ποτε το φαντασμα της οπερας. δεν εχει τυχει. αν και θελω να το δω ανυπομονω για την συνεχεια | |
| | | AЯianЯhod.ЬЩ.22 Vampire Eli†e
Αριθμός μηνυμάτων : 5273 Ημερομηνία εγγραφής : 23/02/2011 Ηλικία : 32 Τόπος : Lying in my coffin...Buried in a distant tomb of a distant place...away from unwanted eyes...
Character sheet Αγαπημένος Ήρωας: Louis, Lestat and Dracula Atittude: Mean
| Θέμα: Απ: Vampirisious-Book 1 Τρι Μάης 17, 2011 5:59 am | |
| Raven-Θα μου κάνεις μήνυση επειδή μπήκα στο μυαλό σου; Θα προσλάβω τον Κούγια για να αναλάβει την υπόθεση Και ναι, κάτι μπορεί και να τρέχει με την αποστειρωμένη πριγκίπισσα - Σπόιλερ:
Ποιους στίχους; Αυτούς που ὲχω βάλει στο κεφάλαιο 3 ή στην υπογραφή μου; Ναι, απλά το λατρεύω το Φάντασμα της Όπερας... Sensitive Vampire-Ναι, ο Μπλέιζ θα συνεχίσει να εμφανίζεται και δεν θα την αφήσει έτσι την Λούνα Όσο για το ότι δεν τα πρόσεξε αυτά, αυτό έγινε λίιιιγο εξ επίτηδες Της έκανε πιο πολύ εντύπωση γιατί ήταν σε μια αίθουσα κατάμεστη από κόσμο, με τέρμα την μουσική και εκείνος καθόταν στην άλλη άκρη του δωματίου...Πως είναι δυνατόν να το άκουσε; Πράγματι, ο ίδιος είναι το ιδανικό αντικείμενο για την έρευνά του, αλλά δεν το παραδέχεται γιατί, κατά βάθος, είναι μετριόφρων :P Να το δεις πάντως το Φάντασμα της Όπερας, είναι θεική ταινία Αν και αύριο δεν είναι σίγουρο, σίγουρα μεθαύριο θα έρθει η συνέχεια | |
| | | Raven Vampire Eli†e
Αριθμός μηνυμάτων : 12430 Ημερομηνία εγγραφής : 29/06/2010 Ηλικία : 30 Τόπος : Fairytale
Character sheet Αγαπημένος Ήρωας: Eric Northman Atittude: Kind
| Θέμα: Απ: Vampirisious-Book 1 Τρι Μάης 17, 2011 6:00 pm | |
| Ωραία!!! Ανυπομονούμε για τη συνέχεια!!!! - Σπόιλερ:
Έλεγα τους στίχους που έχεις βάλει στο κεφάλαιο. Αυτούς στην υπογραφή τώρα τους είδα. Δεν τους είχα προσέξει πιο πριν η πανέξυπνη (άλλα κι αυτούς τώρα τους τραγουδάω)! Και δεν κατάλαβες χρυσό μου, τον Κούγια τον έχω προσλάβει ήδη εγώ!!! :Ρ
| |
| | | Sensitive Vampire Vampire Eli†e
Αριθμός μηνυμάτων : 11982 Ημερομηνία εγγραφής : 14/09/2010 Ηλικία : 29 Τόπος : it's a secret!!!
Character sheet Αγαπημένος Ήρωας: damon salvatore, edward cullen, kristian ozera, adrian ivashkof Atittude: Kind
| Θέμα: Απ: Vampirisious-Book 1 Τρι Μάης 17, 2011 6:03 pm | |
| wow!!! δηλαδη πιασαμε το πνευμα της υποθεσης? ανυπομονω για την συνεχεια - Σπόιλερ:
ειμαι και εγω καλη δικηγορος. αν με θελει καμια | |
| | | Raven Vampire Eli†e
Αριθμός μηνυμάτων : 12430 Ημερομηνία εγγραφής : 29/06/2010 Ηλικία : 30 Τόπος : Fairytale
Character sheet Αγαπημένος Ήρωας: Eric Northman Atittude: Kind
| Θέμα: Απ: Vampirisious-Book 1 Τρι Μάης 17, 2011 6:05 pm | |
| Ναι, έτσι δείχνει... - Σπόιλερ:
Σε προσλαμβάνω εγώ αρκεί να μου αποδείξεις ότι είσαι καλυτερη από τον Κούγια!
| |
| | | Sensitive Vampire Vampire Eli†e
Αριθμός μηνυμάτων : 11982 Ημερομηνία εγγραφής : 14/09/2010 Ηλικία : 29 Τόπος : it's a secret!!!
Character sheet Αγαπημένος Ήρωας: damon salvatore, edward cullen, kristian ozera, adrian ivashkof Atittude: Kind
| Θέμα: Απ: Vampirisious-Book 1 Τρι Μάης 17, 2011 6:13 pm | |
| - Σπόιλερ:
ειμαι πολυ καλυτερη. να εισαι σιγουρη
| |
| | | AЯianЯhod.ЬЩ.22 Vampire Eli†e
Αριθμός μηνυμάτων : 5273 Ημερομηνία εγγραφής : 23/02/2011 Ηλικία : 32 Τόπος : Lying in my coffin...Buried in a distant tomb of a distant place...away from unwanted eyes...
Character sheet Αγαπημένος Ήρωας: Louis, Lestat and Dracula Atittude: Mean
| Θέμα: Απ: Vampirisious-Book 1 Τρι Μάης 17, 2011 8:25 pm | |
| Πόσες φορές πρέπει να επαναληφθεί κάτι για να πάψει να είναι σύμπτωση; Κεφάλαιο 5ο Το μισούσα το σχολείο.
Αυτή ήταν η μόνη αλήθεια. Αν ήθελα όμως να έχω ένα καλύτερο μέλλον, αν ήθελα έστω και να ελπίζω να κάνω κάτι στην ζωή μου, ήταν αναγκαίο κακό. Το πρωί που σηκώθηκα ήμουν μες στα νεύρα-και όχι μόνο αυτό, αλλά έπρεπε να ξυπνήσω και το ζιζάνιο τον αδερφό μου, να τον βοηθήσω να ντυθεί, να ετοιμάσω πρωινό και να τον πάω στο σχολείο. Ευτυχώς, το δημοτικό ήταν σχετικά κοντά, οπότε τον πήγα με το αυτοκίνητο και συνέχισα τον δρόμο μου για το δικό μου σχολείο.
Μόλις έφτασα, είδα ότι το παρκινγκ ήταν μισογεμάτο, που σημαίνει ότι έφτασα σχετικά νωρίς. Στην γνωστή του θέση είδα πως βρισκόταν παρκαρισμένο το αυτοκίνητο της Λίλυ. Δύσκολο να αγνοήσεις ένα τέτοιο αυτοκίνητο: μαύρο, γεμάτο νεκροκεφαλές και πράσινα συννεφάκια καπνού. Ήταν σαν μοντέρνα κούρσα για να μετακινούν τα φέρετρα. Όταν της το είχα πει αυτό για πρώτη φορά, χαμογέλασε και με χτύπησε φιλικά στην πλάτη, λέγοντας όλο συγκίνηση: ‘’Το ήξερα ότι θα σου άρεσε’’
Δεν αντιλέγω, η Λίλυ είναι κάπως ιδιόρρυθμος άνθρωπος. Ορισμένες φορές, αν δεν έδινες προσοχή σε αυτά που έλεγε, μπορεί και να χανόσουν. Η κάθε της φράση συχνά ήταν και ένας γρίφος. Πολλά παιδιά από το σχολείο μου την σχολιάζανε πίσω από την πλάτη της και την κοιτάζανε λοξά, κανείς ωστόσο δεν την έχει προσβάλλει ανοιχτά, σαν να μην ήξεραν πώς να της φερθούν ή πώς να την πλησιάσουν. Πραγματικά, δεν μπορούσα να τους καταλάβω. Αν την γνώριζαν καλύτερα, θα έβλεπαν ότι είναι ένα ξεχωριστό και ενδιαφέρον άτομο.
Ο διάδρομος έσφυζε από ζωή και, παρά το ότι δεν είχαν έρθει όλοι ακόμα, ήδη άρχισαν να σχηματίζονται τα πρώτα πηγαδάκια. Πήγα στο ντουλάπι μου και τακτοποίησα τα πράγματά μου, όταν την είδα με την άκρη του ματιού μου. ‘’Καλημέρα, ηλιαχτίδα’’ είπε κεφάτα η Λίλυ και ένα πλατύ χαμόγελο εμφανίστηκε στο πρόσωπό της. ‘’Καληνύχτα, έρεβος’’ η απάντηση μου. Αυτός ήταν ο συνθηματικός μας χαιρετισμός. Ήμασταν η νύχτα με την μέρα: εκείνη είχε μαύρα μαλλιά και μάτια και πάλλευκη επιδερμίδα και εγώ είχα ξανθά μαλλιά και σταρένιο δέρμα.
Και ενώ είχα ντυθεί απλά σήμερα, με το καθημερινό, μαύρο μπουφάν μου, ένα άσπρο ζιβάγκο, μαύρο παντελόνι και αθλητικά, εκείνη είχε ντυθεί λες και επρόκειτο να παρευρεθεί σε δεξίωση: ψηλές, δερμάτινες μπότες μέχρι το γόνατο, κολάν, κοντή, καρό φούστα, πουκάμισο και από πάνω ένα κοντομάνικο σακάκι και, σαν να μην έφταναν όλα αυτά, φορούσε και μια μακριά καμπαρτίνα. Τα αναρίθμητα σκουλαρίκια στα αυτιά και τα βραχιόλια με τα καρφιά στα χέρια ήταν απαραίτητα ενώ το σκούρο μακιγιάζ δεν έλειπε.
Μετά από την εξεταστική ματιά που της έριξα, είπα με νόημα: ‘’Ωραία αμφίεση. Πιο ταιριαστή για σχολείο σε βλέπω σήμερα’’ Η Λίλυ στριφογύρισε θεατρινίστικα τα μάτια της, έσκυψε στο αυτί μου και ψιθύρισε: ‘’Μην νομίζεις, παραπλανητική είναι. Στην ουσία, είμαι μια βρικόλακας που έχει χάσει τον δρόμο της για την night class’’ Ακούγοντάς το αυτό, γέλασα ‘’Αχ βρε Λίλυ! Δεν θα αλλάξεις ποτέ’’ ‘’Αφού το ξέρεις’’ μου λέει όλο νόημα εκείνη και μου κλείνει το μάτι ‘’Μην ακούς τι λέω στην Κάσσιντυ. Έχω τον Τζάρεντ, έχω εσένα, την Έβελιν, τι παραπάνω μπορώ να ζητήσω;’’ ‘’Ω, την ξέρεις τώρα την Κάσσιντυ, μην την παρεξηγείς’’ Με κοίταξε καλά και είπε αργόσυρτα, σαν να μιλούσε σε μωρό: ‘’Δεν χαρακτηρίζω ανθρώπους που χαρακτηρίζονται από μόνοι τους. Εκεί δεν υπάρχει πιθανότητα να παρεξηγήσεις τον άλλον’’ Ήθελα να πω πως κάτι αντίστοιχο θα μπορούσε να πει κανείς για την Λίλυ, ήταν όμως πολύ αργά, γιατί είδα την Κάσσιντυ να της σκουντάει τον ώμο: ‘’Βρε χαζούλα! Έκρυψα ποτέ αυτό που πραγματικά είμαι;’’ ‘’Μπα, όχι, το αντίθετο μάλιστα: φωνάζει από μακριά. Αυτό έλεγα τώρα στην Λούνα’’ είπε η Λίλυ με έναν, ας τον πούμε, μη φιλικό τόνο. Η Λίλυ για κάποιο λόγο δεν εμπιστευόταν την Κάσσιντυ. Πάντα έλεγε πως πίσω από την φαινομενική φιλικότητα και κοινωνικότητα που διέθετε, ήταν ρηχή και επιπόλαιη και, ορισμένα λάθη που έκανε, τα έκανε λόγω αυτής της επιπολαιότητας, γι’ αυτό και δεν μπορούσε να την εμπιστευτεί κανείς. Την Κάσσιντυ, ωστόσο, δεν έδειχνε να την νοιάζει και τόσο. Φαινόταν να το διασκεδάζει. Μου είχε εκμυστηρευτεί κάποτε ότι, σε αντίθεση με άλλους, η Λίλυ ήταν πάντοτε ‘’ειλικρινής σε βαθμό κακουργήματος’’
Αφού ανταλλάξανε και άλλες, το ίδιο ‘’γλυκές’’ κουβέντες, χτύπησε το κουδούνι. Οι ώρες πέρασαν βασανιστικά αργά και, επιτέλους, ήμασταν ελεύθεροι από αυτή την φυλακή. Μπήκα γρήγορα στο αυτοκίνητό μου, πήρα και τον Μπέντζαμιν από το σχολείο και γυρίσαμε σπίτι. Άρχισα να ετοιμάζω το μεσημεριανό και, λίγο προτού τελειώσω, χτύπησε το τηλέφωνο. Το σήκωσα βαριεστημένα. ‘’Εμπρός;’’ Μια χαρούμενη φωνή ακούστηκε στην άλλη άκρη της γραμμής. ‘’Χλωμό μου φεγγάρι, θα μας τιμήσεις με την παρουσία σου;’’ Αναστέναξα. ‘’Λίλυ, τρελάθηκες; Έχω τον Μπέντζαμιν να προσέξω, συν του ότι αύριο γράφουμε διαγώνισμα και πρέπει να διαβάσω’’ Η Λίλυ δεν φάνηκε να πτοείται: ‘’Εντάξει, πήγαινε λίγο τον μικρό στην γιαγιά του και άφησε και εσύ για λίγο το διάβασμα! Όλη την εβδομάδα πια προετοιμάζεσαι για αυτό το διαγώνισμα. Θα τα πας μια χαρά, είμαι σίγουρη!’’ ‘’Βρίσκεις;’’ Ρώτησα αβέβαιη εγώ. ‘’Φυσικά! Η πολλή δουλειά, άλλωστε, τρώει τον αφέντη. Λοιπόν, τι λες; Θα έρθεις;’’ ‘’Δεν ξέρω’’ είπα, νιώθοντας ακόμα να με ταλανίζει η αβεβαιότητα. Το σκέφτηκα όμως καλύτερα. Βαριόμουν να μείνω στο σπίτι και να διαβάσω. Χρειαζόμουν να βγω λιγάκι έξω, να κάνω ένα διάλλειμα ‘’Που είσαι;’’ Ρώτησα, με αποφασιστικό τόνο αυτή την φορά. Η Λίλυ πανηγύριζε από τον ενθουσιασμό της: ‘’Ναι! Το ήξερα ότι θα έρθεις. Είμαι στο ‘’In spot’’ internet café. Είναι και ο Τζάρεντ εδώ και υποστηρίζει ότι μας ‘’έχει’’’’ ‘’’’Νομίζει’’, πες του! Τώρα θα δει τι έχει να πάθει’’ Η Λίλυ γέλασε και είπε εύθυμα: ‘’Οκ. Τσάο μπέλα!’’ προτού διακόψει την συνομιλία μας.
Έβαλα στον Μπέντζαμιν να φάει και τον προειδοποίησα να μην δει υπερβολικά πολύ τηλεόραση, γιατί θα διαβάζαμε αργότερα μαζί τα μαθήματά του. Εκείνος μου την είπε γιατί ήμουν η ‘’σπαστική, μεγάλη αδερφή που του έσπαγε τα νεύρα’’ και εγώ τον φίλησα στο μέτωπο προτού πάρω τα κλειδιά μου και την τσάντα μου. Δεν μπήκα στον κόπο να αλλάξω γιατί δεν είχα σκοπό να καθίσω πολύ μαζί τους, ούτως ή άλλως.
Όταν έφτασα στο internet café, δεν υπήρχε πολύς κόσμος. Μόλις είδα την Λίλυ, την χαιρέτησα από μακριά και εκείνη μου έκανε νόημα για να πλησιάσω. Όταν έφτασα στους υπολογιστές όπου κάθονταν, την φίλησα γρήγορα στο μάγουλο, όπως και τον Τζάρεντ και τον ρώτησα πως ήταν η μέρα του. Εκείνος στραβομουτσούνιασε. Αυτό ήταν αρκετό σαν απάντηση. ‘’Το σχολείο μας κάνει δυστυχισμένους’’ παρατήρησα στωικά. ‘’Εσύ να τα βλέπεις αυτά!’’ είπε η Λίλυ με μια αστεία έκφραση ‘’Που ήθελες να κάτσεις μέσα για να διαβάσεις’’ ‘’Αλήθεια νομίζεις ότι το ήθελα; Κανονικά αυτό θα έπρεπε να κάνω…’’ ‘’Όμως σε παρέσυρε η ‘’μαύρη αράχνη’’ από’ δω στον ιστό της’’ συμπλήρωσε ο Τζάρεντ με θυμηδία και την έδειξε με το δάχτυλο. ‘’Ω, έλα τώρα’’ είπε θεατρινίστικα η Λίλυ ‘’Μην με κάνεις να κοκκινίζω με τέτοιου είδους κομπλιμέντα και να ξεχάσω για ποιον λόγο ήρθαμε σήμερα εδώ’’ ‘’Ήρθαμε για να παραδεχτείς την ήττα σου’’ είπε με πάθος ο Τζάρεντ. ‘’Νομίζεις, φίλε’’ ανταπάντησε εκείνη με έναν χαμηλό, σχεδόν απειλητικό τόνο ‘’Εμείς θα σε κατατροπώσουμε’’ είπε και γέλασε σατανικά.
Εκείνοι συνέχιζαν το λεκτικό παιχνίδι ανά μεταξύ τους και εγώ πήγα να πληρώσω τον χρόνο μου στον υπολογιστή. Κάθισα δίπλα στην Λίλυ και άρχισα να ψάχνω τα παιχνίδια που υπήρχαν. Παίζαμε για αρκετή ώρα με διάφορα, ανούσια παιχνίδια για να περνάει η ώρα, όπως για παράδειγμα Tetris και Puzzle Bubble Bubble, μέχρι που η Λίλυ πρότεινε να παίζουμε κάτι άλλο, απλά για να δούμε σε ποιο είδος βρικόλακα ανήκαμε. Ο Τζάρεντ βγήκε Brujah, ο επαναστάτης βρικόλακας, ενώ το αποτέλεσμα της Λίλυ ήταν Malkavian, ο παρανοϊκός βρικόλακας. ‘’Χα!’’ αναφώνησε εκείνη ‘’Σας το είπα ότι θα έβγαινα κάτι τέτοιο! Εσύ, ηλιαχτίδα, τι βγήκες;’’ Έριξε μια ματιά στην οθόνη μου ‘’Αχά! Tremere. Ο μάγος με το σκοτεινό παρελθόν’’ ‘’Δεν θα περίμενα και κάτι άλλο για την Λούνα. Της ταιριάζει απόλυτα’’ σχολίασε ο Τζάρεντ. ‘’Για το δικό μου αποτέλεσμα δεν έχεις να πεις τίποτα, Τζάρεντ;’’ ‘’Τι να πω;’’ Είπε εκείνος σε ουδέτερη φωνή ‘’Αφού είναι γνωστό ότι είσαι τρελή’’ Η Λίλυ τότε άρχισε να τον σκουντάει και να τον πειράζει, μέχρι που εκείνος σταμάτησε. Όταν ήταν μαζί αυτοί οι δυο, πάντα έκαναν σαν παιδιά και είχε πλάκα να είσαι στην παρέα τους. Εφόσον το κλείσαμε και αρχίσαμε να παίζουμε παρτίδες στο Call of Duty, κάποια στιγμή βαρέθηκα και πήγα να παίξω το παιχνίδι με τους βρικόλακες και τον χαρακτήρα που είχα δημιουργήσει.
Ο αφέντης μου με μετέτρεψε χωρίς την συγκατάθεση της κοινότητας των βρικολάκων. Ενώ θέλουν να με εκτελέσουν, ο πρίγκιπας των βρικολάκων μου χαρίζει την ζωή. Κάποιος με βοηθάει και μαθαίνω κάποια πράγματα για το πώς πρέπει να τρέφομαι και για τις υπερδυνάμεις μου. Κάποια στιγμή, μεταφέρομαι στην Σάντα Μόνικα...
Το παιχνίδι είναι αρκετά ενδιαφέρον και θέλω να συνεχίσω να παίζω, αλλά ο χρόνος μου έχει τελειώσει. Η Λίλυ το βλέπει αυτό και μου ζητά να βάλω λίγο παραπάνω για να παίξουμε ένα γύρο ακόμα, αρνούμαι όμως γιατί ήδη έχει περάσει αρκετή ώρα. Τους αποχαιρετώ και τους δύο και, προτού φύγω, πηγαίνω στο μπαρ να πιω μια κόκα-κόλα.
Η ματιά μου κατευθείαν πέφτει σε έναν τύπο με περήφανο ανάστημα, μάτια στο χρώμα της στάχτης και μακριά, μαύρα μαλλιά πιασμένα σε κοτσίδα. Φορούσε ένα απλό, μαύρο μπλουζάκι και ένα τζιν και καθόταν στο τραπέζι άνετα, διαβάζοντας μια εφημερίδα.
Εκείνη την στιγμή, είχα μετανιώσει που δεν είχα αλλάξει και φορούσα τα καθημερινά μου ρούχα. Ένας Θεός μπορεί να ξέρει το τι θα σκεφτόταν. Το ότι τον συναντούσα όμως τόσο συχνά έπαυε πλέον να είναι σύμπτωση. Όπως και να’ χε, αποφάσισα να τον πλησιάσω. Ποιος ξέρει; Μπορεί να είχε μετακομίσει, ας πούμε, στην γειτονιά και γι’ αυτό να σύχναζε στα μέρη μας. Ευκαιρία να ‘’συσφιχθούν’’ οι σχέσεις μας με τους γείτονες.
Τον πλησίασα και είπα, κοιτάζοντας τον πονηρά στα μάτια: ‘’Νόμιζα ότι τύποι σαν και εσένα γυροφέρνουν μόνο στα νεκροταφεία’’ Αυτό το σχόλιό μου τον έκανε να αφήσει την εφημερίδα του στο τραπέζι και να με κοιτάξει, με ένα αινιγματικό χαμόγελο να φωτίζει το πρόσωπό του. ‘’Και εγώ νόμιζα ότι κοπέλες σαν και εσένα δεν βγαίνουν ποτέ από το καβούκι τους’’ Μου άρεσε να τον πειράζω και μου άρεσε που ανταπέδιδε τα πειράγματά μου. Ήταν σαν να μιλούσαμε με έναν κώδικα που μόνο εμείς καταλαβαίναμε. Έκανα μια πλατιά χειρονομία και είπα εύθυμα: ‘’Και όμως, να’ μαι! Να το καταγράψεις αυτό, είναι μια σπάνια εμφάνιση’’ Η έκφρασή του απότομα σοβάρεψε και είπε: ‘’Άκουσέ με: δεν πιστεύω να είπες σε κανέναν πως συναντηθήκαμε, έτσι;’’ Του έριξα ένα εξεταστικό βλέμμα και αναρωτήθηκα για ποιο λόγο τώρα συγκεκριμένα μου το έλεγε αυτό. Έστρεψα αλλού το βλέμμα μου και είπα, μεταξύ σοβαρού και αστείου: ‘’Αν το έλεγα, θα με περνούσαν για τρελή. Ήδη με θεωρούν φρικιό. Αυτό νομίζω ότι φτάνει και περισσεύει’’ Εκείνος ανασήκωσε τα φρύδια του και χαμογέλασε: ‘’Έχω δει πολλά φρικιά στην ζωή μου. Ωστόσο…’’ Ωχ, όχι. Τον διέκοψα γιατί υποπτεύθηκα που μπορεί να το πήγαινε: ‘’’’Πρώτη φορά συναντάω κάτι τόσο ξεχωριστό;’’’’ Συμπλήρωσα την φράση του με έναν σαρκαστικό τόνο ‘’Αν αυτό ήθελες να πεις ή κάτι παρεμφερές, να ξέρεις ότι είναι μια ατάκα που έχω ακούσει πολλές φορές και δεν πιάνει πια’’ είπα και ήμουν σίγουρη ότι πάνω από το κεφάλι μου έβγαιναν καπνοί, όπως στα κόμικς και ευχόμουν μέσα από τα βάθη της ψυχής μου να μην ήταν απλά ο τύπος της ‘’ατάκας’’ Αντ’ αυτού, εκείνος μου χαμογέλασε και είπε με το γνωστό πια αινιγματικό του βλέμμα: ‘’Θα έλεγα πως δεν είσαι φρικιό’’ Εντάξει, έπεσα έξω και το σαγόνι μου κινδύνευε να χτυπήσει το πάτωμα. Μα γιατί προέτρεξα και δεν τον άφησα να ολοκληρώσει; Γνωρίζω το λόγο: γιατί αυτή η ατάκα μου θύμιζε υπερβολικά πολύ τον Ρόμπερτ. Και δεν ήθελα να μου τον θυμίζει απολύτως τίποτα. Αυτό όμως δεν αναιρούσε την αντίδρασή μου. Μίλησα κάπως απότομα και κάπως έπρεπε να τα μπαλώσω. ‘’Ακούγεσαι πολύ… σίγουρος για αυτό που λες’’ είπα διστακτικά, σκεπτόμενη ότι μάλλον η στάση μου θα του μετέδωσε τον εκνευρισμό μου. Εκείνος όμως είχε μια στωικότητα που με εξέπληξε. Σταύρωσε τα χέρια του στο στήθος του και είπε με θυμηδία στο βλέμμα του: ‘’Ποιος ξέρει; Ίσως είμαι και εγώ ‘’φρικιό’’, όπως λες, για αυτό σε βρίσκω φυσιολογική’’ Δεν ξέρω για ποιο λόγο, αλλά αυτό που είπε μου έδωσε διεστραμμένη χαρά. Ίσως για αυτό και όσα είπα, τα είπα χωρίς να τα σκεφτώ καλά πρώτα: ‘’Αν θες να ξέρεις, έχεις πολύ δρόμο ακόμα να κάνεις-και δεν εγγυώμαι ότι θα είναι και ο πιο εύκολος’’ Εκείνος σηκώθηκε από την θέση του, παίρνοντας την εφημερίδα του στο χέρι. Με κοίταξε με ένα βλέμμα όλο νόημα και, με το ελεύθερό του χέρι, μου χάιδεψε το μάγουλο, λέγοντας: ‘’Αυτό δεν είναι και όλες οι ανθρώπινες σχέσεις; Ένα ταξίδι;… Αν όμως κάποιος το αξίζει, είσαι διατεθειμένος να πας μέχρι το τέλος του κόσμου για χάρη του…’’ Το χάδι του σταμάτησε τόσο απότομα που ήταν σαν να μου έριξε χαστούκι. Τόση ώρα έλιωνα κάτω από το άγγιγμά του και τον κοίταζα σαν υπνωτισμένη. Ένα θριαμβευτικό χαμόγελο εμφανίστηκε στα χείλη του ‘’Δεν συμφωνείς και εσύ;’’
Και, χωρίς να περιμένει την απάντησή μου, βγήκε από το internet café, κάνοντας μια ‘’μεγαλοπρεπή’’, και πάλι, έξοδο. | |
| | | Raven Vampire Eli†e
Αριθμός μηνυμάτων : 12430 Ημερομηνία εγγραφής : 29/06/2010 Ηλικία : 30 Τόπος : Fairytale
Character sheet Αγαπημένος Ήρωας: Eric Northman Atittude: Kind
| Θέμα: Απ: Vampirisious-Book 1 Τρι Μάης 17, 2011 11:34 pm | |
| Πάλι συναντήθηκαν αυτοί οι δύο! Τυχαίο? Δε νομίζω... Είναι πάρα πολύ καλό, μόνο έχω να κάνω μια παρατήρηση. Γιατί αλλάζεις από αόριστο σε ενεστώτα εκεί που είναι στο παιχνίδι? Δηλαδή υπάρχει ένα σημείο που λες "το παιχνίδι είναι αρκετά ενδιαφέρον". Κι αυτό το "πόσες φορές πρέπει να επαναληφθεί κάτι..." είναι δικό σου ή είναι του κεφαλαίου? | |
| | | Sensitive Vampire Vampire Eli†e
Αριθμός μηνυμάτων : 11982 Ημερομηνία εγγραφής : 14/09/2010 Ηλικία : 29 Τόπος : it's a secret!!!
Character sheet Αγαπημένος Ήρωας: damon salvatore, edward cullen, kristian ozera, adrian ivashkof Atittude: Kind
| Θέμα: Απ: Vampirisious-Book 1 Τρι Μάης 17, 2011 11:54 pm | |
| Να κανω μια ερωτηση γιατι εχω μπερδευτει? Αυτος τελικα τι χρωμα ματια εχει?
Ηταν φοβερο. Αν και εχει καποιο δικιο η λουνα. Εμφανιζεται παντα μπροστα της, οπου κι αν παει, λες και την παρακολουθει η κατι τετοιο. Και κάθε φορα τα πειραγματα και τα υπονοουμενα παιρνουν και δινουν. Και καλα, αυτή ακομα δεν εχει σκεφτει να τον ρωτησει πως τον λενε? Δηάδη ελεος. Τρεις φορες εχουν συναντηθει και ακομα τιποτα. Καμια πληροφορια. Ουτε καν που σκεφτηκε να τον ρωτησει τωρα πως ηξερε το οναμα της. Είναι λες και κάθε φορα που είναι μαζι του κατι παθαινει και ο κασμος γυρω της χανεται. Ξεχναει τα παντα!!!
Και κατι σχετικα με το προηγουμενο κεφαλαιο. Ειπες ότι ξαφνιαστηκε με την γνησω του ονοματος της γιατι δεν περιμενε να το εχει ακουσει καπου μεσα σε ολη αυτή τη φασαρια του club. Αλλα αφου στην αρχη την κοιταξε και μετα με το που βγηκε εξω πηγε και της μιλησε, δεν της περασε από το μυαλο ότι μπορει τοση ωρα να την παρατηρουσε?
| |
| | | AЯianЯhod.ЬЩ.22 Vampire Eli†e
Αριθμός μηνυμάτων : 5273 Ημερομηνία εγγραφής : 23/02/2011 Ηλικία : 32 Τόπος : Lying in my coffin...Buried in a distant tomb of a distant place...away from unwanted eyes...
Character sheet Αγαπημένος Ήρωας: Louis, Lestat and Dracula Atittude: Mean
| Θέμα: Απ: Vampirisious-Book 1 Τετ Μάης 18, 2011 1:39 am | |
| Raven-Ούτε και εγώ ξέρω γιατί άλλαξα τον χρόνο Ίσως για να τονίσω πόσο και η ίδια είχε απορροφηθεί από αυτό, δεν ξέρω...Το σχόλιο αυτό είναι του κεφαλαίου. Sensitive Vampire- Αυτός τελικά έχει γκρίζα μάτια Φυσικά, αυτή η ''καθυστέρηση'' μέχρι να μάθει το όνομά του δεν είναι τυχαία και θα καταλάβετε στην συνέχεια γιατί (όπως και το ότι η ίδια σκοπίμως δεν τον ρωτάει ορισμένα πράγματα, ναι, μπορώ να το πω αυτό ) - Σπόιλερ:
Λίγα λόγια για την αφήγηση: είναι πρωτοπρόσωπη και ας μην ξεχνάμε ότι η εστίαση είναι εσωτερική. Σε αυτή την περίπτωση, ο αφηγητής της ιστορίας, που είναι η Λούνα, μπορεί να αποφασίσει πόσα θα αποκαλύψει, τι θα περιγράψει αλλά και τι θα αποκρύψει. Αν η εστίαση πάλι ήταν μηδενική, τότε δεν θα μπορούσα να κρύψω τίποτα, ακόμα και αν το ήθελα (η μηδενική συνήθως πάει ''καπάκι'' με τριτοπρόσωπη αφήγηση) Δεν νομίζω ότι έτσι θα είχε κανένα ενδιαφέρον γιατί θα τα ήξερες όλα από την αρχή και δεν θα υπήρχε καθόλου μυστήριο ή κάτι άλλο να ψάξεις ή να δεις στην ιστορία. Αυτό νομίζω, δεν ξέρω αν κάνω λάθος...
Για την ώρα, σας δίνω το επόμενο κεφάλαιο γιατί είμαι καλός άνθρωπος (γκουχ-γκουχ :P) Κεφάλαιο 6ο Οδηγούσα με προσοχή, προσπαθώντας με κόπο να κρατήσω τα μάτια μου ανοιχτά. Είχα διαβάσει με τόσο ζήλο χθες το βράδυ που δεν κατάλαβα καν πότε πέρασε η ώρα. Ήθελα οπωσδήποτε να απασχολήσω τον εαυτό μου, να πάψω να σκέφτομαι συνεχώς τον μυστηριώδη τύπο και τους καλά μελετημένους τρόπους του να παίζει με το μυαλό μου.
Πρώτη φορά συναντούσα έναν άντρα σαν και αυτόν και αμφέβαλλα αν θα υπήρχε περίπτωση στο μέλλον να ξανασυναντήσω. Πάντοτε ερχόταν και έφευγε, ένας ‘’τυχαίος’’ περαστικός που άφηνε πίσω του ανεξήγητα σημάδια. Δεν μου έκαναν εντύπωση τα σημάδια αυτά καθ’ αυτά, αλλά το γιατί τα άφηνε πίσω του.
Πάρκαρα το αυτοκίνητό μου λίγο πιο μακριά απ’ ό, τι συνήθως. Μπορεί να ήταν ένα απλό, μεταχειρισμένο γκρι Φορντ, ωστόσο δεν είχε κάποιο λειτουργικό πρόβλημα, παρά τα χρόνια του και, προς το παρόν, δεν ένιωθα την ανάγκη να το αντικαταστήσω με ένα καλύτερο αυτοκίνητο. Πήρα βιαστικά την τσάντα μου και κινήθηκα μηχανικά προς το ντουλάπι μου, χωρίς να προσέχω και ιδιαίτερα το τι γινόταν γύρω μου.
Αφού τακτοποίησα τα πράγματά μου, το έκλεισα απαλά και έβγαλα το βιβλίο των μαθηματικών και τις σημειώσεις μου για να ρίξω μια τελευταία ματιά, μιας και το διαγώνισμα ήταν την πρώτη ώρα. Ένας δυνατός χτύπος στο ντουλάπι μου σχεδόν με έκανε να αναπηδήσω από την έκπληξη.
Ο Γκάμπριελ στεκόταν σε απόσταση αναπνοής από εμένα, συνοδευόμενος από την γελοία ‘’κουστωδία’’ των πιστών του ακολούθων: τον Ντίξον και τον Ίθαν. Και οι δυο ήταν στην ομάδα του ποδοσφαίρου του σχολείου και, όπως καταλαβαίνετε, ήταν ιδιαίτερα δημοφιλείς. Προφανώς δεν πρέπει να είχαν κανένα άλλο ενδιαφέρον στην ζωή τους εκτός από το να με πειράζουν. Ενώ έδειχναν γενικά να βαριούνται την ζωή τους, αυτό δεν έδειχνε να τους κουράζει ποτέ.
Το βλέμμα του Γκάμπριελ ήταν γεμάτο αλαζονεία και περιφρόνηση. ‘’Για δες ποιον συναντά κανείς τυχαία στο διάδρομο’’ είπε κοροϊδευτικά εκείνος ‘’Τι έγινε, Λούνα; Πως βλέπεις να τα πηγαίνεις σήμερα στο διαγώνισμα;’’ Εξεπλάγη που δεν με αποκάλεσε ‘’φρικιό’’, όπως το συνήθιζε, παρόλα αυτά δεν ήθελα να του δώσω την ικανοποίηση να το καταλάβει. Τίναξα περήφανα τα μαλλιά μου προς τα πίσω και είπα όσο πιο ψύχραιμα και ψυχρά μπορούσα: ‘’Μια χαρά. Δεν χρειάζεται να αγχώνεσαι εσύ για μένα’’ Ένα κακιασμένο χαμόγελο εμφανίστηκε στο πρόσωπό του. ‘’Φυσικά. Μπορείς να μου λύσεις όμως μια μικρή απορία που έχω: πως είναι δυνατόν ένα φρικιό σαν και του λόγου σου να είναι τόσο φυτό ταυτόχρονα, μπορείς να μου πεις;’’ Οι φίλοι του από πίσω άρχισαν να χαζογελάνε, τους αγνόησα όμως επιδεκτικά. Τον κοίταξα ευθέως στα μάτια και του απάντησα: ‘’Πρώτον, έχω στυλ και το όνομα αυτού, παλαιόθεν, ήταν, είναι και θα είναι ροκ. Μάθε να τα ξεχωρίζεις αυτά μπας και ξεκολλήσεις από την λέξη ‘’φρικιό’’ Την κάνεις να ακούγεται τόσο κλισέ. Ακόμα, το ότι τα πηγαίνω καλά στα μαθήματα σημαίνει ότι έχω μυαλό στο κεφάλι μου, κάτι που εσύ και οι χαμένοι οι φίλοι σου μόνο ακουστά μπορεί να έχετε. Και στην τελική, μην μου μιλάς. Εγώ δεν θέλω να μιλάω μαζί σου και, σίγουρα, δεν θέλω να σε ακούω’’ Ακούγοντάς τα αυτά, το χαμόγελό του έσπασε. Τώρα φαινόταν πόσο εκνευρισμένος ήταν. Με κοίταξε και είπε, άγρια και απότομα: ‘’Ξέρεις κάτι; Είσαι ίδια με την φίλη σου την Κάσσιντυ: μια π**να!’’ Το βλέμμα του με κοίταξε με έναν τρόπο που με έκανε να αισθανθώ βρώμικη, όπως και τα λόγια του: ‘’Πες μου, πόσα χρεώνεις για μια νύχτα;’’ Οι φίλοι του χαζογέλασαν ξανά και με προκαλούσαν να απαντήσω.
Τι έπρεπε να κάνω; Να τους αγνοήσω και να φύγω; Ο Γκάμπριελ με είχε προσβάλει τόσο άσχημα που δεν ήθελα να το αφήσω αυτό να περάσει έτσι. Ήθελα και εγώ να του απαντήσω ανάλογα, και ας ήξερα ότι, μετά από αυτό, θα είχα άσχημα ξεμπερδέματα.
Χωρίς να το περιμένει, κόλλησα απότομα το σώμα μου στο δικό του (ήταν εύκολο, μιας και καθόταν τόσο κοντά μου) Για λίγα λεπτά, δεν είπα τίποτα, μονάχα τον κοίταζα έντονα, επιθετικά. Τόσο εκείνος όσο και οι φίλοι του με κοίταζαν με γουρλωμένα μάτια. Τότε και εγώ έσκυψα στο αυτί του και ψιθύρισα, μη μπορώντας να κρύψω την απέχθεια που ένιωθα για εκείνον: ‘’Ακόμα και π**να να ήμουνα και να με πλήρωνες να πάω μαζί σου, δεν νομίζω να άξιζε και πολλά η εμπειρία’’ Πήγα να απομακρυνθώ και, εκμεταλλεύτηκα το ότι είχε μείνει ακίνητος σαν άγαλμα και πρόσθεσα: ‘’Α, και να βάλεις τις μικρές σου αποριούλες εκεί που ξέρεις’’
Και, λέγωντάς το αυτό, τον έσπρωξα απότομα, έκανα μεταβολή και έφυγα. Εκείνος παραπάτησε και κόντεψε να πέσει πάνω στους φίλους του. Αγνοώντας το ότι με φώναζαν για αρκετή ώρα, όπου ήταν βέβαιο ότι δεν ήθελαν να το αφήσουν να περάσει έτσι, το κουδούνι με έσωσε, γι’ αυτό και εγώ μπήκα στην τάξη και έκατσα στην θέση μου σαν να μην τρέχει τίποτα.
Εφόσον μπόρεσα και τα έβγαλα πέρα με το διαγώνισμα των μαθηματικών, το άγχος μου είχε εξαφανιστεί για τα καλά και ένιωθα πως μπορούσα σχεδόν να ξεχάσω το περιστατικό με τον Γκάμπριελ. Κινήθηκα προς το αυτοκίνητό μου σφυρίζοντας αδιάφορα, για να φτάσω όμως εκεί έπρεπε να στρίψω σε ένα κάπως απόμερο δρομάκι.
Δεν με φόβιζε ποτέ το σκοτάδι ούτε και τα στενά σοκάκια, οι γονείς μου ωστόσο πάντοτε ανησυχούσαν από την έλλειψη ανησυχίας μου για αυτά τα δυο και με συμβούλευαν πάντοτε να προσέχω. Σήμερα έμελε να εκτιμήσω πραγματικά την συμβουλή τους.
Στην αρχή, άκουσα κάτι σαν τρίξιμο, αλλά δεν έδωσα σημασία και συνέχισα να περπατάω. Την επόμενη στιγμή όμως άρχισαν να ακούγονται ξεκάθαρα βήματα από πίσω μου. Γύρισα και είδα τον Γκάμπριελ να με κοιτάζει με έναν τρόπο που δεν είχα ξαναδεί. ‘’Τι έγινε, χαμένε; Ήρθες να μας κάνεις τον νταή για δεύτερη φορά μέσα σε μια μέρα;’’ Είπα με θάρρος, παρά το ότι άρχισα να φοβάμαι. Εκείνος μου έριξε ξανά αυτό το βλέμμα και είπε με στόμφο: ‘’Απλά είπες κάτι προηγουμένως και ήθελα να σε κάνω να ανακαλέσεις’’ Ωχ! Ήξερα σε τι αναφερόταν και δεν ήθελα να το ακούσω από το στόμα του, δεν ήθελα να προφέρει τις λέξεις. Όμως εκείνος συνέχισε ακάθεκτος: ‘’Είπες ότι η εμπειρία μαζί μου δεν θα έλεγε και πολλά, ακόμα και αν σε πλήρωνα’’ ‘’Ναι, αυτό ακριβώς είπα’’ είπα, προκαλώντας τον ανοιχτά. Δεν πρόλαβα να αντιδράσω, καθώς εκείνος κινήθηκε σχεδόν αστραπιαία και που έπιασε τον καρπό. Πάλεψα να αποτινάξω τα χέρια του από πάνω μου, αλλά εκείνος συνέχισε να με κρατάει σφιχτά. Στα μάτια του τελικά κατάλαβα τι υπήρχε και απόρησα πως δεν το αναγνώρισα όταν κόλλησα το σώμα μου πάνω στο δικό του: με ποθούσε. Και θα έπαιρνε αυτό που ήθελε, παρά την θέλησή μου.
Με τράβηξε επάνω του και προσπάθησε να με κρατήσει σφιχτά, κάτι που δεν ήταν εύκολο, εφόσον πάλευα με νύχια και με δόντια. Με τα πολλά, κατάφερε να πετάξει την τσάντα μου στο τσιμέντο με δύναμη και προσπάθησε να με γδύσει, εγώ όμως συνέχισα να παλεύω. Όταν ξανακόλλησε το σώμα του στο δικό μου, του έχωσα μια δυνατή κλωτσιά ανάμεσα στα πόδια του και τον έκανα να διπλωθεί στα δυο. Πήρα τότε την τσάντα μου, αδιαφορώντας για το περιεχόμενό της και άρχισα να τον κοπανάω άτσαλα όπου έβρισκα.
Ξάφνου, ακούστηκε το τρίξιμο από τα λάστιχα ενός αυτοκινήτου. Το αγνόησα και συνέχισα να τον χτυπάω και εκείνος το μόνο που έκανε ήταν να προστατεύει το κεφάλι και το στέρνο του. Κάποια στιγμή, είδα με την άκρη του ματιού μου να ανοίγει η πόρτα και να κατεβαίνει ο οδηγός. Μόλις μας είδε, ήρθε προς το μέρος μας, κάτι που δεν πρέπει να πρόσεξε και ο Γκάμπριελ. Εκείνος απλά πρέπει να είδε είδε ότι είχε αποσπαστεί η προσοχή μου, για αυτό και σηκώθηκε απότομα και με έριξε με δύναμη στο έδαφος. Ήταν έτοιμος να με χτυπήσει, αλλά ο άντρας του έδωσε μια δυνατή μπουνιά και εκείνος έπεσε στο πλάι κρατώντας την μύτη του.
Αυτός που είχε υπερασπιστεί την τιμή μου δεν ήταν άλλος από τον Μπλέιζ. Σκέφτηκα πόσο τυχερή ήμουν που κατέφθασε την κατάλληλη στιγμή. Μου έκλεισε συνωμοτικά το μάτι και συνέχισε να τον χτυπάει μέχρι που ο Γκάμπριελ του ζήτησε να σταματήσει. Τότε, ο Μπλέιζ τον προειδοποίησε ότι, αν με ξαναπλησίαζε έστω και στα δέκα μέτρα, δεν θα ήταν τόσο επιεικής όσο αυτή την φορά. Εκείνος συμφώνησε μηχανικά, σηκώθηκε και άρχισε να τρέχει, κρύβοντας το πρόσωπό του από ντροπή.
Τόση ώρα που παρακολουθούσα το περιστατικό, δεν είχα καταλάβει ότι το κεφάλι μου βούιζε και ότι ο κόσμος γύριζε. Ο Μπλέιζ γονάτισε και εξέτασε το κεφάλι μου. ‘’Λούνα, είσαι καλά;’’ Είπε όλος ανησυχία ‘’Τρέχει λίγο αίμα’’ παρατήρησε, προσπαθώντας να κρατήσει ουδέτερο τον τόνο της φωνής του ‘’Έλα, στο αμάξι μου έχω κουτί πρώτων βοηθειών’’ είπε και, αφού πρώτα πήρε την τσάντα μου, με σήκωσε απαλά από το έδαφος. Πήγα να προβάλω αντίρρηση, όμως η αλήθεια είναι ότι ζαλιζόμουν αρκετά και ήθελα να ξαπλώσω λιγάκι.
Όταν φτάσαμε στο αυτοκίνητό του, με έβαλε να κάτσω στο πίσω κάθισμα. Τον είδα με την άκρη του ματιού μου να βγάζει από το κουτί λίγο βαμβάκι, ιώδιο, οινόπνευμα, κάτι σαν τσιμπίδα και ένα κομματάκι γάζα. Τα άφησε αυτά στο πατάκι κάτω από το κάθισμά μου και γονάτισε, κοιτάζοντας το σημείο όπου είχα χτυπήσει με αμέριστη προσοχή. Βλέποντάς τον να ανησυχεί τόσο για μένα, ήθελα να αλαφρύνω λιγάκι την ατμόσφαιρα: ‘’Εγχείριση πας να μου κάνεις, καπετάνιε;’’ Εκείνος γέλασε σιγανά και έβρεξε το βαμβάκι με οινόπνευμα: ‘’Πολύ φοβάμαι πως την εγχείριση δεν πρόκειται να την γλιτώσεις’’ Έδειξε την μεγάλη τσιμπίδα ‘’Βλέπεις; Με αυτή την ‘’σαν’’ τσιμπίδα σκοπεύω να πάρω ένα μέρος του εγκεφάλου σου για να κάνω βιοψία’’ ‘’Και εγώ πολύ φοβάμαι’’ είπα σχεδόν ξεψυχισμένα ‘’ότι όσο και να ψάξεις, μυαλό δεν πρόκειται να βρεις’’ Ακούγοντάς το αυτό, έκανε μια αστεία γκριμάτσα και είπε με κέφι: ‘’Μάλλον έχεις δίκιο, εφόσον έμπλεξες με αυτό τον νταή’’ Έβγαλα ασυναίσθητα ένα κοφτό βογγητό και ένιωσα ένα τσούξιμο σε ολόκληρη την πληγή ‘’Όταν έφτασα όμως, δεν ήμουν σίγουρος για το ποιος από τους δυο χρειαζόταν πιο πολύ βοήθεια’’ συνέχισε, προφανώς για να τραβήξει την προσοχή μου αλλού. ‘’Ήθελα να τον διαλύσω, να τον αποτελειώσω, να το λιώσω το σκουλίκι μια και καλή και να τελειώνουμε από δαύτον! Αποπειράθηκε να με βιάσει, το γουρούνι!’’ ‘’Θα τον καταγγείλεις στην αστυνομία;’’ Ρώτησε ο Μπλέιζ. Φαινόταν πραγματικά ανήσυχος. ‘’Μην ανησυχείς’’ τον καθησύχασα εγώ ‘’Μπορεί να κάνει ό, τι είναι να κάνει, αλλά, κατά βάθος, είναι κότα και ενδιαφέρεται υπερβολικά πολύ για το τι θα πουν οι άλλοι. Σίγουρα δεν θα ήθελε να μαθευτεί ότι μια κοπέλα με λίγη ‘’εξωτερική’’ βοήθεια του αλλάξανε τα φώτα’’ Ο Μπλέιζ μου χάρισε ένα γοητευτικό χαμόγελο και προσπάθησε να επιμείνει, ωστόσο μετά από λίγο σταμάτησε να με πιέζει να τον καταγγείλω στην αστυνομία. Χωρίς προειδοποίηση, το κεφάλι μου άρχισε και πάλι να γυρίζει. Αυτή την φορά, ένιωσα να χάνω την γη κάτω από τα πόδια μου. Ένιωσα το κεφάλι μου να πέφτει βαρύ στο κάθισμα του αυτοκινήτου και άρχισα να παραδίνομαι στο σκοτάδι.
Όταν άνοιξα τα μάτια μου, ο κόσμος γύρω μου ήταν απόμακρος και ξένος. Ένας μανιασμένος άνεμος με χτυπούσε ανελέητα στο πρόσωπο και έκανε τα δέντρα θαρρείς να λυγίζουν. Ήταν σίγουρο ότι ερχόταν καταιγίδα και μάλιστα δυνατή.
Θέλησα να βρω ένα μέρος για να προστατευτώ. Σε εκείνο το σημείο είναι που βρήκα μια σκοτεινή σπηλιά. Παρά τον φόβο μου, αποφάσισα να μπω μέσα. Για κάμποσα λεπτά, στεκόμουν γονατισμένη και ακίνητη και το μόνο που άκουγα ήταν η ανάσα μου, όταν ένιωσα και μια άλλη ανάσα από πίσω μου. Αμέσως, πετάχτηκα από την θέση μου και βγήκα από την σπηλιά τρομοκρατημένη.
Ένα πλάσμα στεκόταν μπροστά μου, ένα πλάσμα που δεν ήταν ούτε θηρίο ούτε άνθρωπος. Προσπάθησε να μου μιλήσει, μα το μόνο που άκουγα ήταν άναρθρες κραυγές. Όταν δε πήγε να με πλησιάσει και εγώ πισωπάτησα από τον φόβο μου, εκείνο ούρλιαξε και κόντεψε να μου επιτεθεί.
Λίγο πριν τα χέρια του ξεσκίσουν την σάρκα μου, ο μυστηριώδης τύπος ήρθε να με σώσει. Έπεσε στην πάλη σαν γνήσιος μονομάχος και πάλεψε μόνο με τα γυμνά του χέρια, κάτι που μου έκανε εντύπωση. Όταν η πάλη τελείωσε, το τέρας έπεσε άψυχο κάτω και εκείνος γύρισε να με κοιτάξει. Τα μάτια του ήταν πάλλευκα και τα νύχια του δυο φορές μακρύτερα από τα χέρια του. Τρόμαξα και άρχισα να το βάζω στα πόδια, όταν εκείνος βρέθηκε αστραπιαία μπροστά μου. Αφού με κοίταξε χωρίς να είμαι σίγουρη ότι με βλέπει, είπε: ‘’Τι λες τώρα, πριγκηπέσα; Ποιος είναι το τέρας; Εκείνος ή εγώ;’’
Και, προτού προλάβω να απαντήσω, είχε χαθεί στο δάσος. | |
| | | Raven Vampire Eli†e
Αριθμός μηνυμάτων : 12430 Ημερομηνία εγγραφής : 29/06/2010 Ηλικία : 30 Τόπος : Fairytale
Character sheet Αγαπημένος Ήρωας: Eric Northman Atittude: Kind
| Θέμα: Απ: Vampirisious-Book 1 Τετ Μάης 18, 2011 3:18 am | |
| Πολύ ωραίο!!!!!! Λάτρεψα τη σκηνή με τον Γκάμπριελ στο σχολείο!!!!! Πολύ ωραία του πα είπε η Λούνα!!!! (και αυτός ο τύπος μου θυμίζει έναν μ****α από το σχολείο) Μόνο δύο ερωτήσεις: αυτό το τελευταίο ήταν κάτι σαν όνειρο ή ήταν όραμα? Και παρατήρησα ότι εκεί που ο Γκάμπριελ λέει στη Λούνα ότι είναι π***α κάνεις αυτό ακριβώς που έκανα κι εγώ τώρα με τα αστεράκια. Το έχεις κάνει και στο πρωτότυπο κείμενο ή το έκανες επειδή τυπικά απαγορεύονται οι βρισιές στο φόρουμ? Αν είναι το τελευταία τότε οκ αλλά αν το έχεις έτσι και στο πρωτότυπο κείμενο δεν είναι καλό. Αυτό στο λέω γιατί η μαμά μου έχει γνωστούς που έχουν εκδόσει βιβλία και της το είπαν... | |
| | | Amaranth Lycan
Αριθμός μηνυμάτων : 2751 Ημερομηνία εγγραφής : 04/05/2011 Ηλικία : 27 Τόπος : Night Castle
Character sheet Αγαπημένος Ήρωας: Atittude: Mean
| Θέμα: Απ: Vampirisious-Book 1 Τετ Μάης 18, 2011 3:40 am | |
| καλα τωρα διαβασα τα κεφαλαια και ειναι απλα καταπληκτικα!!συγχαρητιρια! | |
| | | AЯianЯhod.ЬЩ.22 Vampire Eli†e
Αριθμός μηνυμάτων : 5273 Ημερομηνία εγγραφής : 23/02/2011 Ηλικία : 32 Τόπος : Lying in my coffin...Buried in a distant tomb of a distant place...away from unwanted eyes...
Character sheet Αγαπημένος Ήρωας: Louis, Lestat and Dracula Atittude: Mean
| Θέμα: Απ: Vampirisious-Book 1 Τετ Μάης 18, 2011 4:42 am | |
| Raven-Και εγώ από τα σχολικά μου χρόνια έχω τύχει σε πολλούς τέτοιους μ***κες και σε παρόμοιες σκηνές, δυστυχώς (όχι τόσο ακραίες, αλλά και πάλι...) Είναι κάτι σαν όραμα. Και τα αστεράκια τα έβαλα μόνο στο κείμενο που έχω δημοσιεύσει στο φόρουμ. Στο πρωτότυπο κείμενο γράφω κανονικά την λέξη (πιπέεερι :P) Σας ευχαριστώ και τις δυο για τα καλά σας λόγια. Αύριο έρχεται η συνέχεια | |
| | | Sensitive Vampire Vampire Eli†e
Αριθμός μηνυμάτων : 11982 Ημερομηνία εγγραφής : 14/09/2010 Ηλικία : 29 Τόπος : it's a secret!!!
Character sheet Αγαπημένος Ήρωας: damon salvatore, edward cullen, kristian ozera, adrian ivashkof Atittude: Kind
| Θέμα: Απ: Vampirisious-Book 1 Τετ Μάης 18, 2011 4:15 pm | |
| wow!!! ταν τελειο. θα συμφωνησω με την raven, πολυ καλα του τα ειπε η λουνα, αν και δεν υπολογισε τις συνεπειες. αλλα δεν ειναι ατομο που πεφτει αμαχητι, αρα δεν νομιζω να αντιμετωπισε και ιδιαιτερο προβλημα. βεβαια παντα μια εξωτερικη βοηθεια χρειαζεται. θα σε ρωταγα και εγω αν αυτο στο τελος ηταν πραγματικοτητα ή οραμα, αλλα εχεις ηδη απαντησει. παντως αναρωτιεμαι αν ο υπερασπιστης της ηταν, χωρις βεβαια να το ξερει, ο μυστηριωδης γνωστος-αγνωστος. - Σπόιλερ:
Οσο για αυτό που ειπες για την εστιαση συμφωνω. Η εσωτερικη είναι καλυτερη από την μηδενικη. Μεσω της εσωτερικης εστιασης γνωριζουμε τις σκεψεις, τα συναισθηματα, τα βιωματα, του κυριαρχου στην ιστορια προσωπου. Και το μυστηριο παραμενει. Δημιουργουνται αποριες που μονο το προσωπο-αφηγητης μπορει να τις λυσει, όταν τις βιωσει. Ενώ στην μηδενικη εστιαση με τον παντογνωστη αφηγητη μπορουμε να ξερουμε τα παντα για τον καθενα και το μυστηριο χανεται. Βεβαια μπορει και αυτος να επιλεξει να μην αφηγηθει καποια γεγονοτα ή να επικεντρωθει στο προσωπο, που θα μπορουσε να κανει την εσωτερικη αφηγηση, και να γινει η αφηγηση εσωτερικη απλα σε τριτο προσωπο.
| |
| | | AЯianЯhod.ЬЩ.22 Vampire Eli†e
Αριθμός μηνυμάτων : 5273 Ημερομηνία εγγραφής : 23/02/2011 Ηλικία : 32 Τόπος : Lying in my coffin...Buried in a distant tomb of a distant place...away from unwanted eyes...
Character sheet Αγαπημένος Ήρωας: Louis, Lestat and Dracula Atittude: Mean
| Θέμα: Απ: Vampirisious-Book 1 Τετ Μάης 18, 2011 7:15 pm | |
| Σε ευχαριστώ, Sensitive Vampire Και ναι, η Λούνα φοβόταν κατά βάθος τις συνέπειες, αλλά δεν μπορούσε να το αφήσει και αυτό να περάσει έτσι Όσο για τον...υπερασπιστή, δεν ξέεερω Μπορεί και να μην το κάνει μόνο για λόγους προστασίας Ladies and gentlemen, I present to you...:P Κεφάλαιο 7ο Όταν άνοιξα τα μάτια μου για δεύτερη φορά, ο κόσμος ήταν θολός και απόμακρος. Ένιωσα ένα ελαφρύ αεράκι να με διαπερνάει και μια έντονη μυρωδιά από χώμα, έλατο και πεύκο. Ανακάθισα ελαφρώς από την θέση μου. Βρισκόμουν μέσα σε ένα αυτοκίνητο και απ’ έξω από το παράθυρό μου μπορούσα ολοκάθαρα να ξεχωρίσω τις παρυφές ενός δάσους. Έπιασα το μέτωπό μου και προσπάθησα να συνειδητοποιήσω αν ονειρευόμουν ή αν αυτή ήταν η πραγματικότητα.
Τότε, τα γεγονότα ήρθαν ορμητικά ξανά στην μνήμη μου: βρισκόμουν στο αυτοκίνητο του Μπλέιζ επειδή κατάφερε να με σώσει τελευταία στιγμή από τον ηλίθιο τον Γκάμπριελ. Έριξα μια ματιά ολόγυρά μου και αναρωτήθηκα που μπορεί να είχε πάει. Το επόμενο λεπτό, τον είδα να στέκεται όρθιος, με το βλέμμα του να ξεφεύγει κάπου πέρα, μακριά. Κάποια στιγμή, το βλέμμα του επέστρεψε φευγαλέα στο αυτοκίνητο, όπου και είδε ότι είχα ξυπνήσει.
Μόλις το κατάλαβε αυτό, με πλησίασε και άνοιξε την πίσω πόρτα, ρίχνοντάς μου ένα εξεταστικό βλέμμα στο πρόσωπο. ‘’Καλά ξυπνητούρια!’’ είπε εύθυμα εκείνος και μου χαμογέλασε. ‘’Που είμαστε;’’ ρώτησα εγώ, ρίχνοντας μια φευγαλέα ματιά ξανά ολόγυρά μου. ‘’Βρισκόμαστε σε ένα από τα πιο αγαπημένα μου μέρη σε ολάκερο τον κόσμο!’’ τόνισε, σαν να ήταν ξεναγός. Αμέσως όμως το βλέμμα του σκοτείνιασε από ανησυχία ‘’Δεν έχεις πάθει διάσειση, αυτό είναι σίγουρο. Θα χρειαστείς λίγη ξεκούραση μόνο’’ Χαμήλωσε κάπως ντροπαλά το κεφάλι του και είπε, με μια ξαφνική συστολή ‘’Υπέθεσα ότι ο καθαρός αέρας θα βοηθούσε’’ ‘’Περίμενε’’ του είπα, νιώθοντας το κεφάλι μου πάλι να βουίζει ‘’Πως… το ξέρεις αυτό; Με πήγες σε κανένα νοσοκομείο όσο εγώ ήμουν… ’’εκτός’’;’’ Ένα μυστηριώδες χαμόγελο σχηματίστηκε στο πρόσωπό του. ‘’Σπούδασα ιατρική για ένα χρόνο, αλλά τα παράτησα’’ είπε απλά, χωρίς να με κοιτάξει. ‘’Αυτό παρέλειψες να το αναφέρεις στο βιογραφικό σου’’ είπα, χαρίζοντάς του ένα ενθαρρυντικό χαμόγελο. Τα σκούρα, καστανά του μάτια με κοίταξαν έντονα, με μια όμορφη λάμψη να τα στεφανώνουν. ‘’Δεν το θεώρησα σημαντικό’’ είπε με επιφύλαξη εκείνος. ‘’Πως και τα παράτησες;’’ Δεν άντεξα να μην ρωτήσω. Νίκησε η περιέργειά μου. Το βλέμμα του ήταν απλανές και έδειχνε να χάνεται στο άπειρο. ‘’Διάβαζα πολύ και ζούσα λίγο’’ είπε βαρύθυμα, χωρίς να με κοιτάζει ‘’Έκανα μια εντελώς συμβατική ζωή. Πάντοτε νοιαζόμουν για τις επιθυμίες τις οικογένειάς μου, ωστόσο ξεχνούσα τις δικές μου ή, για του λόγου του αληθές, τις έβαζα στην άκρη. Μέχρι που μια μέρα είδα ότι δεν πήγαινε άλλο αυτή η κατάσταση. Έπρεπε να ζήσω την δική μου ζωή’’
Έκατσε στο κάθισμα του οδηγού και γύρισε ώστε να με κοιτάξει. ‘’Για αυτό τα παράτησα και άνοιξα αυτό το μπαράκι. Όχι και άσχημα, έτσι;’’ είπε εύθυμα εκείνος. Τώρα εξηγείται πως μπορούσε και με κερνούσε συνέχεια. ‘’Καθόλου άσχημα’’ τον διαβεβαίωσα εγώ ‘’Έκανες αυτό που ήθελες και βρήκες τον δρόμο σου. Δεν έχουν όλοι την δύναμη να το κάνουν αυτό.
Για λίγα λεπτά, επικράτησε σιγή και εκείνος αρκέστηκε απλώς στο να με κοιτάζει, χωρίς να λέει τίποτα. Το βλέμμα του ήταν τόσο έντονο και διαπεραστικό που ένιωσα τα μάγουλά μου να φλέγονται από ντροπή, μα δεν απέστρεψα το βλέμμα μου. Κάποια στιγμή, έβηξε λίγο και είπε: ‘’Λοιπόν; Τι σχέδια έχεις εσύ για το μέλλον, Σαμπρίνα;’’ Ακούγοντας τον να με αποκαλεί όπως την μαγισσούλα Σαμπρίνα, έσκασα στα γέλια. ‘’Εμένα το μέλλον μου μάλλον γραφίστρια με θέλει’’ είπα, εξακολουθώντας να γελάω ‘’Από σχέδια εκεί, άλλο τίποτα!’’ Τα μάτια του άστραψαν από ενδιαφέρον. ‘’Γραφίστρια, ε; Σίγουρα είναι πιο ‘’ευφάνταστο’’ από την ιατρική και με μεγαλύτερες προοπτικές για κάτι παραγωγικό και δημιουργικό’’
Συνέχισε να μου κάνει παρόμοιες ερωτήσεις με αμείωτο ενδιαφέρον, σε σημείο να αναρωτηθώ το τι ενδιαφέρον έβρισκε επιτέλους. Δεν ήταν ότι ήμουν επαγγελματίας και οι γνώσεις μου επί του θέματος ήταν, το λιγότερο, βασικές, εκείνος όμως έδειχνε να κρέμεται από τα χείλη μου. Κατέληξα τελικά ότι πρέπει να τον ενδιέφερε το αντικείμενο σε υπερβολικό βαθμό.
Άξαφνα, κάποια στιγμή, γύρισε απότομα και μου είπε: ‘’Τι θα έλεγες να πάμε σε ένα ακόμα αγαπημένο μου μέρος;’’ Δεν ξέρω αν με παρέσυρε το σχεδόν παιδικό του χαμόγελο και ο εξίσου παιδικός του αυθορμητισμός, αλλά δέχτηκα. Άλλωστε, μου άρεσε η παρέα του και ήδη άρχισα να αισθάνομαι κάπως καλύτερα. Μέχρι που άκουσα το κινητό μου να χτυπάει. Βλέποντας το νούμερο, ένιωσα σαν να δέχτηκα επίθεση. Η γιαγιά μου είχε κάκιστη σχέση με την τεχνολογία. Για να με έπαιρνε στο κινητό μου, κάτι πολύ σοβαρό πρέπει να είχε συμβεί. ‘’Έλα, γιαγιά. Τι έγινε;’’ Η φωνή της ακούστηκε, τσιριχτή και πανικόβλητη. ‘’Τι έγινε;’’ Πως μπορείς να με ρωτάς τι έγινε; Έπρεπε να πάρεις τον Μπέντζαμιν από το σχολείο σήμερα. Το ξέχασες;’’
Χτύπησα το κούτελό μου με δύναμη. Πως ήταν δυνατόν να ξέχασα να πάρω τον αδερφό μου από το σχολείο; Πως μπόρεσα να φερθώ τόσο ανεύθυνα; Ποιος ξέρει το τι θα άκουγα από την γιαγιά μου. Όσο ήμουν με τον Μπλέιζ και παρέα με την παραζάλη του χτυπήματος, είχα χάσει τελείως την αίσθηση του χώρου και του χρόνου. Προσπάθησα να δικαιολογηθώ: ‘’Συγνώμη, γιαγιά, αλλά να… Έπεσα και χτύπησα το κεφάλι μου και έπρεπε να πάω στο νοσοκομείο, γι’ αυτό δεν μπορούσα να πάρω τον Μπέντζαμιν’’ Αυτό της έκοψε κάπως την φόρα. ‘’Χτύπησες;’’ Είπε, με ανησυχία διάχυτη στην φωνή της ‘’Πως χτύπησες; Πήγες στο νοσοκομείο; Χριστέ μου! Είσαι καλά;’’ ‘’Καλά είμαι, γιαγιά. Μην ανησυχείς’’ προσπάθησα να την καθησυχάσω. Η φωνή της έγινε ξανά αυστηρή: ‘’Όπως και να’ χει, κοριτσάκι μου, ξέρεις πως ανησυχήσαμε; Στην αρχή, νομίζαμε ότι το ξέχασες και ότι κάπου αλώνιζες πάλι…’’ Δεν θα άντεχε αν δεν πετούσε αυτή την σπόντα, την ήξερα την γιαγιά μου ‘’όμως, αν είναι έτσι, αυτό αλλάζει τα πράγματα’’ Η φωνή της έγινε κοφτή και αυστηρή ‘’Εμάς γιατί δεν μας ειδοποίησε κανένας;’’ ‘’Θα το έκανα εγώ, αλλά δεν μπορούσα εκείνη την στιγμή βλέπεις’’ Την φαντάστηκα να στραβομουτσουνιάζει από την άλλη άκρη της γραμμής. ‘’Άσε τους αστεϊσμούς και κοίτα να είσαι πιο προσεκτική, εντάξει;’’ Την διαβεβαίωσα ότι θα ήμουν πιο προσεκτική από ‘δω και πέρα. Ήμουν σίγουρη ότι δεν ησύχασε καθόλου και ότι δεν θα γλίτωνα αργότερα την ανάκριση, αλλά δεν μπορούσα να κάνω και αλλιώς. ‘’Α, προτού περάσεις από ‘δω να πάρεις τον αδερφό σου, πρέπει να πάρεις κάποια πράγματα. Θα έρθει ο Σέπερτ με την Ντέμπορα και το ψυγείο είναι σχεδόν άδειο’’ Αναστέναξα και έβγαλα από την τσάντα μου το μπλοκάκι μου και ένα στυλό και σημείωσα όλα όσα μου είπε. Αυτός ήταν ο ‘’τρόπος’’ της γιαγιάς μου να μας βάζει τιμωρία όταν κάναμε κάτι για το οποίο άξιζε να τιμωρηθούμε. Αφού την διαβεβαίωσα ότι θα επέστρεφα όσο πιο σύντομα γίνεται στο σπίτι, τερμάτισα την κλήση. Ο Μπλέιζ είπε, κοιτάζοντάς με μέσα από τον κεντρικό καθρέπτη: ‘’Προβλήματα με την εξουσία;’’ ‘’Όσο δεν φαντάζεσαι’’ Προσπάθησα να του το φέρω με τρόπο ‘’Να σου πω, σε πειράζει να με αφήσεις στο τοπικό σουπερμάρκετ; Ξέρω, είναι μακριά από εκεί που μένεις και θα σε ξεβολέψω, αλλά δεν μπορώ να κάνω και αλλιώς’’ Ο Μπλέιζ έκανε έναν αστείο στρατιωτικό χαιρετισμό και είπε εύθυμα: ‘’Στις υπηρεσίες σας! Όπως διατάξατε’’ Άρχισα ασυναίσθητα να γελάω, όταν όμως είδα απότομα να σοβαρεύει η έκφρασή του, σταμάτησα. Εκείνος στένεψε από ενόχληση τα χείλη του και είπε: ‘’Ευτυχώς που έφτασα εκεί την κατάλληλη στιγμή. Ποιος ξέρει τι μπορεί να είχε συμβεί!’’ Έκανα μια προσπάθεια να αλαφρύνω την ατμόσφαιρα. Έσφιξα τις γροθιές μου και είπα, σαν να ήμουν μικρό παιδί: ‘’Τι θες να πεις; Μπορούσα και μόνη μου να τα βγάλω πέρα!’’ Η έκφρασή του συννέφιασε ακόμα περισσότερο. ‘’Λούνα, μην παίρνεις αλόγιστα τον κίνδυνο! Αχ, αν σου έκανε τίποτα χειρότερο, σου ορκίζομαι ότι θα του ‘σπαγα τα μούτρα!’’ ‘’Έλα τώρα, μην σε απασχολεί. Πέρασε αυτό’’ είπα και, για να τον καθησυχάσω, τον χάιδεψα απαλά στον ώμο. Εκείνος με κοίταξε μέσα από τον καθρέφτη με μια απροσδιόριστη έκφραση. ‘’Και, για να έχουμε καλό ερώτημα, πως βρέθηκες εσύ εδώ; Δεν είσαι και από ‘δω γύρω’’ Τον ρώτησα, κυρίως, για να του αποσπάσω την προσοχή και για να μην με κοιτάζει με τόσο έντονο βλέμμα. Ένα αινιγματικό χαμόγελο εμφανίστηκε στο πρόσωπό του. ‘’Μου τηλεφώνησε η Κάσσιντυ’’ είπε απλά. Ένιωσα σαν μόλις να έριξε φως στο τούνελ. Δεν μου είχε κάνει εντύπωση η άφιξή του μέχρι την στιγμή που έκανα την ερώτηση ‘’Είπε ότι θα ήταν κρίμα να τελειώσει το ‘’ρομαντικό μας ειδύλλιο’’ τόσο άδοξα’’ πρόσθεσε ντροπαλά και κατέβασε τα μάτια. Ένιωσα τα μάγουλά μου να φλογίζονται από ντροπή. Πάλι η Κάσσιντυ είχε βγάλει αυθαίρετα συμπεράσματα. Άλλη φορά, θα θύμωνα πολύ με την παρέμβασή της, αν η συγκεκριμένη δεν ήταν ‘’σωτήρια’’ για την ζωή μου.
Όλη την υπόλοιπη διαδρομή την περάσαμε μες στην σιωπή. Μου άρεσε η ησυχία που επικρατούσε. Έτσι, δίνονταν η ευκαιρία στο νου μου και το βλέμμα μου να πλανεύεται έξω από το μισάνοιχτο παράθυρο.
Ήταν πια απόγευμα όταν φτάσαμε στο, πολύ γνωστό μου πια, σουπερμάρκετ. Εφόσον καληνύχτισα τον Μπλέιζ και τον ευχαρίστησα για την βόλτα, βγήκα από το αυτοκίνητο και χτύπησα την πόρτα με δύναμη. Δεν πρόλαβα να κάνω δυο βήματα, όταν ένιωσα το χέρι του να με κρατά σφιχτά από τον καρπό. Το βλέμμα του ήταν και πάλι ανεξιχνίαστο, όπως και όταν με είχε κοιτάξει μέσα από τον καθρέφτη. ‘’Άσχετα από το τι λέει η φίλη σου (καλά, τις περισσότερες φορές πετάει κάτι τέτοιες εξυπνάδες) να ξέρεις ότι χάρηκα που σε γνώρισα’’ Και είπε, με μια συστολή ‘’Και, αν θέλεις, θα μπορούσαμε να βγούμε και καμιά φορά’’ Την επόμενη στιγμή, πρόσθεσε βιαστικά ‘’Μόνο όμως αν το θέλεις εσύ’’ Με το ελεύθερό μου χέρι, τον χάιδεψα απαλά στο μάγουλο. Ήταν τόσο απαλό που ένιωθα λες και θα έλιωνε κάτω από το άγγιγμά μου. ‘’Γιατί όχι;’’ Ψιθύρισα αινιγματικά, κοιτάζοντάς τον με νόημα στα μάτια. Εκείνος άφησε τον καρπό μου και μου έριξε ένα βλέμμα γεμάτο απορία. Του χαμογέλασα και είπα: ‘’Καληνύχτα, Μπλέιζ’’ και μπήκα μέσα στο σουπερμάρκετ. Από πίσω μου άκουσα τα λάστιχα του αυτοκινήτου του να τρίζουν φεύγοντας. Κάποια στιγμή, ένιωσα μια φαγούρα στην παλάμη μου.
Ήταν ένα χαρτάκι και επάνω είχε γραμμένο το νούμερο του κινητού του.
Μου πήρε κάμποση ώρα για να βρω όλα όσα μου ζήτησε η γιαγιά μου. Εκτός του ότι γέμισα ένα ολόκληρο καρότσι, είχα και πέντε σακούλες από πάνω για να κουβαλήσω. Όταν βγήκα από το σουπερμάρκετ, ο νυχτερινός ουρανός έδειχνε να είναι συννεφιασμένος. Και, προτού να προλάβω να σκεφτώ οτιδήποτε άλλο, άρχισε να βρέχει, μια βροχή τόσο έντονη και ξαφνική που μου έκοψε την ανάσα.
Φυσικά, δεν είχα ούτε ομπρέλα μαζί μου, ούτε το αυτοκίνητό μου ήταν κάπου κοντά. Αναγνωρίζοντας πως δεν υπήρχε περίπτωση να γλιτώσω, περπατούσα απλά στην βροχή, πλήρως προετοιμασμένη για ένα ακόμα πιο έντονο κατσάδιασμα από την γιαγιά μου που θα έφτανα στο σπίτι της, μούσκεμα από την βροχή. Όταν έστριψα όμως στην γωνία, είδα κάποιον να στέκεται αγέρωχα, κρατώντας απλώς την μαύρη του ομπρέλα. Φαινόταν να μην έχει πέσει επάνω του ούτε μια σταγόνα.
Τα γκρίζα του μάτια φάνηκαν να φωσφορίζουν θαρρείς μες στο σκοτάδι και τα μακριά του μαλλιά δεν ξεχώριζαν από την νύχτα. Φορούσε ένα κοντομάνικο μπλουζάκι μέσα από το μαύρο σακάκι του και ένα σκισμένο τζιν. Ασυναίσθητα, στο μυαλό μου τον φαντάστηκα να κρατάει μια ηλεκτρική κιθάρα και από κάτω το αλαλάζων πλήθος να ζητάει κι άλλο. Αυτή η σκέψη με έκανε να χαμογελάσω.
Εκείνος, με άνεση και ένα αδιάφορο σχεδόν τόνο είπε: ‘’Άσχημος καιρός, έτσι;’’ Γέλασα ασυναίσθητα. Εκείνος δεν ήταν μούσκεμα από την βροχή, για αυτό μπορούσε να το παίζει άνετος. ‘’Εμένα μου λες;’’ Είπα με σαρκασμό και συνέχισα να γελάω. Εκείνος έδειξε την ομπρέλα που κρατούσε και είπε με ευγένεια: ‘’Μήπως θα ήθελες να μοιραστούμε την ομπρέλα;’’ Χωρίς δεύτερη σκέψη, έτρεξα και χώθηκα κάτω από την ομπρέλα του. ‘’Νόμιζα ότι δεν θα το ζητούσες ποτέ’’ είπα με τάχα ψεύτικη αγανάκτηση.
Εκείνος γέλασε και στο ημίφως παρατήρησα ότι η οδοντοστοιχία του ήταν σαν αυτές που βλέπεις στις διαφημίσεις με τις οδοντόκρεμες. Περπατούσαμε για λίγο χωρίς να μιλάμε. Μου άρεσε η εγγύτητα που υπήρχε ανάμεσα στα σώματά μας και στο πως περπατούσαμε μαζί κάτω από την βροχή. Ένιωθα πως η ομπρέλα του ήταν σαν να με σκεπάζει με την φτερούγα του ένας άγγελος που ήθελε να με προστατέψει. Εκείνος με κοίταξε ,με τα διάφανα μάτια του και είπε με σκοπό να με πειράξει: ‘’Η δεσποσύνη θα ήθελε να την συνοδέψω στο σπίτι της;’’ Έκανα τάχα πως το σκέφτομαι. ‘’Δεν ξέρω. Δεν είσαι κανένας από αυτούς τους ανώμαλους που παραφυλάνε κάτω από τα σπίτια απροστάτευτων γυναικών, έτσι;’’ Ακούγοντάς το αυτό, έσκασε από τα γέλια. ‘’Μέχρι στιγμής, δεν είχα τέτοια ‘’δείγματα’’ στον χαρακτήρα μου’’ είπε και συνέχισε να γελάει. Το γέλιο του ήταν μεταδοτικό, γιατί άρχισα να γελάω και εγώ. Όταν σταματήσαμε να γελάμε, είπα, κοιτάζοντας τον έντονα: ‘’Λοιπόν, τι κάνεις έξω στην βροχή, αγόρι του νεκροταφείου;’’ Ένα παράξενο χαμόγελο απλώθηκε σε όλο του το πρόσωπο. Ήταν σαν να έβλεπα μόλις μια γάτα που είχε πιάσει ένα ποντίκι. ‘’Βόλτα. Εσείς, δεσποσύνη;’’ Έδειξα τις σακούλες που κρατούσα και είπα βαρύθυμα: ‘’Θελήματα’’ Δεν μπορούσα να μην κάνω πλάκα για την γκάφα μου να ξεχάσω την ομπρέλα μου, όταν την έχω πάντα μέσα στην τσάντα μου ‘’Το λαμπρό μυαλό μου, όμως, ξέχασε την ομπρέλα. Μάλλον δεν κερδίζω το Νόμπελ Φυσικής σήμερα’’ Εκείνος χαμογέλασε συγκαταβατικά και είπε απλά: ‘’Κερδίσατε, ωστόσο, μια παρέα’’ Και τι παρέα, αναφώνησα από μέσα μου. Ευτυχώς που ήταν σκοτάδι γιατί αλλιώς θα έβλεπε πόσο πολύ είχαν κοκκινίσει τα μάγουλά μου. ‘’Και τυχαίνει να κουβαλάει και ομπρέλα μαζί της!’’ αστειεύτηκα εγώ. Μπορεί και το σχόλιό του να ήταν τελείως τυπικό. Δεν ήθελα να πω κάτι για το οποίο θα μετάνιωνα αργότερα, ούτε να φανερώσω τις προσδοκίες που δημιουργήθηκαν μέσα μου από αυτή την φράση και μόνο, χωρίς να το θέλω, όμως, είπα αυθόρμητα ‘’Δεν μπορεί να φανταστεί αυτή η παρέα πόσο χάρηκα που συναντηθήκαμε σήμερα’’ Χαμήλωσα το βλέμμα μου και δεν έλεγα να το σηκώσω με κανέναν τρόπο, τόσο πολύ είχα ντραπεί. Εκείνος όμως, απροσδόκητα, είπε: ‘’Και εγώ χάρηκα που συναντηθήκαμε, Λούνα’’ Τα μάτια μου σηκώθηκαν ασυναίσθητα και κοίταξαν ευθέως στα δικά του. Ένιωσα ένα σκίρτημα στην καρδιά μου, κάτι που δεν είχα ξανανιώσει εδώ και πολύ καιρό. Πως μπορούσε ο λόγος να γεννά τόσες προσδοκίες, να χτίζει και να γκρεμίζει μέσα σε μια στιγμή;
Συνεχίσαμε όλη την υπόλοιπη διαδρομή αμίλητοι, όταν φτάσαμε στο σπίτι μου. Ξαφνικά, η διαδρομή μου φάνηκε πολύ μικρή και βλαστήμησα που το σπίτι μου ήταν τόσο κοντά στο σουπερμάρκετ. Εκείνος στάθηκε απέναντί μου και είπε με έναν τρόπο λες και είχε βγει από βιβλίο της Τζέιν Όστεν: ‘’Νομίζω ότι φτάσαμε στο σπίτι σου’’ Έσκυψε ελαφρώς, πήρε το χέρι μου και, κοιτάζοντάς με έντονα στα μάτια, είπε: ‘’Εύχομαι να έχεις μια καλή νύχτα, flor de la luna’’ Και, λέγοντας αυτά, μου φίλησε το χέρι, έκανε μεταβολή και πήγε να φύγει. Εγώ δεν κουνήθηκα ούτε εκατοστό από την θέση μου, με αποτέλεσμα να αρχίσω για άλλη μια φορά να βρέχομαι από την βροχή. ‘’Στάσου’’ του φώναξα. Εκείνος γύρισε και με κοίταξε απορημένος ‘’Δεν ξέρω ούτε το όνομά σου’’ Μου φάνηκε ότι είδα ένα χαμόγελο να εμφανίζεται στο πρόσωπό του. ‘’Έχει σημασία;’’ Η αινιγματική του απάντηση. ‘’Για εμένα έχει’’ απάντησα με πείσμα εγώ.
Και, εφόσον έκανε μια μεγαλειώδη στροφή, είπε με στόμφο: ‘’Μπορείς να με αποκαλείς… Ντράκο’’ Και, λέγοντάς το αυτό, υποκλίθηκε και χάθηκε μέσα στην καταρρακτώδη αυτή βροχή. | |
| | | Raven Vampire Eli†e
Αριθμός μηνυμάτων : 12430 Ημερομηνία εγγραφής : 29/06/2010 Ηλικία : 30 Τόπος : Fairytale
Character sheet Αγαπημένος Ήρωας: Eric Northman Atittude: Kind
| Θέμα: Απ: Vampirisious-Book 1 Τετ Μάης 18, 2011 10:47 pm | |
| Τέλειοοοοο!!!! Μου άρεσε πάρα πολύ η σκηνή της σύστασης του Ντράκο!!!! Καταπληκτική!!! Επίσης βρήκα πολύ καλό το γεγονός ότι τρώει κατσάδα απ΄τη γιαγιά της. Το κάνει πιο ρεαλιστικό. Όμως να κάνω μια ερώτηση, αυτή γονείς δεν έχει? Γιατί μόνο τη γιαγιά της βλέπω να αναφέρεις. | |
| | | AЯianЯhod.ЬЩ.22 Vampire Eli†e
Αριθμός μηνυμάτων : 5273 Ημερομηνία εγγραφής : 23/02/2011 Ηλικία : 32 Τόπος : Lying in my coffin...Buried in a distant tomb of a distant place...away from unwanted eyes...
Character sheet Αγαπημένος Ήρωας: Louis, Lestat and Dracula Atittude: Mean
| Θέμα: Απ: Vampirisious-Book 1 Τετ Μάης 18, 2011 11:45 pm | |
| Thank you Είδες; Άμα ξέρατε από την αρχή το όνομά του, δεν θα ήταν το ίδιο - Σπόιλερ:
Αν δεν το αναφέρει ήδη σε κάποιο από τα προηγούμενα κεφάλαια, σίγουρα το αναφέρει παρακάτω: οι γονείς της είναι και οι δυο γιατροί και λείπουν στην Αφρική. Είναι αρκετά φιλάνθρωποι και προσπαθούν να βοηθήσουν τους συνανθρώπους τους σε κάθε ευκαιρία. Αλλά, όπως λέει και η ίδια, ακόμα και όταν είναι στην Όμαχα, λείπουν πολλές ώρες από το σπίτι λόγω της δουλειάς τους, οπότε μεγάλο μέρος της ευθύνης και της επίβλεψης των παιδιών πέφτει στην γιαγιά τους.
| |
| | | Raven Vampire Eli†e
Αριθμός μηνυμάτων : 12430 Ημερομηνία εγγραφής : 29/06/2010 Ηλικία : 30 Τόπος : Fairytale
Character sheet Αγαπημένος Ήρωας: Eric Northman Atittude: Kind
| Θέμα: Απ: Vampirisious-Book 1 Πεμ Μάης 19, 2011 12:29 am | |
| Α, ναι μωρέ σωστά... Τώρα το θυμήθηκα ότι το λες κάπου αυτό αλλά το είχα ξεχάσει γιατί βρήκα πιο ενδιαφέροντα όλα τα υπόλοιπα! | |
| | | Amaranth Lycan
Αριθμός μηνυμάτων : 2751 Ημερομηνία εγγραφής : 04/05/2011 Ηλικία : 27 Τόπος : Night Castle
Character sheet Αγαπημένος Ήρωας: Atittude: Mean
| Θέμα: Απ: Vampirisious-Book 1 Πεμ Μάης 19, 2011 2:06 am | |
| ντρακο ε;;πολυ ωραιο ονομα και κατι πρεπει να σημαινει ετσι..; μπορεις να με φωναζεις ντρακο...μυστηριο!! πολυ ωραιο! | |
| | | Raven Vampire Eli†e
Αριθμός μηνυμάτων : 12430 Ημερομηνία εγγραφής : 29/06/2010 Ηλικία : 30 Τόπος : Fairytale
Character sheet Αγαπημένος Ήρωας: Eric Northman Atittude: Kind
| Θέμα: Απ: Vampirisious-Book 1 Πεμ Μάης 19, 2011 2:44 am | |
| Εμένα μου άρεσε εκεί που υποκλίθηκε! Τι τέλειο!!! | |
| | | | Vampirisious-Book 1 | |
|
Παρόμοια θέματα | |
|
| Δικαιώματα σας στην κατηγορία αυτή | Δεν μπορείτε να απαντήσετε στα Θέματα αυτής της Δ.Συζήτησης
| |
| |
| |
|